30 Αυγούστου 1974: Η δολοφονία του «επικίνδυνου ποιητή» Δώρου Λοΐζου (και 4 ποιήματά του)

Δολοφονήθηκε από τους φασίστες στις 30 του Αυγούστου 1974 στη Λευκωσία. Ήταν ένας «επικίνδυνος ποιητής» για όλους τους φορείς της αδικίας που έπρεπε, όπως έλεγαν προφητικά οι στίχοι του, «να πυροβοληθεί χωρίς προειδοποίηση».

30 Αυγούστου 1974: Η δολοφονία του «επικίνδυνου ποιητή» Δώρου Λοΐζου (και 4 ποιήματά του)

Ο Κύπριος ποιητής, καθηγητής και πολιτικός Δώρος Λοΐζου γεννήθηκε στις 23 του Φλεβάρη 1944 και δολοφονήθηκε από τους φασίστες στις 30 του Αυγούστου 1974 στη Λευκωσία.

Το 1956 φοιτά στο Παγκύπριο Γυμνάσιο. Το 1966-68 πηγαίνει στη Ρόδο, στη Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων από την οποία θα εκδιωχθεί εξαιτίας της αντιδικτατορικής του δράσης. Το 1969 φοιτά στο Ελληνικό Κολλέγιο της Βοστώνης. Το 1972 παίρνει το δίπλωμά του στην Ιστορία. Μετά την επιστροφή του στην Κύπρο το 1972, έπαιξε δραστήριο ρόλο στον πολιτικό αγώνα της πατρίδας του. Εντάσσεται στο Σοσιαλιστικό Κόμμα ΕΔΕΚ και αναλαμβάνει οργανωτικός γραμματέας της κεντρικής επιτροπής του κόμματος καθώς και γραμματέας της νεολαίας.

Το 1972-74 εργάζεται ως καθηγητής στην Αγγλική Σχολή στη Λευκωσία. Στις 30 του Αυγούστου, το πρωί, δολοφονείται από τους φασίστες στην πλατεία Ελευθερίου Βενιζέλου στη Λευκωσία.

Το πρωί της 30ής Αυγούστου 1974, ένοπλοι της ΕΟΚΑ Β’ γαζώνουν με σφαίρες το αυτοκίνητο του προέδρου του ΕΔΕΚ, Βάσου Λυσσαρίδη, το οποίο οδηγεί ο Δώρος Λοΐζου.

Το χρονικό της δολοφονίας περιγράφεται στην ιστοσελίδα του ΕΔΕΚ: «Το βράδυ της 29ης Αυγούστου 1974 ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ Βάσος Λυσσαρίδης, ο οποίος μετακινείτο για λόγους ασφαλείας από το ένα σπίτι στο άλλο, διανυκτέρευσε στο σπίτι του Οργανωτικού Γραμματέα της ΕΔΕΝ Δώρου Λοΐζου. Το πρωί της 30ης Αυγούστου 1974, στις 8:30, ο Δώρος Λοϊζου ανέλαβε να μεταφέρει τον Βάσο Λυσσαρίδη στο γραφείο του στην οδό Κων/νου Παλαιολόγου, στο κέντρο της Λευκωσίας.

30 Αυγούστου 1974: Η δολοφονία του «επικίνδυνου ποιητή» Δώρου Λοΐζου (και 4 ποιήματά του)

Καθώς το αυτοκίνητο με οδηγό τον Δώρο, συνοδηγό τη σύζυγό του Βαρβάρα και στο πίσω κάθισμα τον Βάσο Λυσσαρίδη, περνούσε από τη γέφυρα της οδού Κάννιγκος (σήμερα οδός Δώρου Λοΐζου), δέχτηκε τα πυρά τριών οπλοφόρων που διέφυγαν με δύο αυτοκίνητα. Τα πυρά των αυτομάτων δεν βρήκαν τον κύριο τους στόχο, που ήταν ο Βάσος Λυσσαρίδη, αλλά τραυμάτισαν θανάσιμα τον Δώρο Λοΐζου. Ο Οργανωτικός Γραμματέας της ΕΔΕΝ δέχθηκε μεγάλο αριθμό σφαιρών στο κεφάλι και πέθανε ακαριαία. Από το καταιγισμό ριπών, τρεις περαστικοί τραυματίστηκαν και ο ένας από αυτούς, ο Χρυσήλιος Μαυρομάτης, υπέκυψε αργότερα στα τραύματα του. Ο Βάσος Λυσσαρίδης τραυματίστηκε από τα σπασμένα γυαλιά του αυτοκινήτου και είχε αιμορραγία ενώ η Βαρβάρα Λοΐζου έπαθε νευρικό κλονισμό.

(…) Την επόμενη μέρα έγινε η κηδεία του Δώρου Λοΐζου και, όπως γράφει ο Τύπος της εποχής, κατά τη μεταφορά του νεκρού σώματος του Δώρου από το σπίτι του στο ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, όπου θα γινόταν η νεκρώσιμη ακολουθία, «στα πεζοδρόμια πλήθη κόσμου χαιρετούσαν το μεγάλο νεκρό».

(…) Ο Δώρος Λοΐζου ήταν ένας οραματιστής ιδεολόγος που δεν αρκείτο όμως στις θεωρίες αλλά μετουσίωνε σε πράξη τους οραματισμούς του. Ήταν ένας ανήσυχος νέος, ένας εραστής της ελληνικής γλώσσας και της ελληνικής ιστορίας, ένας συνειδητός σοσιαλιστής. Πάνω απ’ όλα ήταν ένας ολοκληρωμένος ποιητής. Ένας «επικίνδυνος ποιητής» για όλα τα κατεστημένα, για όλους τους φορείς της αδικίας που έπρεπε, όπως έλεγαν προφητικά οι στίχοι του, «να πυροβοληθεί χωρίς προειδοποίηση». Ήταν ένας μεγάλος ανθρωπιστής «που μοίρασε σαν ψωμί την καρδιά του και δεν του ‘μεινε κανένα ψίχουλο».Ήταν ένας στρατευμένος της πολιτικής και της ποίησης που αν τον ρωτούσες «ποιοι τάχατες αλλάζουν τον κόσμο, οι ποιητές ή τα κόμματα» δεν ντρεπόταν να σου απαγγείλει δυο – τρεις στίχους».

Ο Μάριος Τόκας τραγουδά και μιλά για τον Δώρο Λοΐζου

Ο Μάριος Τόκας μιλά για το πόσο έχει επηρεάσει την ζωή του η ποίηση και η ζωή του Δώρου Λοΐζου. Μελοποίησε 5 τραγούδια τα οποία ακούστηκαν μόνο μία φορά κατά τα αποκαλυπτήρια της προτομής του Δώρου Λοΐζου στην πλατεία του ΟΧΙ, τον Αύγουστο του 1998, και ένα τραγούδι ξανακούστηκε στην εκδήλωση προς τιμή του Δώρου Λοΐζου που διοργάνωσε η Νεολαία ΕΔΕΚ Πάφου 23 Φεβρουαρίου 2011.

Τέσσερα ποιήματα του Δώρου Λοΐζου

Τα ποιήματα που παρουσιάζουμε δημοσιεύτηκαν (ανέκδοτα μέχρι τότε) το 1984 στην Πολιτιστική.

ΠΕΜΠΤΗ ΛΕΩΦΟΡΟΣ Ν.Υ.

Θεέ μου,
χειρονομούν και μιλούν,
με χίλιους δυο τρόπους
πασκίζουν για έκφραση
και τίποτε δεν καταφέρνουν,
γυροφέρνοντας στα ίδια και τα ίδια,
αναμασώντας την αχρηστία τους.
Κι όλα τούτα τα καμώματα,
τα τόσα σχήματα και χρώματα,
κανένα μα κανένα έχουν προορισμό.
Και καταλήγουν στη λεπτομέρεια
γεμίζοντας τις καρδιές τους
ρυτίδες, λίγδα, σκοτάδι: ο θάνατος.

Είναι παλιό το παραμύθι.
Κουράστηκα να το λέω:
… «τα πουλιά δεν θα σε σώσουν,
ούτε οι παρδαλοί σου φίλοι,
ούτε τα ταξίδια, ούτε τα όνειρα»…

Πάει πια
η ζωή σου κατάντησε
μια μεταχειρισμένη υπόθεση,
όπως οι χιλιοπατημένοι δρόμοι της Νέας Υόρκης.

ΠΑΓΙΔΕΥΤΗΚΑΜΕ

Παγιδευτήκαμε
μέσα στα μεγάλα τετράγωνα,
στις αναμφισβήτητες γεωμετρήσεις
της λογικής
και
πορευτήκαμε στα τυφλά
πιστοποιώντας, όσο μπορούσαμε,
με πιο έντονα χρώματα
την αχρηστία και την παρακμή μας.
Μια άσπρη πινελιά,
το μόνο ύφος του καιρού μας.

ΤΑ ΠΑΡΔΑΛΑ ΣΟΥ ΟΝΕΙΡΑ

Τα παρδαλά σου όνειρα
με το ύφος της ασυνέπειας
κι αυτό σου
το καρναβαλίστικο πρόσωπο
με τ’ άχαρα μάτια.

Μην τα πλασάρεις
σαν σύμβολα κάποιας φιλοσοφίας.

Η ευαισθησία κι η συνέπεια
δεν ανήκουν μόνο στους ποιητές.

Κι αν σε ρωτήξουν
καμιά φορά
ποιοι τάχατες
αλλάζουν τον κόσμο
οι ποιητές ή τα κόμματα,
μη ντραπείς
να τους απαγγείλει δυο – τρεις στίχους.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΕΣ

Πληγωμένοι κι άθλιοι
θλιβεροί απόηχοι μιας παρατονισμένης μελωδίας,
προσπαθούμε να μιμηθούμε άλλους καιρούς περασμένους
όπου ξεγελαστήκαμε λατρεύοντας είδωλα,
θεούς μίζερους, ιερείς εκφυλισμένους.

Πού ’ναι, αδελφέ μου, το αρχαίο σου κλέος;
Ρημαγμένε ανεμόμυλε της Μυκόνου, πού ’ναι η ξεγνοιασιά σου;
Αιγαίο, Αιγαίο, τούτος ο λαός ως πότε θα σε αγνοεί;
Δία, Δία, φτηνέ θεέ,
ο τόπος σου ρημάζεται και συ, κακό χρόνο μα ’χεις,
ερωτοτροπείς με τον Ερμή;

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: