Άστεγοι στην πανδημία – Εξώσεις ακόμα και έγκυων γυναικών στην Καλιφόρνια παρά τις απαγορεύσεις

Τα κενά στην νομοθετική προστασία των ενοικιαστών απειλούν να αφήσουν χωρίς στέγη, ακόμα και εγκύους, καρκινοπαθείς, πολύτεκνους κι άλλες ευάλωτες ομάδες.

Οι οικονομικά ασθενέστεροι στις ΗΠΑ είναι πολλαπλά εκτεθειμένοι αυτή την περίοδο, τόσο στον κορονοϊό, όσο και στις οικονομικές του συνέπειες. Ιδιαίτερα μεγάλο είναι το πρόβλημα των ενοικιαστών, που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στην πληρωμή των ενοικίων, έχοντας χάσει τις δουλειές τους λόγω της πανδημίας. Θεωρητικά, σε πολλές περιοχές των ΗΠΑ ισχύουν αυτή την περίοδο προστατευτικά μέτρα ενάντια σε εξώσεις, στην πράξη όμως η πολυνομία και η άρνηση των τοπικών αρχών να επιβάλουν τη νέα νομοθεσία, οδηγούν ανθρώπους στο δρόμο ή τουλάχιστον σε τεράστια υπαρξιακό άγχος.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Καλιφόρνιας, όπου τα κενά στην νομοθετική προστασία των ενοικιαστών απειλούν να αφήσουν χωρίς στέγη, ακόμα και εγκύους, καρκινοπαθείς, πολύτεκνους κι άλλες ευάλωτες ομάδες.

“Θέλουμε να πληρώσουμε, αλλά δεν έχουμε τα χρήματα”, λέει η Βιρτζίνια Γκόμες, μια 51χρονη μητέρα έξι παιδιών από το Λος Άντζελες. Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού κάλεσε επανειλημμένα την αστυνομία να τη διώξει μαζί με τα παιδιά της λόγω καθυστέρησης στο ενοίκιο. “Είπα στους αστυνομικούς, εσείς φοράτε μάσκα και γάντια, άλλα θέλετε να μας πετάξετε στο δρόμο όταν ο ιός είναι εκεί έξω; Πώς να μείνουμε σπίτι όταν μας διώχνετε με τις κλωτσιές;” λέει η απελπισμένη γυναίκα, που πάσχει από ερυθρηματώδη λύκο, ένα αυτοάνοσο νόσο που την καθιστά ευάλωτη στον κορονοϊό. Η οικογένειά της μένει τα τελευταία χρόνια μόνιμα σε μοτέλ της περιοχής, απολαμβάνοντας τα ίδια νομικά δικαιώματα με εκείνα των κανονικών ενοικιαστών.Αφότου ο πατέρας της οικογένειας απολύθηκε από το εστιατόριο που δούλευε λόγω κορονοϊού, η οικογένεια δεν μπορεί να πληρώσει για το δωμάτιό της. Οι ιδιοκτήτες του μοτέλ, όταν εκείνη τους ζήτησε διακανονισμό αποπληρωμής, κάλεσαν την αστυνομία, που της ζήτησε να φύγει. Η ίδια, μιλώντας τηλεφωνικά με τη Μόνικα Αρελάνο, δικηγόρο από ομάδα νομικής βοήθειας του Λος Άντζελες, ενημερώθηκε για τα δικαιώματά της τα οποία και παρουσίασε στους αστυνομικούς. Εκείνοι έφυγαν, αλλά το μοτέλ συνέχισε να καλεί ξανά και ξανά την αστυνομία, αναγκάζοντας την Γκόμες να εξηγεί διαρκώς τα δικαιώματά της. Η οικογένεια έδωσε τα τελευταία 370 δολάρια που έλαβε για το δωμάτιο, μένοντας χωρίς χρήματα για άλλες βασικές ανάγκες. Από την πλευρά του, το ξενοδοχείο υποστηρίζει πως μετά την πρώτη επίσκεψη των αστυνομικών ήρθε σε συνεννόηση με την οικογένεια για την αποπληρωμή των οφειλών.

Θεωρητικά μετά το ξέσπασμα της πανδημίας επιβλήθηκε τον περασμένο μήνα μια απαγόρευση εξώσεων για δύο μήνες σε όσους αδυνατούν να πληρώσουν ενοίκιο λόγω κορονοϊού, η οποία προβλέπει ωστόσο ότι το ποσό θα πρέπει να αποπληρωθεί στο ακέραιο αργότερα. Ορισμένες πόλεις, όπως το Όουκλαντ και το Λος Άντζελες, έχουν υιοθετήσει πιο εκτεταμένες πολιτικές προστασίας. Αυτό δεν εμποδίζει πολλούς ιδιοκτήτες να συνεχίζουν να απειλούν τους ενοικιαστές, απαιτώντας τα χρήματά τους εδώ και τώρα. Κάποιοι από τους ιδιοκτήτες έχουν κινήσει τις διαδικασίες της έξωσης, παρότι αυτή την περίοδο δεν εκδικάζονται τέτοιες υποθέσεις στα δικαστήρια. Ακόμα περισσότεροι είναι εκείνοι που προβαίνουν σε λεκτικές απειλές και παραπληροφόρηση των ενοικιαστών για να τους εκβιάσουν να πληρώσουν το ενοίκιο.

“Δεν έχω επιλογές. Πρέπει να μείνω εδώ. Πρέπει να παλέψω, αλλιώς θα είμαι άστεγη και έγκυες. Ήδη φοβάμαι ότι αυτό το άγχος θα με κάνει να χάσω το μωρό μου”, λέει η 29χρονη Κρίσταλ ΜακΜόρις. Η γυναίκα εργαζόταν 6 χρόνια στη μεσιτική εταιρεία FPI management, στην οποία περιλαμβάνονταν το διαμέρισμά της. Μετά την κήρυξη της πανδημίας το Μάρτιο, η γυναίκα απολύθηκε με προθεσμία 30 ημερών να εγκαταλείψει το διαμέρισμα. Όταν εκείνη ζήτησε να μείνει στο σπίτι μέχρι το πέρας της πανδημίας, λέγοντας πως είναι έγκυος, έλαβε την απάντηση πως “δεν έχει δικαιώματα” κι ότι θα μπορούσαν να τη διώξουν σε τρεις μέρες, αντί για μετά τις 17 Απρίλη. Ο δικηγόρος της ΜακΜόρις ενημερώθηκε από την εταιρεία πως αν δεν έχει φύγει μετά από αυτή την ημερομηνία, θα ξεκινήσουν να νομικές ενέργειες εναντίον της γυναίκας, η οποία πλέον βρίσκεται αντιμέτωπη με χρέος 3030 δολαρίων το μήνα. Παρά το φόβο του κορονοϊού, η ΜακΜόρις προσπάθησε να βρει σπίτι, τίποτε όμως δεν είναι στοιχειωδώς αξιοπρεπές ή προσιτό. Η ίδια πια δεν έχει ούτε ασφάλιση αν αρρωστήσει, δηλώνοντας πως “Κάθε μέρα φοβάμαι.”

Υπάρχουν κι ενοικιαστές αποφασισμένοι να αντιταχθούν στις απειλές των ιδιοκτητών, μαθαίνοντας όσα μπορούν για τα δικαιώματά τους. Όπως η 28χρονη Μισέλ Τζόνσον, που βρίσκεται σε αναγκαστική άδεια από τη δουλειά της σε καφετέρια. Όταν ανακοίνωσε στο μάνατζερ της εταιρείας διαχείρισης του ακινήτου ότι δεν μπορεί να πληρώσει νοίκι, της ζητήθηκαν παρανόμως διάφορα έγγραφα σχετικά με την οικονομική της κατάσταση και να υπογράψει σχέδιο αποπληρωμής του χρέους της. Όταν εκείνη αρνήθηκε, βρήκε θυροκολλημένη απαίτηση έξωσης από το διαμέρισμά της σε 3 μέρες. “Δεν ήταν μόνο τακτική εκφοβισμού για μένα, αλλά και για να το δουν οι άλλοι ενοικιαστές. Δυστυχώς για σας, διαλέξατε το λάθος, ενημερωμένο, ενοικιαστή. Ξέρω πως αυτό είναι παράνομο”. Η Τζόνσον ως παιδί είχε ζήσει άστεγη, και προσέφυγε στις αρχές του Λος Άντζελες, διαμαρτυρόμενη ότι αυτές δεν κάνουν ό,τι πρέπει για να επιβάλουν τα μέτρα προστασίας των ενοικιαστών.

Η Ένωση Ενοικιαστών τους Λος Άντζελες ζητά από τον κόσμο να μην πληρώνει ενοίκιο και καλεί τους νομοθέτες να παγώσουν ενοίκια και δόσεις δανείων στη διάρκεια της πανδημίας.

Κάποιοι ωστόσο δεν αντέχουν τις πιέσεις και αφήνουν τα σπίτια τους εν μέσω κρίσης. Οι συγκάτοικοι Τζόναθαν Κάνιες και Ταμίαγια Μουρ από το Μπέκερσφιλντ, έχασαν τη δουλειά τους σε τοπικό ξενοδοχείο, λέγοντας στον ιδιοκτήτη πως δεν μπορούν να πληρώσουν το ενοίκιο. Εκείνος τους είπε πως θα χρωστάνε όλο το ποσό και πως θα έπρεπε να φύγουν αν δεν μπορούσαν να το διαθέσουν. Οι δυο τoυς υποχώρησαν, αφού δεν ξέρουν αν και πότε θα ξαναέχουν εισόδημα για να ξοφλήσουν τα χρωστούμενα. Ο Κάνιες γύρισε στον αδερφό του, ενώ η Μουρ κοιμάται σε στρώμα σε σπίτι φίλου της προσωρινά. Έχει κάνει αίτηση για δουλειά σε σούπερ μάρκετ, φοβάται ωστόσο να δουλέψει εκεί, επειδή έχει άσθμα και γνωρίζει ότι πολλοί εργαζόμενοι στον κλάδο έχουν χάσει τη ζωή τους: “Έχω ταραχθεί γιατί πάνω που έβαζα σε μια τάξη τη ζωή μου, τώρα τα πράγματα θα είναι δύσκολα για καιρό”.

Με πληροφορίες από: Guardian

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: