Ανρί Μπαρμπύς – Ένας αληθινός σύντροφος

Σαν σήμερα έφυγε από τη ζωή ο σπουδαίος Γάλλος συγγραφέας και αγωνιστής Ανρί Μπαρμπύς. Συνδέθηκε με την Ελλάδα, υπήρξε ένθερμος υποστηριχτής της Οχτωβριανής Επανάστασης, ταξίδεψε πολλές φορές στην ΕΣΣΔ κι έγραψε τη βιογραφία του Στάλιν.

«Αγαπούσε το παγκόσμιο προλεταριάτο, αγαπούσε τους ανθρώπους και για τη λευτεριά τους, για το ξεσκλάβωμά τους από την ατιμία του αστικού καθεστώτος πάλεψε όλη του τη ζωή. Όλη του τη ζωή την έδωκε ολόψυχα, πλέρια, ανεπιφύλαχτα στο επαναστατικό κίνημα. Τη ζωή του, το μυαλό του και την τέχνη του. Θυσίασε την υγειά του, θυσίασε και την τέχνη του. Ναι, την τέχνη του, αυτό δεν το καταλαβαίνουν όλοι, ίσως ούτε οι φίλοι του, πως για τον Μπαρμπύς, τον καλλιτέχνη, το λεπτό, για τον άνθρωπο που η τέχνη τού ήταν απαραίτητη σαν τον αγέρα που αναπνέει, είναι θυσία να μην προφταίνει να γράφει έργα τέχνης.

Γιατί πραγματικά τα τελευταία χρόνια ο Μπαρμπύς δεν είχε πια καιρό ν’ απασχοληθεί με την τέχνη του. Είχε καθήκοντα άλλα πιο επιταχτικά. Γι’ αυτό όμως κι όταν έγραφε ήταν αληθινός καλλιτέχνης. Ό,τι έγραφε ο Μπαρμπύς είναι πηγαίο, είναι αληθινό, είναι ωραίο, γιατί τον φλόγιζε το μεγάλο ιδανικό, γιατί τον γιόμιζε η αγάπη για τους αδικημένου και πονεμένους, γιατί ήταν επαναστάτης λογοτέχνης. Και κοντά σ’ αυτά – δεν μπορούσε νάναι αλλιώς – ο Μπαρμπύς ήταν ο πιο γλυκός άνθρωπος, ο πιο εγκάρδιος φίλος, ο αληθινός σύντροφος.»

(Από τη νεκρολογία του περιοδικού Νέοι Πρωτοπόροι – πηγή: ΑΣΚΙ)

Σαν σήμερα, στις 30 του Αυγούστου 1935, έφυγε από τη ζωή ο σπουδαίος Γάλλος συγγραφέας και αγωνιστής Ανρί Μπαρμπύς (Henri Barbusse), που διέθεσε τη ζωή του για τον απελευθερωτικό αγώνα των εργαζομένων της Γαλλίας κι όλου του κόσμου. Υπήρξε ένθερμος υποστηριχτής της Οχτωβριανής Επανάστασης και του Κόκκινου Στρατού, ταξίδεψε πολλές φορές στην ΕΣΣΔ κι έγραψε τη βιογραφία του Στάλιν, που ήταν το τελευταίο του βιβλίο και κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά που έφυγε από τη ζωή.

Ο Ανρί Μπαρμπύς γεννήθηκε στις 17 του Μάη 1873 στο Ανιέρ, κοντά στο Παρίσι, Σπούδασε φιλολογία και φιλοσοφία. Αποφοίτησε το 1889 και άρχισε να δημοσιογραφεί. Το 1895 κυκλοφόρησε το πρώτο του έργο, μια συλλογή διηγημάτων. Το 1903 δημοσίευσε το μυθιστόρημά του «Οι ικέται», ενώ μεγάλη επιτυχία σημείωσε το μυθιστόρημά του «Η κόλαση», που μεταφράστηκε και στην ελληνική γλώσσα το 1923.

Όταν ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος ο Ανρί Μπαρμπύς επιστρατεύτηκε, πολέμησε γενναία και τραυματίστηκε πολλές φορές. Μέσα στη φρίκη του πολέμου, μέσα στο αδικοχυμένο αίμα και την αφάνταστη καταστροφή,  ο Ανρύ Μπαρμπύς εμπνεύστηκε, το περίφημο αντιπολεμικό μυθιστόρημά του, τη «Φωτιά». Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 1916 και πήρε το βραβείο  της Ακαδημίας Γκονκούρ.

Η έκδοση του βιβλίου έπεσε σαν βόμβα στη Γαλλία. Όμως ο Μπαρμπύς και μετά τη σύναψη της ειρήνης αφοσιώθηκε στον αντιπολεμικό αγώνα. Ίδρυσε την Διεθνή Ένωση Παλαιών Αγωνιστών και την ονομαστή γαλλική ομοσπονδία παλαιών πολεμιστών Α.Ρ.Α.Κ.

Εχθρός του πολέμου, ο διεθνιστής Μπαρμπύς, ακολούθησε τον πραγματικό δρόμο, προσχώρησε στο στρατόπεδο του κομμουνισμού και διετέλεσε χρόνια φιλολογικός διευθυντής και κριτικός της Ουμανιτέ, κεντρικού οργάνου του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος.

Τα βιβλία που εξέδωσε στο μεταξύ είναι: «Μερικές γωνιές της καρδιάς», «Λόγοι πολεμιστού», «Φως στην άβυσσο», «Με το μαχαίρι στα δόντια» (μεταφράστηκε στα ελληνικά το 1931), «Τα δεσμά», «Δύναμη», «Ιησούς», «Οι Ιούδες του Ιησού» κλπ.

Μα ο Μπαρμπύς δεν αγωνίστηκε μόνο με την πένα του. Ολόκληρη η ζωή του τη διέθεσε για τον απελευθερωτικό αγώνα των εργαζομένων της Γαλλίας κι όλου του κόσμου. Υπερασπιστής σε δίκες καταδιωκόμενων από τη διεθνή αντίδραση, στάθηκε πάντα στο πλευρό των θυμάτων της λευκής τρομοκρατίας σ’ όλον τον κόσμο και στα Βαλκάνια ιδιαίτερα.

Για τη λευκή τρομοκρατία στα Βαλκάνια έκανε επιτόπια έρευνα και έγραψε το περίφημο έργο του «Οι δήμιοι στα Βαλκάνια», που αποτελεί ένα αλύπητο ξεσκέπασμα των εγκλημάτων και ένα δημόσιο στιγματισμό των δολοφόνων στη Βουλγαρία, Ρουμανία, Γιουγκοσλαβία κλπ.

Εκείνο όμως που αποτελεί το κορύφωμα της δράσης του είναι η οργάνωση δυο παγκόσμιων συνεδρίων κατά του φασισμού και του πολέμου, του Συνεδρίου του Άμστερνταμ και του Συνεδρίου του Πλεγέλ. Στη δικιά του πρωτοβουλία, κατά κύριο λόγο, οφείλεται και η οργάνωση του τελευταίου παγκόσμιου Συνέδριου των Συγγραφέων όπου συγκεντρώθηκαν τα καλύτερα πνεύματα της ανθρωπότητας για να συγκροτήσουν το Ενιαίο Μέτωπο της προοδευμένης διανόησης κατά της αντίδρασης, του φασισμού και του πολέμου.

Και τώρα, που ένας καινούργιος πόλεμος απειλεί την εργαζόμενη ανθρωπότητα, φεύγει απ’ ανάμεσά μας ο άνθρωπος που η φωνή του συγκινούσε εκατομμύρια σ’ όλες τις γωνιές της γης.

Μα να πέθανε ο Μπαρμπύς, ωστόσο μένει το έργο του, μένει το παράδειγμά του, φωτεινό σύμβολο για όλους εκείνους που δεν θέλουνε τον πόλεμο και το φασισμό, που αγωνίζονται για την ειρήνη και τη λευτεριά. (Τα βιογραφικά στοιχεία από σημείωμα του Δ. Λιασκόβα, στον Ριζοσπάστη της 31 του Αυγούστου 1935, την επόμενη μέρα του θανάτου του Ανρί Μπαρμπύς).

Ο Ανρί Μπαρμπύς πέθανε σε νοσοκομείο της Μόσχας, και τάφηκε στο νεκροταφείο Περ Λασέζ του Παρισιού.

Ο τάφος του Ανρί Μπαρμπύς στο νεκροταφείο Περ Λασέζ του Παρισιού.

Η Λιλίκα Νάκου γράφει για τον Ανρί Μπαρμπύς
(Στο περιοδικό Νέοι Πρωτοπόροι – πηγή: ΑΣΚΙ)

(…) Άνθρωποι σαν κι αυτόν είναι όχι μόνο σπάνιοι ως διανοούμενοι, ως τεχνίτες του λόγου, αλλά και στην καλοσύνη. Φαίνεται απίστευτο πώς μια τέτοια καρδιά γενναία μπορεί να σταματήσει ποτέ, να πάλει, να χαθεί…

Θυμάμαι σαν τον πρωτογνώρισα στο Παρίσι. Ήταν πολύ ψηλός με καμπουριασμένους τους ώμους, με τα μάτια γκρίζα γιομάτα καλοσύνη. Βλέπω τη σιλουέτα του μπροστά στην πόρτα του μικρού σπιτιού του, έξω από το Παρίσι, όπου κατέφευγε συχνά να ξεκουραστεί. Ήταν μια περίοδος δυστυχισμένη της ζωής μου. Ο κόσμος είχε ξαφνικά στερέψει για μένα.

Όταν τον είδα η καρδιά μου χτύπησε δυνατά και στάθηκα δειλιασμένη μπροστά του. Σηκώθηκε τότε, και μ’ έσφιξε, σαν παιδί του, κοντά. Μου κρατούσε τα χέρια. «Δεν πρέπει να είσαι δυστυχισμένη, δεν πρέπει… Θα καθίσεις κοντά μου… Θα μείνεις κοντά μου, όσο μένω εγώ εδώ…» μου είπε. Και από τότε άλλαξε ο κόσμος, από τότε πήρε άλλη έγνοια με το παράδειγμά του. Αχ! Ναι, πλούταινε γύρω του ο Μπαρμπύς, ό,τι κι αν κοίταγε, με τη μεγάλη θερμή του καρδιά… Άπλωνε το χέρι, βοηθούσε τους νέους που θέλαν κάτι να κάνουν. Ήταν ο μεγάλος προστάτης τους.

Κανένας άλλος ξένος συγγραφέας δεν αγάπησε έτσι την ελληνική νεολαία όπως ο Ανρί Μπαρμπύς. Κανένας άλλος δεν έσκυψε με τέτοιο ενδιαφέρον και στοργή στη νέα μας λογοτεχνία. Κανένας δε θα μας υποστηρίζει πια όσο αυτός. Χάσαμε το μεγάλο μας φίλο. Αλίμονο! Δε θ’ ακούσω ποτέ πια  τη φωνή του, να μου λέει, όπως την τελευταία φορά που τον είδα: «Να πείτε κάτω στους νέους πατριώτες σας πως είμαι πολύ ευχαριστημένος μαζί τους… Να τους πείτε ακόμα πόσο κοντά τους είμαι στον αγώνα που κάνουν, με τη σκέψη με και με την καρδιά μου…». Αυτά μου είπε. Κι εγώ τον ρωτούσα πότε θαρθεί στην Ελλάδα. Σκόπευε το φθινόπωρο. «Τώρα έχω δουλειά, πολλή δουλειά» μου είπε… Κι πότε δε δούλευε ο Μπαρμπύς, ήταν ακούραστος, όταν πρόκειτο να εξυπηρετήσει την ιδέα για την οποία πάλευε. Κανένας λογοτέχνης δε θυσίασε, δεν αφοσιώθηκε έτσι, για ό,τι πίστευε, όπως ο Μπαρμπύς. Ούτε την κλονισμένη υγεία του, ούτε τη ζωή του λογάριαζε. Έτρεχε παντού, σε όλα τα μέρη του κόσμου και μιλούσε στα πλήθη, στους νέους. Ύστερα ξεθεωμένος έπεφτε για μέρες στο κρεβάτι. «Μην φοβάστε για μένα… Εγώ θα πεθάνω μονάχα σαν τελειώσω τη δουλειά μου…» έλεγε.

Και δε θα ξεχάσω ποτέ τη χαρούμενη έκφρασή του, τώρα στις 14 του Ιουλίου, στο Παρίσι, όταν στην πλατεία της Βαστίλης είδε μπροστά του να περνούν τα ατέλειωτα στελέχη της νεολαίας του Ενωμένου Μετώπου, έλαμπε το πρόσωπό του από μια εσωτερική λάμψη. Το βράδυ εκείνο μας είπε: «Νομίζω τώρα, πως μπορώ να πεθάνω ευχαριστημένος…» και στήλωσε ύστερα τα μάτια του, αμίλητος στο απέναντι παράθυρο και κοίταζε την καλοκαιριάτικη νύχτα… Σφίχτηκε ολονών η καρδιά. Φαινόταν τόσο καταβεβλημένος τον τελευταίο καιρό. Κουράστηκε στο Συνέδριο των Συγγραφέων που μόνο η παρουσία του ενεψύχωσε όλους… Κουράστηκε ολημερίς ορθός μέσα στον ήλιο και τη ζέστη του Ιουλίου. Αλλά ο ίδιος ποτέ δεν το καταλάβαινε. Ποτέ δε θέλησε να προσέξει τον εαυτό του…

Τώρα μας άφησε ορφανούς εμάς όλους τους φίλους του και όσους τον αγαπούν. Μας άφησε ορφανούς την ώρα που είχαμε την ανάγκη της καλοσύνης του και εδώ στην Ελλάδα… Μας άφησε τη θέση κενή και μας όλους απαρηγόρητους. Χάσαμε ένα Μεγάλο Φίλο με το θάνατο του Ανρί Μπαρμπύς. Και ο Κόσμος όλος χάνει μια γενναία καρδιά.»

 

Δείτε ακόμα:

Ανρί Μπαρμπύς-Από υποστηρικτής του γαλλικού εθνικισμού στρατευμένος κομμουνιστής λογοτέχνης

Το αντιμιλιταριστικό «ημερολόγιο» του Ανρί Μπαρμπίς

Το διήγημα της Πέμπτης: «Οι ξένοι» του Ανρί Μπαρμπύς

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: