Ετών 18

Την άλλη μέρα το πρωί
έψαχνα μάταια να τους βρω.
Έχει νυχτώσει δε μπορώ να κοιμηθώ
σύντροφε έχω ανάγκη να στο πω
και ήταν μόνο
ετών 18.

Ποίημα της Ευγενίας Μαρκαντωνάτου

Κρύο πολύ, 30 Ιανουαρίου.
Με κόπο ανεβαίνω στη Σταδίου.
Σε μια γωνιά ένα κουφάρι τυλιγμένο,
σε μια κούτα κι ένα πάπλωμα,
βογγούσε πληγωμένο.

Ξάφνου ένας μπάτσος πλησιάζει
τονέ κλωτσά και τον χλευάζει
του λέει με μίσος
”Σήκω ρε”

Με κόπο έσερνε τα βήματά του
πονούσε ήταν χαμένη η ματιά του.
Πλησίασα,
με κοίταξε και έφυγε
έφτασε στις σκάλες του μετρό
πιο κάτω ένα κατάστημα κλειστό.

Στην πόρτα ένα αδέσποτο σκυλί
ήτανε γνώριμο το είχα δει
μπροστά σε μια πορεία.

Το χάιδεψε και κάθισε μαζί του
ήτανε σούρουπο και νύχτωνε.

Πιο κάτω στην πλατεία
ένα μπουκάλι με νερό
και δυο τυρόπιτες
τους έδωσε μια φτωχή κυρία

Φάγανε, τυλίχτηκαν και οι δυο
μες στη σιωπή.

Την άλλη μέρα το πρωί
έψαχνα μάταια να τους βρω.

Στα αζήτητα τους πήγανε
μου είπε ένα πρεζόνι.

Έχει νυχτώσει δε μπορώ να κοιμηθώ
σύντροφε έχω ανάγκη να στο πω
και ήταν μόνο
ετών 18.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: