Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια ταξιδεύουν: «Είπες Απρίλη πως θα ’ρθεις» – «Η φάμπρικα» – «Μιλώ για τα παιδιά μου»

Με τίτλο «Μετανάστες», κυκλοφορεί το 1974 ένας από τους σημαντικότερους δίσκους του ελληνικού τραγουδιού. Τους στίχους των δέκα τραγουδιών που ερμηνεύουν η Βίκυ Μοσχολιού και ο Λάκης Χαλκιάς, υπογράφει ο Γιώργος Σκούρτης και τη μουσική ο Γιάννης Μαρκόπουλος.

Με τίτλο «Μετανάστες», κυκλοφορεί το 1974 ένας από τους σημαντικότερους δίσκους του ελληνικού τραγουδιού. Τους στίχους των δέκα τραγουδιών που ερμηνεύουν η Βίκυ Μοσχολιού και ο Λάκης Χαλκιάς, υπογράφει ο Γιώργος Σκούρτης και τη μουσική ο Γιάννης Μαρκόπουλος.

Ο τίτλος του δίσκου είναι αποκαλυπτικός του περιεχομένου των τραγουδιών. Η μετανάστευση, που ταλανίζει για δεκαετίες την μεταπολεμική Ελλάδα, αποτελεί πηγή έμπνευσης πολλών δημιουργών, πρώτα και κύρια βέβαια του κλασικού λαϊκού τραγουδιού που προηγήθηκε του λεγόμενου έντεχνου.

Πολλά είναι τα τραγούδια που γράφτηκαν εκφράζοντας τα βάσανα, τους καημούς, τον πόνο του φτωχού Έλληνα που εξαναγκάζεται ν’ αποχωριστεί τα αγαπημένα του πρόσωπα για να αναζητήσει μέσω της σκληρής δουλειάς μια καλύτερη ζωή, στην ξενιτιά, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την πατρίδα.

Η σύμπραξη Γιάννη Μαρκόπουλου – Γιώργου Σκούρτη – Λάκη Χαλκιά – Βίκυς Μοσχολιού στους «Μετανάστες» είχε ως αποτέλεσμα τη «γέννηση» τραγουδιών που πέρασαν στην αθανασία. Από τα πιο γνωστά «Η φάμπρικα», το «Εδώ στην ξένη χώρα», «Ο Ρόκο και οι άλλοι», «Η μπαλάντα του μετανάστη» από τη φωνή του Λάκη Χαλκιά, το «Μιλώ για τα παιδιά μου», «Η Αντάρα, το Λενάκι κι η Ρηνιώ» με τη Βίκυ Μοσχολιού κ.ά.

«Η φάμπρικα» αποτελεί ένα μικρό «μανιφέστο» της εκμετάλλευσης. Ο μετανάστης εργάτης προορίζεται να παράγει κέρδος για το αφεντικό, δουλεύει σκληρά, χωρίς δικαιώματα, αποκομμένος από τους συναδέλφους του και κάτω από τις απειλές της εργοδοσίας. Φοβισμένος, σκύβει το κεφάλι μη συνειδητοποιώντας, ακόμα, πως αποτελεί τον κρίκο της αλυσίδας που θα τον αλυσοδένει ώσπου να συνειδητοποιήσει τον κομβικό ρόλο του και τη δύναμή του: «χωρίς εσένα γρανάζι δε γυρνά, εργάτη μπορείς χωρίς αφεντικά»…

Η φάμπρικα δε σταματά
δουλεύει νύχτα μέρα
και πώς τον λεν το διπλανό
και τον τρελό τον Ιταλό
να τους ρωτήσω δεν μπορώ
ούτε να πάρω αέρα

Δουλεύω μπρος στη μηχανή
στη βάρδια δύο δέκα
κι από την πρώτη τη στιγμή
μου στείλανε τον ελεγκτή
να μου πετάξει στο αυτί
δυο λόγια νέτα σκέτα

Άκουσε φίλε εμιγκρέ
ο χρόνος είναι χρήμα
με τους εργάτες μη μιλάς
την ώρα σου να την κρατάς
το γιο σου μην το λησμονάς
πεινάει κι είναι κρίμα

Κι εκεί στο πόστο μου σκυφτός
ξεχνάω τη μιλιά μου
είμαι το νούμερο οχτώ
με ξέρουν όλοι με αυτό
κι εγώ κρατάω μυστικό
ποιο είναι τ’ όνομά μου

Στο «Μιλώ για τα παιδιά μου» στη θέση του μετανάστη βρίσκεται μια γυναίκα αντί για άντρα (όπως συνηθιζόταν στο τραγούδι) και συγκεκριμένα μια μάνα που έχει αποχωριστεί από τα παιδιά της και ζει με τον καημό ν’ αποχτήσει πολλά χρήματα και να επιστρέψει κοντά τους. Χαρακτηριστική η αναφορά στον σταθμό των τραίνων καθώς ο σιδηρόδρομος αποτελούσε το πιο σύνηθες και προσιτό στους εργαζόμενους μέσο μαζικής μεταφορά μεταφοράς την εποχή της μετανάστευσης των Ελλήνων στη Γερμανία, το Βέλγιο και άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Μιλώ για τα παιδιά μου και ιδρώνω
έχω ένα χρόνο να τα δω και λιώνω.
Μου γράφει η γιαγιά τους πως ρωτάνε
τα τρένα που `ναι στο σταθμό πού πάνε.

Αδύνατος μου γράφει ο Στελλάκης
έχει ανάγκη θάλασσας ο Τάκης
αρχίζει το σχολείο η Μαρίνα
θέλει να γίνει κάποτε γιατρίνα.

Μιλώ για τα παιδιά μου και ιδρώνω
έχω ένα χρόνο να τα δω και λιώνω.
Αγόρασα λαχείο στ’ όνομά τους
αχ να κερδίσω να σταθώ σιμά τους.

Αν η «Φάμπρικα» αποτελεί όπως προαναφέρθηκε «μανιφέστο» της εκμετάλλευσης, τότε το «Είπες Απρίλη πως θα ‘ρθεις» μοιάζει με κλείσιμο του ματιού στη μέρα που οι εργάτες θα συνειδητοποιήσουν τη θέση και τη δύναμή τους και θ’ αποτινάξουν τα δεσμά της. Οι στίχοι του δεύτερου κουπλέ δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια έμμεση αναφορά στην ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης από τον εργάτη, στην προσέγγιση στις αιτίες της μετανάστευσης και στην κατανόηση των μηχανισμών του συστήματος της εκμετάλλευσης, ενώ στο ρεφρέν εκφράζεται η ελπίδα που τρέφουν οι παλαιότεροι, η επόμενη γενιά να αλλάξει τα πράγματα…

Είπες Απρίλη πως θα ‘ρθεις
κοντά μου να πλαγιάσεις
κι όλες τις νύχτες ξαγρυπνώ
μετρώ τα χρόνια και γερνώ
ίσως και να με χάσεις.

Ξεχάστηκα κι απ’ το Θεό
μα ελπίζω στο μικρό μου γιο.

Σαν μεγαλώσει το παιδί
τα γράμματα θα μάθει
για να σπουδάσει και να δει
τι σ’ έσπρωξε να πας εκεί
τα ίδια να μην πάθει.

Ξεχάστηκα κι απ’ το Θεό
μα ελπίζω στο μικρό μου γιο.

Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια ταξιδεύουν: «Είπες Απρίλη πως θα ’ρθεις» - «Η φάμπρικα» - «Μιλώ για τα παιδιά μου»

Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια ταξιδεύουν: «Είπες Απρίλη πως θα ’ρθεις» – «Η φάμπρικα» – «Μιλώ για τα παιδιά μου» — Βίκυ Μοσχολιού, Λάκης Χαλκιάς

Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι… και από 26/10/2020 νέα ονομασία: Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια ταξιδεύουν… Τι κι αν γράφτηκαν πριν από πολλά χρόνια, κάποια τραγούδια συνεχίζουν να  συγκινούν, να συντροφεύουν τις μικρές και μεγάλες στιγμές των ανθρώπων, να εκφράζουν τις αγωνίες, τον πόνο και τα όνειρά τους, να εμπνέουν τους αγώνες τους.

Η στήλη, χωρίς να διεκδικεί το αλάθητο ή τον τίτλο του «ειδικού», «παίζει» τραγούδια που γράφτηκαν για τον έρωτα, την αγάπη, το μεροκάματο, τη μετανάστευση, τον αγώνα για λευτεριά και για καλύτερη ζωή. Τραγούδια γραμμένα από ποιητές, αλλά κι από δημιουργούς που δεν διάβασαν ποτέ στη ζωή τους ποίηση… Ανασκαλεύοντας το παρελθόν και ψηλαφώντας την ιστορία τους, πότε γράφτηκαν, σε ποιες συνθήκες, από ποιους πρωτοτραγουδήθηκαν, ποιοι τα τραγουδούν στις μέρες μας.

Χωρίς διαχωρισμούς, χωρίς αποκλεισμούς, τραγούδια ελληνικά και «ξένα», με γνώμονα ότι, εκτός από το να θυμίζουν εικόνες από το παρελθόν, συναρπάζουν τις αισθήσεις, γεννούν συναισθήματα, εμπνέουν και συγκινούν σήμερα.

Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια ταξιδεύουν… Ακούστε τα όλα εδώ.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: