Λουί Αραγκόν: Περί του ύφους

Το νόημα των λέξεων δεν είναι ένας απλός ορισμός λεξικού.

Το Περί του ύφους γράφτηκε μεταξύ 1926 – 1927, κυκλοφόρησε όμως το 1928 γιατί ο Αντρέ Ζιντ και ο Πωλ Βαλερύ, τον οποίο κριτικάρει έντονα το κείμενο, διαφωνούσαν με την έκδοσή του. Δεν είναι δυνατόν να το απομονώσουμε από την εξέλιξη της σκέψης και της γραφής του συγγραφέα.

 

Έτσι ο υπερρεαλισμός δεν αποτελεί καταφύγιο εναντίον του ύφους: Είναι πολύ εύκολο να πιστέψουμε ότι στον υπερρεαλισμό η μορφή και το περιεχόμενο είναι αδιάφορες. Ούτε το ένα, ούτε το άλλο, αγαπητέ μου. Η μορφή, μόλις το είπα. Για το περιεχόμενο, θα επανέλθω ύστερα. Να αγνοεί ο άνθρωπος που κρατάει τον κοντυλοφόρο αυτό που πρόκειται να γράψει, αυτό που γράφει, γι’ αυτό που τον ανακαλύπτει όταν το ξαναδιαβάζει, και αισθάνεται ξένος σ’ αυτό που πήρε από το χέρι του μία ζωή που δεν κατέχει το μυστικό της επειδή κατά συνέπειαν του φαίνεται ότι έγραψε ό,τιδήποτε, θα κάναμε μεγάλο λάθος να συμπεράνουμε ότι αυτό που διαμορφώθηκε εδώ είναι πράγματι ο,τιδήποτε. Όταν, παραδείγματος χάριν, συντάσσετε ένα γράμμα για να πείτε κάτι, τότε γράφετε ό,τιδήποτε. Είστε στο έλεος της δικής σας αυθαιρεσίας. Αλλά στον υπερρεαλισμό όλα είναι αυστηρότης. Αναπόδραστη αυστηρότης. Το νόημα διαμορφώνεται έξω από σας. Οι ομαδοποιημένες λέξεις καταλήγουν να σημαίνουν κάτι, ενώ στην άλλη περίπτωση ήθελαν πρωταρχικά να πουν αυτό που πολύ αποσπασματικά εξέφρασαν αργότερα.

Επίσης η γνωστή παρατήρηση σ’ αυτούς που δόθηκαν στον υπερρεαλισμό, ότι μια λέξη μπορεί εξίσου καλά να αντικατασταθεί από μιαν άλλη, κάτω από ορισμένες φυσικές συνθήκες ομολογίας, ότι συχνά το χέρι γράφει μια λέξη πολύ διαφορετική απ’ αυτήν που ο εκτελεστής του πειράματος ακούει τον εαυτό του να υπαγορεύει, ότι το νόημα της φράσεως έχει αναστατωθεί, αλλά χωρίς αυτό να ενοχλεί διόλου τον άνθρωπο που γράφει, έχουμε την τάση να παραδεχτούμε την απόλυτη αδιαφορία αυτής της αποκρυσταλλωμένης έννοιας, για την οποία δεν φέρουμε καμία ευθύνη. Χονδροειδής πλάνη.

Κατ’ αρχήν γιατί θα ξεγελιόταν το χέρι, και όχι το αυτί; Αλλά κυρίως αυτό το είδος εκτιμήσεως καταδεικνύει μία παράλογη και επιφανειακή αίσθηση της πραγματικότητας της γλώσσας. Το νόημα των λέξεων δεν είναι ένας απλός ορισμός λεξικού. Ξέρουμε, ή θα πρεπε να ξέρουμε, ότι κουβαλούν νόημα μέσα σε κάθε συλλαβή, μέσα σε κάθε γράμμα, και είναι εντελώς προφανές ότι αυτό το κομπολόι λέξεων που οδηγεί από τη λέξη που ακούσαμε στη λέξη που γράψαμε, είναι ένας ιδιαίτερος τρόπος σκέψεως, του οποίου η ανάλυση θα απέδιδε καρπούς. Το περιεχόμενο λοιπόν ενός υπερρεαλιστικού κειμένου ενδιαφέρει σε πολύ υψηλό βαθμό, αυτό είναι που του προσδίδει έναν πολύτιμο χαρακτήρα αποκαλύψεως. Εάν γράφετε, ακολουθώντας μία υπερρεαλιστική μέθοδο, θλιβερές βλακείες, είναι θλιβερές βλακείες. Χωρίς δικαιολογίες. Και ιδιαιτέρως αν ανήκετε σ’ αυτό το αξιοθρήνητο είδος ατόμων που αγνοούν την έννοια των λέξεων, είναι πιθανό η πρακτική του υπερρεαλισμού να φέρει σε φως μόνο αυτήν την βρωμερή άγνοια. Μην έρθετε να μας επιδείξετε αυτές τις διεστραμμένες αγρύπνιες σας. Δεν γνωρίζετε την έννοια των λέξεων. Στοιχηματίζω ότι αυτό που γράφετε είναι ανόητο.

 

Λουί Αραγκόν, Περί του ύφους, Στέφανος Ν. Κουμανούδης, εκδ. Ύψιλον, Αθήνα, 1985, σελ. 97-98.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: