Μια ιστορία θα σας πω για το διήμερο της ΚΝΕ

Βετεράνοι και μη ανοίγουν το χρονοντούλαπο με τις αναμνήσεις από ηρωικές και μη στιγμές ιστορικών για εκείνους διημέρων.

Το διήμερο της ΚΝΕ ξεκινά σήμερα και διάφοροι βετεράνοι ή όχι και τόσο, ανασκαλεύουν τη μνήμη τους και ανασύρουν από την κρύπτη παλιές ενδιαφέρουσες ιστορίες για το διήμερο που τους σημάδεψε. (Ένα είναι το διήμερο):

Sniper

Νεστόριο 2009: Ήηηρωωωεεεςςςςς

 

Μισώ το κάμπινγκ. Αδυνατώ να κατανοήσω με ποιον τρόπο προσφέρει ηρεμία και χαλάρωση, όπως λένε κάποιοι. Ηρεμία και χαλάρωση είναι να φύγουν όλοι οι άλλοι από την πόλη, όχι εγώ. Ας μην παρασύρομαι όμως, γιατί δεν πήγαμε ακριβώς για κάμπινγκ στο Νεστόριο με την οργάνωση (μία είναι η οργάνωση) πριν μια δεκαετία. Φύγαμε από Θεσσαλονίκη Παρασκευή 10 Ιούλη, ακούγοντας αντάρτικα (κρατήστε το αυτό). Φτάσαμε και κατευθυνθήκαμε αμέσως στο σημείο που μας καβατζ… που ήταν καθορισμένο να στήσουμε τις σκηνές μας. Παιδιά, ήμασταν ΠΟΛΛΟΙ. Τόσοι πολλοί, που ειλικρινά δεν έχω μνήμη του να πηγαίνω τουαλέτα (και πάντα έχω τέτοιες μνήμες εγώ). Το μέρος υπέροχο και το ποτάμι κρύο όσο έπρεπε για να ευχαριστηθείς το μπάνιο (ξέχασα το μαγιό μου, αλλά ποτέ τους δεν μασήσανε οι κομμουνιστές).

Το πρόγραμμα είχε το πρώτο βράδυ, αν θυμάμαι καλά, ντοκιμαντέρ για το ΔΣΕ και γλέντι με το συγκρότημα της ΚΝΕ. Την επόμενη μέρα το πρόγραμμα ήταν πιο πλούσιο, καθώς είχε από το πρωί τουρνουά μπάσκετ, ενώ προς το βραδάκι μίλησε ο δήμαρχος του Νεστορίου, που ανάμεσα στα άλλα είπε ότι οι κνίτες είναι οι μοναδικοί που αφήνουν το μέρος ακόμα καθαρότερο απ’ ότι το παρέλαβαν. Στη συνέχεια είχε θεατρικό και αμέσως μετά Αγάθωνα, που μας έδωσε χαιρετίσματα από την κιτρινόμαυρη Θεσσαλονίκη και εγώ με έναν ακόμη αρειανό φίλο μου, πανηγυρίσαμε δεόντως.

Το πρόγραμμα είχε επίσης πολύ συχνά (οκ, ας μη κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, συνέχεια) αντάρτικα τραγούδια. Αντάρτικα το πρωί, αντάρτικα το μεσημέρι, αντάρτικα το απόγευμα, αντάρτικα το βράδυ, αντάρτικα με το φαί, αντάρτικα στην τουαλετα, στη σκηνή, το μπάνιο στο ποτάμι. Μία εξουθενωμένη και ερωτοχτυπημένη 18χρονη από την παρέα μου, η οποία ήρθε ξεκάθαρα για τον έρωτα στο διήμερο, είχε αρχίσει να τραγουδάει σαν υπνωτισμένη από ένα σημείο και μετά “ήηηηρωωωεεεεςςςςςςς……..”. Το Σάββατο το απόγευμα κάποιος σύντροφος τερμάτισε βίαια το σερί και έβαλε Kamelot. Η πρωτοβουλία του χαιρετίστηκε με θυελλώδικα χειροκροτήματα και ουρανομήκεις επευφημίες. Οι δύο νύχτες στο Νεστόριο είχαν μια υπέροχη ψύχρα και τη σιγαλιά της νύχτας διέκοπταν μόνο κάποια συνθήματα υπέρ της ΑΕΚ, συνοδευόμενα από ένα απαραίτητο “σκασμός!” μετά, μπορεί δικό μου. Μπορεί και όχι μόνο.

Κυριακή πρωί μας ξύπνησε η γλυκιά φωνούλα του Τάρεκ, που μας ενημέρωνε ότι ήρθε η ώρα να μαζέψουμε και να πάμε Λυκόραχη, για την κεντρική εκδήλωση με ομιλητή το Γόντικα. Περπατήσαμε στα ίδια μέρη με τους αντάρτες του ΔΣΕ, φτάσαμε στο μνημείο, είδαμε τα μέρη στα οποία πολέμησαν και ηττήθηκαν εξήντα (τότε) χρόνια πριν. Ο Γόντικας άνετα κόντραρε το Φιντέλ Κάστρο όσον αφορά τη διάρκεια της ομιλίας του. Ακούσαμε όμως κάθε λέξη. Και έχω την εντύπωση πως, ούτε ένας από μας δεν αναζήτησε λίγη σκιά για τον εαυτό του. Δεν ξέρω αν είμαστε φτιαγμένοι από την ίδια πάστα με τους πραγματικά ήρωες ιδεολογικούς μας προγόνους. Μπορεί να είμαστε εντελώς ανέτοιμοι να αντιμετωπίσουμε πραγματικό κίνδυνο με υπομονή και στοιχειώδη σκληραγωγία και αυταπάρνηση. Αυτό όμως ήταν ένα μικρό “κάτι”.

Ο γυρισμός ήταν απλά το απαραίτητο κομμάτι που έπρεπε να ανεχτούμε προκειμένου να βρεθούμε σπίτια μας. Μοιραστήκαμε στο τέρμα κάποια σάντουιτς και χυμούς που περίσσεψαν και χωριστήκαμε. Μισώ το κάμπινγκ. Με την ΚΝΕ όμως, ίσως και να ξαναπήγαινα.

Γιάννης Α-Γιάννης

Υπό κανονικές συνθήκες δε θα έβγαινα από το σπίτι μου για δυο διανυκτερεύσεις. Το διήμερο της ΚΝΕ όμως δεν υπήρξε ποτέ «κανονικές συνθήκες». Για να ταιριάζει βέβαια στις ιδιαιτερότητές μου, δεν μπορώ να σκεφτώ καλύτερο διήμερο από το… τετραήμερο της Θεσσαλονίκης του 2003, που γινόταν στο Σέιχ Σου, με αφορμή την Σύνοδο Κορυφής της ελληνικής προεδρίας της ΕΕ. Είχε εξόρμηση στον Μαρμαρά, σίγουρα την μεγαλύτερη πορεία που έχει πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο διημέρου, «όσμωση» με άλλες δυνάμεις που για εμάς τους μαθητές τότε ήταν κάτι καινούργιο, είχε μπάτσους, είχε τρέξιμο, είχε ξύλο. Τι άλλο να ζητήσεις από ένα διήμερο; Μαζί μας τόσο στο κάμπινγκ όσο και στην πορεία, είχαμε έναν μαθητή που είχε κάπως αποστασιοποιηθεί από την οργάνωση. Σε όλη την διάρκεια της πορείας, προσπάθησε -ανεπιτυχώς είναι η αλήθεια- να σπάσει τα νεύρα της καθοδήγησής του. «Θα πάω για κανένα σουβλάκι» επαναλάμβανε ο Γ.Κ. την ώρα που η ατμόσφαιρα είχε αρχίσει να μυρίζει «μπαρούτι». Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, η πορεία είχε σχεδόν χωριστεί στα δυο, με την μισή να περιφρουρεί την υπόλοιπη μισή, καθώς τα μπάχαλα που συνέβαιναν τριγύρω συνεχώς μας πλησίαζαν. Ο Γ. Κ. είχε πλέον «ζαρώσει» στην αλυσίδα του και μια συντρόφισσα δίπλα του, περίπου δυο σκάλες ψυχραιμότερη, του παρήγγελνε να της φέρει κι εκείνης ένα σουβλάκι γυρίζοντας για να πάρει σαν απάντηση το πιο «τι μαλάκας ήμουν» βλέμμα της ιστορίας.

Ελευθέριος Ριλοάδης

Αντικειμενικά το καλύτερο διήμερο όλων των εποχών και νομίζω κοινά αποδεκτό ήταν το 25ο στο Βίτσι. Αφενός γιατί δεν νοείται διήμερο χωρίς Βίτσι Γράμμο και μονοπάτια των μαχητών του ΔΣΕ, αφετέρου γιατί ήταν πολύ όμορφη η τοποθεσία και ξεκούραστη για τους επισκέπτες. Δεν κάηκαν, δεν τσουρουφλίστηκαν, αλλά δροσίστηκαν (και κάτι παραπάνω) μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού. Χαρακτηριστικό του υψομέτρου είναι η απότομη αλλαγή του καιρού. Κάποια στιγμή εκεί που ήταν όλα ήρεμα, άρχισε να φυσάει δυνατά, να βρέχει και να κατεβαίνει ομίχλη από το βουνό, οι σύντροφοι έντρομοι μέσα σε πανικό έτρεχαν προς διάφορες κατευθύνσεις. Χρειάστηκε η παρέμβαση από τα μεγάφωνα “δεν χρειάζεται πανικός σύντροφοι…” . Κάπου εκεί στα μέρη που έδιναν τις μάχες οι αντάρτες αντιμετωπίζοντας βροχή, όχι από νερό αλλά από βόμβες ναπάλμ, ήταν αυτονόητη η σκέψη πως είναι απόλυτα αναγκαίο να σκληραγωγηθούμε περισσότερο για να φέρουμε την λαϊκή εξουσία.

Η ομίχλη κατέβαινε ξαφνικά τόσο πυκνή από το βουνό, σαν ένα λεφούσι άνθρωποι… Κανένα άλλο εφέ με καπνό δε θα μπορούσε να πετύχει τέτοια ατμόσφαιρα. Και πολλά συγκροτήματα ένιωθαν να τους έρχεται η κάψα της σκηνής και από πίσω να κρυώνουν…
Mariori
Δύο στιγμές ξεχωρίζω, αμφότερες δύσκολες, γιατί αυτές τυπώνονται πιο έντονα. Νεστόριο 2006. Γίνεται ξενάγηση σε κάποια υψώματα, όπου είχαν γίνει σπουδαίες μάχες του ΔΣΕ. Ανεβαίνουμε με κάτι συντρόφους καμία διακοσαριά μέτρα και αρχίζει η γκρίνια από την κούραση. Οπότε περνάει από μπροστά μας ένας παππούς με μπαστούνι και πατερίτσες, αποφασισμένος να πάει ως το τέλος, ο,τι και να του έλεγαν, γιατί αυτός είχε πολεμήσει σε αυτά τα βουνά και τα ήξερε καλύτερα από όλους μας. Την επόμενη χρονιά, ήμασταν στην Ανάβυσσο, με προορισμό τη Μακρόνησο, αλλά η διαμονή στο χώρο της κατασκήνωσης ήταν σα να μας προπονούσε για εκεί. Ήρθαν πολύ παραπάνω σύντροφοι από το αναμενόμενο, που έδωσαν μια μάχη στον ήλιο με τη σκηνή τους, σιγοψηθηκαν και κάηκαν με κάθε πιθανό τρόπο. Α ΕΤΟ ηθικό ακμαίο. Ούτε σε ξερονήσια ούτε σε φυλακές… Ένα κομμάτι θάλασσας μπροστά στο χώρο άρχισε να αποκτά ένα απροσδιόριστο χρώμα καθώς γινόταν αυτοσχέδια τουαλέτα. Προπόνηση για όλα τα ενδεχόμενα, αυτό πρέπει να ήταν το αντίστοιχο της βούτας που διηγούνται στις ιστορίες τους οι παλιοί κρατούμενοι.
Σφυροδρέπανος
Το διήμερο της Θεσσαλονίκης δεν το έζησα πολύ καλά ως “γηπεδούχος”. Θυμάμαι κυρίως την εταιρία που μας κρέμασε, δεν έστειλε αρκετά πούλμαν και έτσι πολλοί δικοί μας δεν πήγαν ποτέ στη διαδήλωση στο Μαρμαρά. Μια ωραία ιστορία είναι αυτή από την αλυσίδα που έφτιαξαν οι σύντροφοι και το πασίγιο (διάδρομο) για να περάσουν οι αναρχικοί που είχαν βρει καταφύγιο στο κτίριο όπου ήταν τότε τα γραφεία της ΚΝΕ, για να μην τους πιάσουν οι μπάτσοι. Μεγάλη στιγμή φερ πλέι, αλλά κανείς τους προφανώς δεν την αναφέρει. Αλλά εκεί δεν ήμουν μπροστά. Οπότε αντικειμενικά πιο έντονα έζησα την εμπειρία στο Νεστόριο, δύο χρόνια αργότερα, με την καταιγίδα που ξέσπασε και διέλυσε τις σκηνές αρκετών συντρόφων. Οπότε ελήφθη η απόφαση να κατευθυνθούμε συντεταγμένα μες στη νύχτα στο γειτονικό χωριό, μερικές εκατοντάδες μέτρα παραδίπλα. Εμένα με έψαχναν αρκετή ώρα να μου το πουν, γιατί είχα αποκοιμηθεί μες στη σκηνή, που αποδείχτηκε στεγανή, με ένα γουόκμαν στα αυτιά -οπότε δεν πήρα χαμπάρι από το χαλασμό- δεν άκουγα τις φωνές και κανείς δε σκέφτηκε να ψάξει στο προφανές σημείο. Στο χωριό διανυκτερεύσαμε στο σχολείο της κοινότητας, σε όποια τάξη έβρισκε ο καθένας, με αυτοσχέδιους ομαδάρχες και συντροφικό πνεύμα, ενώ όσοι δε νύσταζαν έμεναν στο προαύλιο. Η διαδρομή προς τα εκεί μες στη νύχτα, χωρίς να ξέρουμε ακόμα πού πάμε και πόσο μακριά είναι, έγινε στο φαντασιακό μας ένας μικρός ορεινός ελιγμός Γράμμος-Βιτσι, στα χνάρια των μαχητών του ΔΣΕ. Μόνο που μέχρι να φτάσουμε εκεί, αρχίζουν οι πιο απαισιόδοξες σκέψεις από τους πιο καλομαθημένους. Και σκέφτεσαι πως οι πρώτες λιποταξίες στον εχθρό θα γίνουν επειδή ξεμείναμε από τσιγάρα και καφέ. Το πρωί, στο φως της μέρας, ο δρόμος της επιστροφής μας φάνηκε πολύ πιο σύντομος και λιγότερο ηρωικός. Δεν είχαμε τελικά ηρωισμό, ούτε λιποταξίες, αλλά μας έμεινε η εμπειρία και η γνώση πως πρέπει να σκληραγωγηθούμε πολύ περισσότερο για να ανέβουμε κάποτε στο βουνό.
Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: