Χωρίς τους κατοίκους τους δε θα υπήρχαν τα Αναφιώτικα

Πίσω από τη γραφικότητα της γειτονιάς υπάρχουν μια σειρά προβλήματα ενάντια στα οποία παλεύουν οι λίγες δεκάδες μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής, δίνοντας αγώνα ενάντια στην αλλοίωση της φυσιογνωμίας της γειτονιάς τους και στην υποβάθμισή της.

Τα Αναφιώτικα δίπλα στην Πλάκα είναι μια από τις πιο ιστορικές συνοικίες της Αθήνας και πόλος έλξης για ντόπιους και τουρίστες, μεταφέροντας τον επισκέπτη σε μια άλλη εποχή. Πιο συγκεκριμένα στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν Αναφιώτες τεχνίτες εγκαταστάθηκαν στην πρωτεύουσα του νεαρού ελληνικού κράτους για να εργαστούν στην ανοικοδόμησή της, μεταξύ άλλων και στο χτίσιμο των ανακτόρων του Όθωνα, τη σημερινή βουλή των Ελλήνων. Έτσι δημιουργήθηκε ένα μικρό κομμάτι Κυκλάδων στη σκιά του Ιερού Βράχου. Σήμερα έχει παραμείνει ένα μικρό τμήμα της αρχικής συνοικίας που βρίσκεται σε ένα απροσδιόριστο νομικό καθεστώς. Πίσω από τη γραφικότητα της γειτονιάς υπάρχουν μια σειρά προβλήματα ενάντια στα οποία παλεύουν οι λίγες δεκάδες μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής, δίνοντας αγώνα ενάντια στην αλλοίωση της φυσιογνωμίας της γειτονιάς τους και στην υποβάθμισή της.

Μιλήσαμε με την Αλεξάνδρα Κατσουράνη, από τους ιδρυτές της Επιτροπής Κατοίκων το 2018, που παρενέβησαν στο Υπουργείο πολιτισμού όταν εμφανίστηκε το πρώτο Air – bnb. Στο υπόμνημα οι κάτοικοι θύμιζαν ότι ήδη επί χούντας είχε ανοίξει η όρεξη διαφόρων επιχειρηματιών για δημιουργία “bungalows για τουρίστες” στα Αναφιώτικα, που είχε ανακοπεί και πάλι χάρη στις αντιδράσεις της γειτονιάς. Από πλευράς υπουργείου, το υπόμνημα παραπέμφθηκε στο Νομικό Συμβούλιο του υπουργείου πολιτισμού, απ’ όπου δεν έχει δοθεί ακόμα απάντηση.   Κάποια σπίτια δεν έχουν απαλλοτριωθεί κι έτσι μπορούσαν να γίνουν μεταβιβάσεις από τους ιδιώτες.

Παράλληλα, είναι σαφές ότι διάφορα συμφέροντα έχουν ενδιαφέρον για την ευρύτερη περιοχή, την οποία θεωρούν φιλέτο. Πρόσφατα κυκλοφόρησε για παράδειγμα βίντεο για το κοντινό στα Αναφιώτικα πάρκο Ραγκαβά, όπου φιγουράρουν μεταξύ άλλων ο δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Μπακογιάννης και η Μάγια Τσόκλη, δείχνοντας και μια “διακομματική” σύμπνοια στις αντιλήψεις περί “ανάπλασης”, σε μια περίοδο που το πράσινο πάει να περάσει από το δήμο σε ιδιώτες. Τίποτε δεν εγγυάται ότι εφόσον εκμεταλλευτούν το πάρκο ως ιδιωτικό, δε θα βάλουν κάποια μέρα και εισιτήριο για τους επισκέπτες.

Το βασικό λόγο ανησυχίας των κατοίκων για τις παραπάνω εξελίξεις συνοψίζει η Αλεξάνδρα Κατσουράνη ως εξής: “Εδώ και 200 χρόνια δεν άλλαξε η χρήση γης στα Αναφιώτικα, υπήρχε μακροχρόνια κατοίκηση ή μίσθωση, ποτέ βραχυχρόνια τουριστική εκμετάλλευση.” Προσθέτει ότι μετά το πρώτο airbnb, ακολούθησαν κι άλλες αγοραπωλησίες γειτονικών μη απαλλοτριωμένων σπιτιών από Γάλλους και Ιταλούς, με προφανή το μελλοντικό σκοπό τους. Η Α.Κ. εκφράζει φόβους ότι μεσοπρόθεσμα ή και νωρίτερα, θα εδραιωθεί το κλίμα ότι “γέμισαν airbnb τα Αναφιώτικα”, με στόχο να εμπεδωθεί στον κόσμο η ιδέα της μετατροπής της περιοχής σε τουριστικό “γκέτο”. Στόχος των κατοίκων είναι να διατηρηθεί ο χαρακτήρας της λαϊκής γειτονιάς με μακροχρόνια κατοίκηση ή μίσθωση.

Όπως σημειώνει η Αλεξάνδρα Κατσουράνη:

“Με τους κατοίκους είπαμε ότι πρέπει να κινηθούμε, να πιέζουμε κάθε υπηρεσία, για να μην υποβαθμιστεί ο οικισμός. Ό,τι περνάει από το χέρι μας, θα φροντίσουμε να το κάνουμε. Αλλά είναι υποχρέωση του κράτους να φροντίσει για τον οικισμό.”

Το γεγονός αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς από μερίδα του αστικού τύπου έχει επιχειρηθεί οι μόνιμοι κάτοικοι να παρουσιαστούν ως “θρασύτατοι καταπατητές”, να δημιουργηθεί κλίμα κοινωνικού αυτοματισμού με αντιπαράθεση παλιών και νέων ιδιοκτητών. Η πραγματικότητα είναι όμως ότι χωρίς τους παλιούς κατοίκους, που πήραν σπίτια – ερείπια και τα αναστήλωσαν με δικά τους έξοδα, (σε ένα διαρκές κυνήγι ποντικού και γάτας με το ΥΠΠΟ που δε χορηγεί άδεια ούτε για ένα καρφάκι), ο οικισμός στέκεται ακόμα όρθιος, γεγονός που εξάλλου γνωρίζουν πολύ καλά και στο ίδιο το υπουργείο.

Η σύγκριση είναι συντριπτική: Ακόμα και οι πιο δύσπιστοι μπορούν να διαπιστώσουν ιδίοις όμμασι τη διαφορά μεταξύ των κατοικημένων σπιτιών και των 4-5 κτιρίων που ανήκουν στην αρχαιολογία και είναι κουφάρια, γκρεμισμένα και με σωρούς σκουπιδιών στο εσωτερικό τους. Πολύ χαρακτηριστικό για τη σημασία της ύπαρξης των μόνιμων κατοίκων είναι το γεγονός πως στη διάρκεια της καραντίνας, όταν η κίνηση στον οικισμό που συνήθως κατακλύζεται από ξένους και Έλληνες επισκέπτες ήταν μηδενική, οι κάτοικοι μαζικά και συντονισμένα προχώρησαν σε εργασίες αποκατάστασης στα στενά σοκάκια, έσβησαν γκράφιτι, αναστήλωσαν μαντράκια, μπάλωσαν τρύπες στο έδαφος.

Εμφανής η διαφορά μεταξύ των κτιρίων που υφίστανται την κρατική εγκατάλειψη (μπροστά) και τα συντηρημένα από τους μόνιμους κατοίκους σπίτια (πίσω)

Στον αγώνα τους έχουν τη συμπαράσταση του δημοτικού συμβούλου Αθηνών με τη Λαϊκή Συσπείρωση, Νίκου Σοφιανού.

Όπως σημειώνει η Α.Κ.: «Όταν ήρθε ο Σοφιανός και είδε την κατάσταση, μας είπε: Θα σας “γκρινιάξω”. Εφόσον έχετε επιτροπή, κινήστε τη διαδικασία, και εγώ θα το τρέξω στο Δημοτικό Συμβούλιο. Έτσι κι έγινε, κάναμε ένα υπόμνημα, που το στείλαμε σε όλες τις Υπηρεσίες του Δήμου κι όλες τις παρατάξεις πλην της ΧΑ.»

Έγινε επίσης επερώτηση από το ΚΚΕ για το σύμπλεγμα στη Στράτωνος 15-25, που γειτνιάζει με τα Αναφιώτικα κι έχει μείνει όπως είναι από το ’97 που κηρύχθηκε παύση εργασιών, καθώς διαπιστώθηκαν φοβερές παρανομίες. Η ΛΑΣΥ βρήκε έγγραφο που πιστοποιεί πως το σύμπλεγμα αυτό δεν μπορεί να οικοδομηθεί γιατί είναι κοινόχρηστος χώρος, κατά συνέπεια επιτρέπονται μόνο παρεμβάσεις υγιεινής και καθαριότητας.

Το σύμπλεγμα της οδού Στράτωνος, πηγή κινδύνου που χάρη στους αγώνες των κατοίκων βρίσκεται σε διαδικασία καθαρισμού

Χάρη σε αυτές τις ενέργειες, αλλά και την επιμονή των κατοίκων, μετά από ένα αρχικό πινγκ – πονγκ ευθυνών, τελικά το σύμπλεγμα καθαρίστηκε σε πρώτη φάση για δυο μέρες από το Δήμο και στη συνέχεια ανέλαβε η Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου (ΕΤΑΔ), που συνεχίζει τον καθαρισμό του συμπλέγματος, με τους κατοίκους να ζητούν παραχώρησή του στο δήμο και μετατροπή σε χώρο πρασίνου.

Η γειτονιά αντιμετωπίζει κι άλλα προβλήματα, που επιτείνονται από τον τεράστιο συνωστισμό που επικρατεί ιδιαίτερα την τουριστική περίοδο, με κάποιους από τους επισκέπτες, συχνά υπό την επήρεια ουσιών ή αλκοόλ να πετάνε πέτρες και μπουκάλια στις αυλές ή να κάνουν παρκούρ σε στέγες και ταράτσες όλη μέρα και όλη νύχτα. Επιπλέον, η δαιδαλώδης διάταξη της γειτονιάς και οι επισκέπτες προσελκύουν πλήθος κλεφτών και διαρρηκτών, με τους κατοίκους όχι μόνο να γίνονται οι ίδιοι θύματα, αλλά και συχνά να περιθάλπουν περαστικούς από επιθέσεις. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η Αλεξάνδρα Κατσουράνη, όταν άρχισε ξανά να κυκλοφορεί κόσμος στα στενά, φέρνοντας πίσω και τις σπείρες που μυρίστηκαν “ψητό”. Σε υπόμνημα των κατοίκων, που επισήμαινε μεταξύ των άλλων και το πρόβλημα της εγκληματικότητας, η δημοτική αστυνομία απάντησε με SMS(!) ότι είναι αναρμόδια και θα παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΛΑΣ που έχει την ευθύνη για τον έλεγχο της εγκληματικότητας.  Πολύ μεγάλο είναι και το ζήτημα της καθαριότητας, καθώς ναι μεν οι κάτοικοι φροντίζουν καθημερινά το χώρο έξω από τα σπίτια τους και τη γειτονιά τους συνολικά, ωστόσο ο όγκος των επισκεπτών – πολλοί από τους οποίους έρχονται με σκύλους – καθώς και οι υποχρεώσεις των κατοίκων που πολλοί είναι εργαζόμενοι καθιστούν επιτακτικό να υπάρχει καθαρισμός από το δήμο τουλάχιστον δυο φορές την ημέρα.

Οι σχέσεις των κατοίκων με το κράτος είναι διαχρονικά τεταμένες. Επί χούντας έγιναν αναγκαστικές απαλλοτριώσεις για τη διάνοιξη του αρχαίου περιπάτου. Οι κάτοικοι έδωσαν αγώνες για να μην περάσουν οι μπουλντόζες, με αποκορύφωμα τη συγκέντρωση εκατοντάδων ατόμων το ’75. Τελικά γκρεμίστηκε η πάνω σειρά με τα σπίτια μες στο βράχο. Μέχρι σήμερα ο οικισμός,  βρίσκεται σε ασαφές νομικό καθεστώς. Αυτό που προτάσσουν οι κάτοικοι είναι η διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα του οικισμού. Όπως σημειώνει η Αλεξάνδρα Κατσουράνη: “Δε θέλουμε να γίνουμε ιδιοκτήτες. Δεν υπάρχει ιδιοτέλεια. Θέλουμε να παραμείνει δημόσια περιουσία, αλλά και να μείνει αναλλοίωτη η φυσιογνωμία του οικισμού”. Αυτό που προτείνουν είναι να παραχωρηθούν τα σπίτια στους υπάρχοντες κατοίκους, που τα συντήρησαν φτύνοντας αίμα κυριολεκτικά επί δεκαετίες, κι αυτά που είναι ρημαγμένα να αναστηλωθούν με κρατικά έξοδα και να παραχωρηθούν σε οικογένειες που έχουν κάνει ήδη αίτημα στο ΥΠΠΟ.

Οι κάτοικοι ενδιαφέρονται για τη συνέχεια του οικισμού και την αναζωογόνησή του με νέους κατοίκους: “Θέλουμε να έρθει περισσότερος και νεότερος κόσμος για να έχουμε τη συνέχεια του οικισμού. Έχουμε ένα μέλος 5 μηνών, το νεότερο Αναφιώτη. Λέμε να έρθουν στα άδεια σπίτια, το θέλουμε γιατί έχουμε συντηρήσει κι εμείς κάποια ετοιμόρροπα, που φαινόταν ότι έχουν ιδιαίτερη αρχιτεκτονική αξία, με τουαλέτες και κουζινάκια έξω από το σπίτι”, μας λέει. Όλα αυτά φυσικά σε στενή συνεργασία με το ΥΠ.ΠΟ, που θα επιβλέπει το τι γίνεται στον οικισμό και θα θέτει αυστηρές προϋποθέσεις στις εργασίες συντήρησης και αναστήλωσης.

Οι κάτοικοι καθαρίζουν συχνά μόνοι τους ακαλαίσθητα γκράφιτι που ξεφυτρώνουν καθημερινά στους τοίχους,

Οι κάτοικοι έχουν και συμμάχους από την επιστημονική κοινότητα, όπως η κοινωνιολόγος Ρωξάνη Καυταντζόγλου, που στο βιβλίο της στη “Στη σκιά του ιερού βράχου”, παρουσιάζει όλη την ιστορία των Αναφιώτικων από το 19ο αιώνα ως σήμερα. Το έργο της είναι καρπός διετούς κοινωνιολογικής μελέτης που έκανε η ίδια στα Αναφιώτικα στο πλαίσιο του Εθνικού Κέντρου Ερευνών, αναδεικνύοντας το γεγονός πως τα Αναφιώτικα δεν είναι το φολκλόρ κυκλαδίτικο σπιτάκι με τη μπουκαμβίλια, αλλά οι κάτοικοι που τους δίνουν ζωή. Και αυτό είναι που μας τονίζει συνεχώς και η Αλεξάνδρα, στον επίλογο της συζήτησής μας.

“Ο στόχος μας είναι να τον κρατήσουμε ως λαϊκή γειτονιά, με τους κατοίκους της, όχι μόνο τα ντουβάρια. Χωρίς τους κατοίκους, δε θα υπήρχαν τα Αναφιώτικα.”

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: