Το μάθημα της Thomas Cook

Η χρεοκοπία της Thomas Cook είναι αποκαλυπτική. Αποδεικνύει πως η καπιταλιστική ανάπτυξη «τρώει τα παιδιά της» και, ως ένα βαθμό, «πυροβολάει και τα πόδια της»…

Ο ελιγμός «απότομης προσγείωσης» που πραγματοποίησε το καινούργιο ρωσικό αεροπλάνο «Su57» κατά τη διάρκεια αεροπορικών επιδείξεων, εντυπωσίασε ακόμα και τους ειδικούς ώστε να την χαρακτηρίσουν ακόμα και καινούργιο τρόπο προσγείωσης των πολεμικών αεροσκαφών. Ωστόσο, σπάνια μια «απότομη προσγείωση» είναι φαινόμενο για πανηγυρισμούς. Συνήθως σχετίζεται με κάποια αστοχία, κάποιο σφάλμα και συχνά είναι προοίμιο ακόμα και συντριβής.

Η πρόσφατη «κατάρρευση» του πολυεθνικού τουριστικού μονοπωλίου της «Thomas Cook» (TC) ισοδυναμεί με μια τουλάχιστον «απότομη προσγείωση». Έρχεται να θέσει, τουλάχιστον, υπό αμφισβήτηση τους πανηγυρισμούς των τελευταίων μηνών, τις αντιδικίες ανάμεσα στα δύο μεγάλα αστικά κόμματα για το ποιος πρέπει να πιστωθεί το «αναπτυξιακό άλμα», και να φέρει στο προσκήνιο τις πραγματικές επιπτώσεις της περιβόητης εξωστρέφειας, που έχει γίνει το σήμα κατατεθέν των αστικών επιτελείων όλο το προηγούμενο διάστημα.

Οι αναγνώστες του «Ριζοσπάστη» δεν αιφνιδιάστηκαν. Η αρθρογραφία της εφημερίδας είχε το προηγούμενο διάστημα αναδείξει την πορεία επιβράδυνσης και τον κίνδυνο νέας κρίσης της διεθνούς οικονομίας καθώς και ότι η εξωστρέφεια της εγχώριας οικονομίας θα «αποβεί μπούμερανγκ» καθώς ένας μικρός κλυδωνισμός της διεθνούς οικονομίας θα έχει δυσανάλογες επιπτώσεις στην εγχώρια οικονομία.

Η «κατάρρευση» της «Thomas Cook»

H «Thomas Cook» ήταν το αρχαιότερο και ένα απ’ τα μεγαλύτερα ταξιδιωτικά πρακτορεία σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Ιδρύθηκε το 1841 στη Βρετανία και σταδιακά εξελίχθηκε σε έναν πολυεθνικό όμιλο με 21.000 εργαζόμενους, ετήσιο τζίρο της τάξης των 13 δισ. ευρώ, με έναν ιδιόκτητο στόλο 117 αεροπλάνων, θυγατρικές σε πάνω από 15 χώρες στην ΕΕ αλλά και στη Ρωσία και στην Κίνα και πουλούσε κάθε χρόνο τουριστικά πακέτα σε περίπου 20 εκατ. τουρίστες.

Ο όμιλος λειτουργούσε προαγοράζοντας πακέτα διαμονής σε ξενοδοχεία και στη συνέχεια τα μεταπωλούσε στους τελικούς καταναλωτές, κανονίζοντας παράλληλα και τον τρόπο μεταφοράς τους από και προς τη χώρα διαμονής τους.

Την τελευταία περίοδο, η οικονομική κατάσταση του ομίλου δεν ήταν η καλύτερη. Ο πολύ αυξημένος δανεισμός του ομίλου, ο αυξανόμενος ανταγωνισμός, η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος σε ολόκληρη την Ευρώπη αλλά και η έκταση του «παραδοσιακού μοντέλου λειτουργίας», με χιλιάδες γραφεία σε ολόκληρη την Ευρώπη, την ώρα που το διαδίκτυο και οι μεγάλες διαδικτυακές εταιρείες ενοικίασης καταλυμάτων επιτρέπουν στον τελικό καταναλωτή σχεδόν να οργανώσει μόνος του τις διακοπές του, οδήγησαν τον όμιλο σε αρνητικά οικονομικά αποτελέσματα το τελευταίο διάστημα. Τελευταία πράξη του δράματος ήταν η ασυμφωνία μεταξύ του κύριου μετόχου του ομίλου, της κινεζικής «Fosun», και των πιστωτών της εταιρείας, για το ύψος των κεφαλαιακών ενισχύσεων που απαιτούνται για να διασωθεί ο όμιλος, ζητώντας, πέραν των 450 εκατ. λιρών που είχε δεσμευθεί να καταβάλει η κινεζική εταιρεία, επιπλέον 200 εκατ. λίρες ως «μαξιλάρι» ασφαλείας. Η αδυναμία εξεύρεσης των 200 εκατ. λιρών οδήγησε στη χρεοκοπία του ομίλου αφήνοντας 155.000 ταξιδιώτες παγιδευμένους σε διάφορες χώρες, 800.000 με πακέτα διακοπών που είναι πλέον άχρηστα, και πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ χρέη σε τουριστικές μονάδες ολόκληρης της Ευρώπης.

Σε τελευταία ανάλυση, η χρεοκοπία της «Thomas Cook» δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια αντανάκλαση των μεγάλων δυσκολιών που αντιμετωπίζει ο ίδιος ο καπιταλισμός σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.

Η χαμηλή κερδοφορία, η όξυνση των ανταγωνισμών μεταξύ των ομίλων, η υψηλή επιβάρυνση από δάνεια του παρελθόντος όταν οι προσδοκίες για κερδοφορία ήταν πολύ μεγαλύτερες, η σχετική μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος για τουρισμό είναι πλευρές του πραγματικού προβλήματος του καπιταλισμού, μιας υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων που δεν μπορούν να επενδυθούν με ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους.

Τα συνολικά κέρδη απ’ τον τουριστικό κλάδο αυξάνονται με μικρότερο βαθμό σε σχέση με τα επενδυμένα κεφάλαια στον κλάδο, οδηγώντας σε όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των κεφαλαίων. Παράλληλα, ο συγκεκριμένος όμιλος εμφάνισε σχετικά μικρότερη παραγωγικότητα της εργασίας, οδηγώντας τον τελικά σε υποδεέστερη θέση. Αναφέρουμε πως η πλατφόρμα «Airbnb» με 12.000 εργαζόμενους διαχειρίζεται περίπου 5 εκατομμύρια μέρη διαμονής και εξυπηρέτησε σχεδόν 150 εκατομμύρια πελάτες, όταν η «Thomas Cook» με 21.000 εργαζόμενους εξυπηρετούσε περίπου 20 εκατομμύρια πελάτες το χρόνο σε πολύ μικρότερο αριθμό από τοποθεσίες διαμονής. Φυσικά τα μεγέθη δεν είναι ευθέως συγκρίσιμα, αφού η «Thomas Cook» εκτείνεται σε πολλές άλλες δραστηριότητες, όμως είναι τουλάχιστον ενδεικτικά.

Οι κλυδωνισμοί στην εγχώρια οικονομία

Η χρεοκοπία της TC δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστη την εγχώρια οικονομία. Η TC «έφερνε» περίπου 3 εκατομμύρια τουρίστες το χρόνο στην Ελλάδα και η χρεοκοπία της εκτιμάται πως θα στοιχίσει σχεδόν 500 εκατομμύρια ευρώ σε εγχώριες τουριστικές επιχειρήσεις. Μεγάλος αριθμός ξενοδοχείων είχαν συνάψει μακροχρόνια, 7ετή συμβόλαια με την TC. Τα ξενοδοχεία αυτά αντιμετωπίζουν εκτός απ’ το «κανόνι» της TC και την ανάγκη αναπλήρωσης της τουριστικής κίνησης από εναλλακτικές πηγές. Οι εναλλακτικοί «πάροχοι τουριστικής κίνησης» ενδέχεται να επιβάλουν δυσμενέστερους όρους στις ξενοδοχειακές μονάδες. Εδώ πρέπει φυσικά να σημειώσουμε πως ένα κομμάτι απ’ τα χρέη της TC τελικά θα αποπληρωθεί από τις επιχειρήσεις που θα εξαγοράσουν τα κομμάτια του ομίλου και πως, παράλληλα, το τουριστικό κεφάλαιο έχει και αντικειμενικό στόχο να «διογκώσει» το όποιο πρόβλημα προκειμένου να εξασφαλίσει μεγάλες επιδοτήσεις εν είδει κρατικής στήριξης. Ωστόσο δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χρεοκοπία μιας τόσο μεγάλης τουριστικής επιχείρησης θα έχει αρνητικές συνέπειες στον εγχώριο τουριστικό κλάδο.

Και η εξέλιξη αυτή είναι διδακτική.

Το κυρίαρχο αφήγημα της κυβέρνησης και της αστικής τάξης εν γένει είναι η «στροφή στην ανάπτυξη», η προσέλκυση επενδύσεων και η δυνατότητα μιας ταχείας οικονομικής ανάπτυξης που θα αντιμετωπίσει τα προβλήματα των εργαζομένων. Αλλά, όπως αποδεικνύεται απ’ τις εξελίξεις, «λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο…».

Η αδυναμία της καπιταλιστικής ανάπτυξης να αντιμετωπίσει τα προβλήματα των εργαζομένων είναι δεδομένη. Στον καπιταλισμό, η ανάπτυξη προϋποθέτει αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, εξαθλίωση των εργαζομένων, σχετική ή και απόλυτη, προϋποθέτει διατήρηση και επέκταση του αντεργατικού πλαισίου σε όλα τα επίπεδα.

Όμως, η ίδια η προοπτική της ανάπτυξης χωρίς εμπόδια, χωρίς κλυδωνισμούς, χωρίς νέα κρίση είναι από μόνη της όνειρο θερινής νυκτός.

Το ΚΚΕ έχει επισημάνει αυτήν την πλευρά ήδη απ’ τις απαρχές της φάσης αναιμικής ανάπτυξης της εγχώριας οικονομίας. Δύο χρόνια πριν, με αφορμή τους κλυδωνισμούς στις τράπεζες, επισημαίναμε την αδυναμία της εγχώριας οικονομίας και το γεγονός πως η πιθανότητα, για μια σειρά από λόγους, νέων κλυδωνισμών ήταν σημαντικά αυξημένη.

Η «εξωστρέφεια» της ελληνικής οικονομίας και οι εξαγωγικοί πρωταθλητές της ναυτιλίας και του τουρισμού δεν είναι πανάκεια, όπως ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΣΕΒ δεν κουράζονται να επαναλαμβάνουν. Ηδη, ορισμένες αστικές εφημερίδες, ξεχνώντας ξαφνικά το αφήγημά τους για την ισχυρή, εύρωστη ανάπτυξη που έρχεται, κάνουν λόγο για «συστημικό κίνδυνο», αντίστοιχο με τη «Lehman Brothers», με τη χρεοκοπία της TC. Φυσικά, δεν αποσπόμαστε από μια υπαρκτή προπαγανδιστική χροιά αυτών των δημοσιευμάτων, που ενδέχεται να υπερβάλλουν για λόγους επικοινωνιακού χειρισμού της υπόθεσης αλλά και για μια προετοιμασία νέων θυσιών των εργαζομένων για να «αποσοβηθεί ο συστημικός κίνδυνος». Ωστόσο κανείς δεν μπορεί πια να κρύψει πως το μέλλον της καπιταλιστικής ανάπτυξης, που «ρέει μέλι και γάλα» και αρκεί να είσαι ικανός και άξιος για να φας και εσύ, είναι μια ακόμα μυθοπλασία.

Αποδεικνύεται δηλαδή πως το κυρίαρχο αφήγημα είναι, στον πυρήνα του, αποπροσανατολιστικό. Η καπιταλιστική ανάπτυξη που θα έρθει δεν μπορεί να μοιράσει νέο πλούτο στη μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία, όχι μόνο γιατί ο καπιταλισμός γενικά δεν μπορεί να το κάνει, αλλά γιατί η ίδια η έκταση του νέου πλούτου που θα δημιουργηθεί είναι σημαντικά μικρότερη απ’ τις μεγαλόστομες κυβερνητικές εξαγγελίες.

Η πιθανότητα ακόμα μεγαλύτερων επιπτώσεων στην εγχώρια οικονομία από μια σοβαρή καθυστέρηση, από μια κρίση της ευρωπαϊκής οικονομίας ή από όξυνση των γενικότερων αντιθέσεων στην περιοχή, που μπορεί ξαφνικά να καταστήσουν τη χώρα λιγότερο θελκτικό προορισμό για το τουριστικό κεφάλαιο, είναι ανοιχτή.

Καμιά αναμονή για το άθλιο μέλλον που μας επιφυλάσσουν

Αποδεικνύεται πως μέσα σ’ αυτόν το δρόμο ανάπτυξης η προοπτική για μια ελληνική οικονομία που θα αναπτύσσεται γρήγορα και θα λύσει τα προβλήματα των εργαζομένων είναι ένα παραμύθι για μικρά παιδιά. Η ίδια η ανάπτυξη θέλει φθηνή εργατική δύναμη, δεν συνάδει με καλοπληρωμένους μισθούς με ανάκτηση των απωλειών, με την κάλυψη των αναγκών. Πέραν όμως αυτού, η εξωστρεφής ελληνική οικονομία θα δεχθεί το επόμενο διάστημα νέες, περισσότερες πιέσεις. Πίσω απ’ τις εξαγγελίες για ένα λαμπερό μέλλον κρύβονται νέα μέτρα επίθεσης στο λαό, στο βωμό της ανάπτυξης και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων.

Η χρεοκοπία της TC είναι αποκαλυπτική. Αποδεικνύει πως η καπιταλιστική ανάπτυξη «τρώει τα παιδιά της» και, ως ένα βαθμό, «πυροβολάει και τα πόδια της». Υπεραιωνόβια μεγαθήρια αυτής της κλίμακας βρίσκονται να χρεοκοπούν, εργαζόμενοι βρίσκονται στο δρόμο και αλυσιδωτές αντιδράσεις απειλούν ολόκληρες περιοχές. Αιτία είναι η ίδια η συσσώρευση του κεφαλαίου που αδυνατώντας να επενδυθεί με ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους οξύνει τις αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς, οδηγεί σε χρεοκοπία και σε καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων. Ο καπιταλισμός τρώει την ίδια του τη σάρκα. Η καπιταλιστική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής είναι άδικη και ιστορικά παρωχημένη. Χρέος μας είναι να συνεχίσουμε άοκνα την πάλη για να την βάλουμε εκεί που ανήκει. Στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας.

 

Του Γρηγόρη Λιονή μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και επικεφαλής του Τμήματος Οικονομίας της
Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: