Κώστας Καζάκος: «Εγώ κυρά μου καλή, ήμουν κουμουνιστής συνειδητός από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου»

Ο άνθρωπος πρέπει κάποτε να καταφέρει να φτιάξει μια ζωή που να του αξίζει και ακόμα παραπέρα επιθυμούμε να φτιάξουμε μια ζωή που να αξίζει τον κόπο να πεθαίνεις για χάρη της…Πρέπει να την αλλάξουμε την ζωή, δεν τα έχουμε καταφέρει ακόμη, είμαστε σε καθεστώς δουλείας, αλλά με αγώνα και επιμονή θα τα καταφέρουμε…

Η δημοσιογράφος Ειρήνη Δρίβα απέστειλε στο πόρταλ 902.gr τη συνέντευξη που πήρε από τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Κώστα Καζάκο. Αναδημοσιεύουμε τη συνέντευξη: 

Η πρώτη φορά που είδα τον Κώστα Καζάκο στη σκηνή ήταν το καλοκαίρι του 1993 στην «Όπερα τής Πεντάρας» σε σκηνοθεσία του Ζύλ Ντασέν, στο ιστορικό Αθήναιον που χρόνια, πριν, είχε φιλοξενήσει «Το μεγάλο μας τσίρκο». Εγώ μαθήτρια δημοτικού και αυτό που θυμάμαι είναι τον κόσμο έξω από το θέατρο να λέει «μπράβο στον Καζάκο που ερχόμαστε στο θέατρο». Αργότερα, έμαθα πως με απόφαση δική του και την στήριξη του θεατρικού επιχειρηματία Γιώργου Λεμπέση έδιναν δωρεάν εισιτήρια σε κάθε παράσταση. Εκεί, στην συμβολή των οδών Πατησίων και Μάρνης, απέναντι από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο χτυπούσε δυνατά η ψυχή του ελληνικού θεάτρου. Όταν του τηλεφώνησα για να προγραμματίσουμε την συνέντευξη, από την πρώτη στιγμή με έκανε να νιώσω άνετα σαν να γνωριζόμασταν χρόνια.

Μεγαλώσατε στον Πύργο Ηλείας και στην εφηβεία ήρθατε στην Αθήνα ακολουθώντας τον πατέρα σας. Πως ήταν εκείνα τα χρόνια;

Η καταγωγή του πατέρα μου ήταν από την Μεσσηνία και το χωριό Κοπανίτσα. Στον Πύργο πήγε γαμπρός και εκεί έφτιαξε την οικογένεια του. Εγώ γεννήθηκα το 1935 και αυτό που θυμάμαι είναι στο σπίτι μου να έχουμε πάντα κόσμο. Αντάρτες, ΕΑΜίτες και κάθε λογής κυνηγημένους. Βλέπεις ο πατέρας μου ήταν κουμουνιστής, μετά την απελευθέρωση το ‘45 τον απέλυσαν από την Νομαρχία και τον έστειλαν φυλακή στη Αθήνα έναν χρόνο. Μετά εξορία στην Ικαρία, στον Άη-Στράτη και κατέληξε στη Μακρόνησο. Με πήρε και εμένα η μάνα μου με τα αδέρφια μου και ανεβήκαμε πάνω για να χάσουν τα ίχνη μας, 52 μετακομίσεις κάναμε. Όπου πιάναμε σπίτι πήγαινε η ασφάλεια και τους έλεγε να μας διώξουν. Εγώ ήμουν 13 χρονών, δούλευα το πρωί και μετά νυχτερινό στο Παγκράτι, μου άρεσε το διάβασμα και ήθελα να γίνω δάσκαλος. Το 1952 τέλειωσα το σχολείο και ήρθε ο πατέρας μου σπίτι. Εκεί, κάπως πήρα μια ανάσα, δύσκολα χρόνια, σκοτεινά, αλλά και περήφανα.

Παρά τις αντίξοες συνθήκες καταφέρνετε να περάσετε στο πανεπιστήμιο, όμως, δεν το παρακολουθείτε; Τι ακριβώς, συνέβη;

Τι να σου πω τώρα… δεν μου είναι εύκολη αυτή η ιστορία. Αγκάθι είναι. Αυτό είναι ένα τραύμα που δεν μετριέται… είναι μια στιγμή που δεν τελείωσε ποτέ. Την κουβαλάω μέσα μου και τώρα ακόμη που μπαίνω για διάφορους λόγους στα πανεπιστήμια νιώθω περίεργα. Δεν με άφησαν να γραφτώ γιατί μου έλειπε ένα χαρτί. Ήμουν δυνατός μαθητής, είχα μαζέψει όλα τα δικαιολογητικά εκτός από το χαρτί Κοινωνικών Φρονημάτων που έπρεπε να πάρω από την Ασφάλεια. Ε, δεν το πήρα… αυτά ήταν της εποχής τα καμώματα. Άστο τώρα τι να λέμε για αυτά.

Στην συνέχεια Σχολή Σταυράκου και Κουν. Η Ελλάδα είχε βγει από τον εμφύλιο ασθμαίνοντας και στον κινηματογράφο είχαμε τον Κούνδουρο, τον Κακογιάννη και τις πρώτες κωμωδίες του Σακελλάριου… Τι είναι αυτό που σας τράβηξε στην τέχνη;

Είχα την τύχη να γνωρίσω μαγικούς ανθρώπους και κάποιοι από αυτούς με συντροφεύουν ακόμη. Δεν είχα σχέση με το θέατρο εγώ και αυτά τα πράγματα, μετά κόλλησα και από τότε δουλεύω 65 χρόνια ασταμάτητα. Είναι το οξυγόνο μου. Δεν είναι και λίγο να συναντιέσαι με το μαγνητικό πεδίο του Κουν, αρκεί να είχες ψυχή να το δεις. Πολλοί άνθρωποι πέρασαν από δίπλα του. Άλλοι πήραν πολύ, άλλοι λίγο και άλλοι καθόλου. Έμεινα 6 χρόνια στο Υπόγειο του Ορφέα, υπερηφανεύομαι μέσα μου πως δούλεψα εκεί και κουβάλαγα μπάζα. Οικειοθελώς και αφιλοκερδώς για να φτιάξουμε τον χώρο εκεί που έμελλε να γίνει ο ναός της τέχνης, περβόλι αγοριών και κοριτσιών με όνειρα και ψυχή. Μετά, από πείνα και δίψα όλων των ανθρώπων και του ίδιου του σκηνοθέτη ο Κουν κατάφερε να δημιουργήσει το δικό του κοινό. Με την επιμονή του, ήταν άοκνος άνθρωπος, ακούραστος, ένα σπάνιο είδος ανθρώπου που δεν κυκλοφορεί πια και εγώ είχα την τύχει να βρεθώ κοντά του. Μου άνοιξε δρόμους, με ενέπνευσε, μου στερέωσε στην κυριολεξία το μυαλό.

Δεν ηρεμήσατε, όμως, δεν «συμμορφωθήκατε», συνεχίσατε την πολιτική σας δράση στο ΚΚΕ και μάλιστα βρεθήκατε και επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας. Γιατί Αριστερά  κύριε Καζάκο;

Εγώ κυρά μου καλή, ήμουν κουμουνιστής συνειδητός από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Ακολούθησα την ιστορία του τόπου μου στις φοβερές δεκαετίες του ‘50, του ‘60, του ’70, του ’80 και πάει λέγοντας. Με νοιάζει ο άνθρωπος, τον πονάω. Για αυτό κάνω και αυτή την δουλειά, αν δεν έχεις κοινωνικές ανησυχίες δεν μπορείς να κάνεις τέχνη. Γιατί οτιδήποτε άλλο ξεφεύγει από αυτήν την κατεύθυνση είναι αντιδραστικό και απάνθρωπο, οδηγεί σε δρόμους που είναι καταστροφικοί. Τα μαρτύρια του λαού μας δεν χρειάζεται να τα μετρήσουμε ξανά, είναι ατελείωτα.Ο άνθρωπος πρέπει κάποτε να καταφέρει να φτιάξει μια ζωή που να του αξίζει και ακόμα παραπέρα επιθυμούμε να φτιάξουμε μια ζωή που να αξίζει τον κόπο να πεθαίνεις για χάρη της. Να την υπερασπίζεται μέχρι θανάτου. Η ελευθερία είναι το ύψιστο αγαθό. Πρέπει να την αλλάξουμε την ζωή, δεν τα έχουμε καταφέρει ακόμη, είμαστε σε καθεστώς δουλείας, αλλά με αγώνα και επιμονή θα τα καταφέρουμε.

Στα χρόνια της επταετίας ήσασταν από τους καλλιτέχνες που λογοκρίθηκαν και κυνηγήθηκαν για τις ιδέες τους. Υπήρξαν και εκείνοι που όπως υποστήριξαν, αργότερα, δεν πήραν είδηση τι είχε συμβεί. Σήμερα, υπάρχουν συνάδελφοι σας που πάλι δεν έχουν καταλάβει τι συμβαίνει;

Ε, βέβαια υπάρχουν, τι να λέμε τώρα. Η αλλοτρίωση δίνει και παίρνει και τώρα έχει σακατέψει τον κόσμο  πολύ περισσότερο, γιατί την δειλία την βαφτίζουν προσαρμογή και ευπρέπεια. Είναι νομιμοποιημένη η αποχή κατά μία έννοια, δεν είναι εκτροπή.

Πως αξιολογείτε την συμπεριφορά της κυβέρνησης απέναντι στον πολιτισμό και στους ανθρώπους του;

Ο πολιτισμός για την πολιτεία αυτού του είδους, την καπιταλιστική κοινωνία είναι κόκκινο πανί. Ο κόσμος των τεχνών και των γραμμάτων ήταν πάντα εχθρός γιατί τον φοβάται. Πρώτα από όλα της είναι άγνωστος και καθετί που αγνοεί την τρομάζει και το κυνηγάει. Το σκληρότερο και το πιο πονηρό είναι πως εμποδίζει τον κόσμο, τον λαό να έρχεται σε επαφή με τον πολιτισμό, τον σπρώχνει συνέχεια πίσω στο ζωώδες. Τους αποδυναμώνει και τους κάνει να νοιάζονται μόνο για την επιβίωση γιατί γνωρίζει πως η τέχνη στα χέρια του λαού μπορεί να γίνει επικίνδυνο όπλο. Ξέρετε τι μπορεί να κάνει η τέχνη; Μπορεί να αφυπνίσει και αυτό δεν το θέλουν. Μας θέλουν στις σπηλιές, ο άνθρωπος όμως οφείλει να διεκδικήσει την ανθρώπινη του φύση. Δεν ήρθαμε στον κόσμο για να εξυπηρετήσουμε μόνο τις φυσικές μας ανάγκες, αλλά για να αναπτύξει ο καθένας την προσωπικότητα του, να απαλλαγεί από τους φόβους του και να μπορέσει να έχει πνευματικό βίο.  Λίγοι είναι εκείνοι που το καταφέρνουν αυτό. Είναι αυτοί που μένουν στην ιστορία και μας δείχνουν τον δρόμο.

Μίκης Θεοδωράκης και την ερώτηση θέλω να την κάνετε εσείς.

Δείξε μου έναν άνθρωπο που κατάφερε να αλλάξει την ιστορία; Ε, ο Μίκης Θεοδωράκης είναι ένας από αυτούς. Στήριξε την κοινωνία, γιατί η ζωή του ήταν στενά συνδεδεμένη με όλα τα μεγάλα γεγονότα του τόπου μας και τα πέρασε όλα παλικαρίσια με το τουφέκι του στον ώμο στην κυριολεξία. Έπαθε τα πάνδεινα από νέος -από 16 χρονών- βασανίστηκε, απειλήθηκε η ζωή του και κατάφερε να παραμείνει πιστός στις ιδέες του. Είχε προβλήματα υγείας, ήταν φυματικός και σκέψου και τις εξορίες, αλλά μακροημέρεψε και πιστεύω πως αυτό οφείλετε στην αγάπη του κόσμου. Τον κράτησε ο κόσμος ζωντανός και ο Μίκης πάντα αγαπούσε τον άνθρωπο και την ελευθερία. Όσο για την δουλειά του, πόσα πολλά μπορούμε να πούμε. Είναι από τους ανθρώπους εκείνους που μας κρατάνε όρθιους και τους χρειαζόμαστε τώρα περισσότερο από ποτέ.

Η «Όμορφη Πόλη» η τελευταία θεατρική – μουσική παράσταση του Μ. Θεοδωράκη σε απόδοση-σκηνοθεσία Γ. Βάλαρη, ανεβαίνει στις 27/9 στο Θέατρο Δάσους, στην Θεσσαλονίκη, στις 29 στο Κατράκειο και αρχές Οκτωβρίου στο Βεάκειο. Επίσης, το «Πως να σωπάσω» σε σκηνοθεσία Τζένη Κόλλια θα παιχτεί τον χειμώνα στο «Τζένη Καρέζη».

Η «Όμορφη Πόλη» αγαπήθηκε πολύ από τον κόσμο και μετά την απώλεια του Μίκη ήταν απαίτηση του κόσμου να παιχτεί ξανά. Και τώρα που μιλάμε χτυπάνε τα τηλέφωνα και βάζουμε κι άλλες ημερομηνίες. Θα ανέβουμε Θεσσαλονίκη και από εκεί και πέρα βλέπουμε. Όσο για το «Πως να σωπάσω» φτιάξαμε μια ωραία παράσταση με εκλεχτούς καλλιτέχνες, αλλά ήρθε ο κορονοϊός  και έκλεισαν όλα. Τώρα. Θα πάμε, μάλλον τέλη Οκτωβρίου στο «Τζένη Καρέζη» και βλέποντας και κάνοντας.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6

2 Trackbacks

Κάντε ένα σχόλιο: