Βόιτσεκ Γιαρουζέλσκι- Ένας στρατηγός χωρίς στρατηγική (για το σοσιαλισμό)

Ο στρατηγός Γιαρουζέλσκι και το μυστικό νήμα που συνδέει τον Ανδρέα Πανδρέου και το Γιάννη Καψή με τον Νίκο Κοτζιά και το Τζίμη Πανούση.

Με τα μεγάλα, συνήθως σκούρα γυαλιά του, την έντονη φαλάκρα και τη στρατιωτική του στολή, ο Βόιτσεκ Γιαρουζέλσκι, που έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα πριν τέσσερα χρόνια, έμοιαζε βγαλμένος από αντικομμουνιστική καρικατούρα γελοιογράφου. Το όνομά του συνδέθηκε κυρίως με την επιβολή του στρατιωτικού νόμου στην Πολωνία το 1981, οι περισσότεροι ξεχνούν όμως ότι σε τελική ανάλυση η στάση τους προς την αντεπαναστατική διαδικασία στη χώρα ήταν μάλλον εφεκτική, αν όχι διαλλακτική, ενώ μετά τις ανατροπές διακήρυξε την “αποτυχία” του κομμουνισμού, δηλώνοντας “σοσιαλδημοκράτης”. Κάτι που δεν εμπόδισε το λυσσώδες αντικομμουνιστικό πολιτικό κατεστημένο της καπιταλιστικής Πολωνίας να προσπαθεί με κάθε τρόπο να τον κάνει να πληρώσει δικαστικά τα υποτιθέμενα “εγκλήματά” του, ακόμα και τα τελευταία χρόνια της ζωής του που μπαινόβγαινε στα νοσοκομεία με την ευχή να μην ξαναβγεί, όπως τουλάχιστον διατεινόταν η σύζυγός του.

Κάποτε, όταν τον είχαν ρωτήσει γιατί φορά σκούρους φακούς ακόμα και σε ήπιο φωτισμό, ο ίδιος απάντησε: “Γιατί η ζωή μου ήταν γεμάτη τυφλώσεις”. Η απάντηση αυτή είχε και κυριολεκτικό περιεχόμενο, καθώς ως νεαρός είχε μαζί με τον πατέρα του μεταφερθεί στη Σιβηρία από τον Κόκκινο Στρατό το 1941, μετά την κατάληψη της Λιθουανικής πόλης στην οποία είχε καταφύγει η οικογένεια για να γλιτώσει από τη ναζιστική κατοχή της Πολωνίας. Εκεί εργάστηκε σε ορυχείο, δραστηριότητα που του άφησε μια μόνιμη βλάβη στα μάτια, ενώ ένα χρόνο αργότερα έχασε και τον πατέρα του από δυσεντερία.

Γεννήθηκε στο Κούροφ του Λούμπλιν στις 6 Ιούλη 1923 από οικογένεια της κατώτερης αριστοκρατίας και έλαβε αυστηρά καθολική σχολική εκπαίδευση. Το 1943 μπήκε στην Αντίσταση κατά των ναζί, πολεμώντας σε στρατιωτική μονάδα προσκείμενη στην ΕΣΣΔ, ενώ την περίοδο 1945-1947 συμμετείχε στην αντιμετώπιση των ένοπλων αντικομμουνιστικών ομάδων στην Πολωνία. Την ίδια χρονιά έγινε μέλος του Ενωμένου Εργατικού Κόμματος Πολωνίας, ενώ παράλληλα ανήλθε γρήγορα στην στρατιωτική ιεραρχία, χάρη και στη στήριξη του στρατάρχη του Κόκκινου Στρατού Ροκοσόφσκι, υπουργού Άμυνας. Το 1956, έγινε στα 33 του ο νεαρότερος Πολωνός στρατηγός και το 1968 υπουργός άμυνας, συμμετέχοντας στην αποστολή πολωνικών δυνάμεων για την επέμβαση στην Τσεχοσλοβακία, ενέργεια για την οποία απολογήθηκε αργότερα.

Ο Γιαρουζέλσκι πρώτος από αριστερά σε νεαρότερη ηλικία.

Το 1981, κι ενώ η-στηριγμένη στη CIA και τον πάπα πρωτίστως- συνδικαλιστική οργάνωση “Αλληλεγγύη” του Λεχ Βαλέσα εξαπλωνόταν στο εσωτερικό της χώρας, φέρνοντας πολύ κοντά το ενδεχόμενο της αντεπανάστασης, ο Γιαρουζέλσκι έγινε αρχικά πρωθυπουργός και μετέπειτα γραμματέας του ΕΕΠ. Στις 13 Δεκέμβρη έλαβε την απόφαση που θα σφράγιζε την υστεροφημία του, επιβάλλοντας το στρατιωτικό νόμο, ενόψει νέου γύρου κινητοποιήσεων που είχε εξαγγείλει η “Αλληλεγγύη” λίγες μέρες πριν. Αξίζει να σημειωθεί πάντως πως ο ίδιος νωρίτερα είχε έρθει σε επαφές με την ηγεσία της οργάνωσης, ενώ αργότερα παρουσίαζε την απόφασή του ως “πρόληψη” μιας σοβιετικής στρατιωτικής επέμβασης στα πρότυπα της Ουγγαρίας (1956) και της Τσεχοσλοβακίας (1968), ισχυριζόμενος μάλιστα ότι είχε λάβει την έγκριση του τότε αντιπροέδρου των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου στη λογική του “μικρότερου κακού”. Κανένα από τα σκέλη των ισχυρισμών αυτών δεν έχει αποδειχτεί ως σήμερα, ενώ ο ίδιος τότε ηγέτης της ΕΣΣΔ, Γιούρι Αντρόποφ είχε δηλώσει στις 10 Δεκέμβρη στο Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΣΕ ότι δεν υπήρχε πρόθεση αποστολής στρατευμάτων στην Πολωνία, ακόμα κι αν ήταν να πέσει στα χέρια της “Αλληλεγγύης”. Μην ξεχνάμε εξάλλου ότι ήταν η εποχή κατά την οποία ήδη η ΕΣΣΔ εμπλεκόταν στον αιματηρό και πολυδάπανο πόλεμο του Αφγανιστάν. Επί Γιέλτσιν εμφανίστηκαν στοιχεία που επιβεβαιώναν την απροθυμία των Σοβιετικών να επέμβουν στρατιωτικά, δεν έχει όμως αποσαφηνιστεί αν και ποια ακριβώς σχέδια είχαν για την αντιμετώπιση της πολωνικής κρίσης.

Χωρίς λοιπόν να έχει ξεκαθαρίσει ιστοριογραφικά το τοπίο για τις ακριβείς συνθήκες επιβολής του στρατιωτικού νόμου, το μόνο σίγουρο εκ του αποτελέσματος και του τρόπου εφαρμογής του είναι πως δε συνοδευόταν από κάποιο σχέδιο που θα έδινε ώθησε στη σοσιαλιστική προοπτική, τσακίζοντας ταυτόχρονα και τη ρίζα των αντεπαναστικών κινήσεων στη χώρα. Οι ηγέτες της “Αλληλεγγύης”, όπως και ο ίδιος ο Βαλέσα απεστάλησαν σε αγροτικού τύπου φυλακές στα πολωνοσοβιετικά σύνορα, κινώντας τα νήματα της παράνομης δράσης της οργάνωσης από εκεί, χωρίς τη δρακόντεια καταστολή που θα ανέμενε κανείς σε ένα στρατιωτικό καθεστώς, την ώρα που ο Βαλέσα συνέχισε να βρίσκεται σε επαφή με τον Ιωάννη Παύλο το Β’, βασικό πολιτικό και οικονομικό αιμοδότη της αντεπανάστασης, ενώ λίγα χρόνια μετά φάνηκε να έχει αποδεχτεί τα τετελεσμένα. Έτσι, το 1986 έδωσε αμνηστία στο Βαλέσα και τον κύκλο του, ενώ η Αλληλεγγύη επανιδρύθηκε ως νόμιμη κίνηση, συνεχίζοντας να σαμποτάρει, κυρίως μέσω απεργιών, την οικονομική ζωή της χώρας, με στόχο την κατάληψη της εξουσίας. Ο ίδιος ο Γιαρουζέλκσι όχι απλώς την αποδέχτηκε, αλλά σχεδόν την επιδίωξε, όπως παραδεχόταν ο ίδιος ο Βαλέσα: “Κανείς δεν τον ανάγκασε να έλθει σε συνεννόηση με την “Αλληλεγγύη”. Κι όμως το έκανε”. Μετά τις λεγόμενος συναντήσεις της “Στρογγυλής Τραπέζης” μεταξύ κυβέρνησης και “Αλληλεγγύης” την άνοιξη του 1989, ακολούθησαν οι πρώτες “ελεύθερες” εκλογές στην Πολωνία, όπου οι αντεπαναστάτες επικράτησαν θριαμβευτικά, ενώ λόγω των συμφωνιών του μαζί τους ο Γιαρουζέλσκι παρέμεινε ως το Δεκέμβρη του 1990 πρόεδρος της χώρας, παραδίδοντας μετέπειτα το αξίωμά του στο Λεχ Βαλέσα, και ζητώντας “συγγνώμη” από την κοινή γνώμη.

Ο Γιαρουζέλσκι είχε μια “ιδιαίτερη” σχέση με την Ελλάδα, κυρίως χάρη στη σχέση του με τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος ήταν ο μόνος ηγέτης της ΕΟΚ που δεν καταδίκασε την επιβολή στρατιωτικού νόμου στην Πολωνία, επιβάλλοντας μάλιστα και την καρατόμηση του τότε υφ. Εξωτερικών του Ασημάκη Φωτήλα εν πτήσει. Αργότερα γινόταν ο πρώτος πρωθυπουργός δυτικής χώρας που επισκεπτόταν το Γιαρουζέλσκι, που ανταπέδωσε την επίσκεψη, ενώ στην ελληνική έκδοση του βιβλίου του “Στο δρόμο της αλλαγής” (Ανδρέα ζεις) δεν ξεχνά να ευχαριστήσει την ελληνική κυβέρνηση για την “έντιμη” στάση της. Το βιβλίο από μόνο είναι χρήσιμο για να πάρει κανείς μια ιδέα του ιδεολογικού κλίματος της εποχής, με το Γιαρουζέλσκι να κλίνει την “αυτοδιαχείριση” σε όλες τις πτώσεις και το μεταφραστή να δίνει ρέστα, όπως με το κάτωθι αριστούργημα:

Απ’ όλα τα μέρη καταφθάνουν λόγια υποστήριξης. Βλέπω μήπως τη δυνατότητα πραγματοποίησης αυτών των καθηκόντων, της εκτέλεσης των αποφάσεων του συνεδρίου; Μάλιστα. Τη βλέπω. (Και παρακάτω:) Μπροστά στον τεράστιο χαβαλέ του πληθωρισμού και στην ερήμωση της αγοράς, πολλαπλασιάζονται πάλι οι απαιτήσεις, αιτήματα για αύξηση μισθών, κλπ. Δυστυχώς απ’ αυτή την άποψη οι εργασίες του ΙΧ Συνεδρίου συνοδεύονται από ένα άσχημο ακομπανιαμέντο.

Όσο να πεις, είναι δύσκολο το έργο μετάφρασης ενός -κατά την εισαγωγή του πονήματος- “από τους καλύτερους ομιλητές στην πολωνική ζωή της μεταπολεμικής περιόδου”, θεωρούμε όμως ότι εν προκειμένω ο αρμόδιος στάθηκε στο ύψος του. Σε παρόμοιο πασοκικό-τριτοδρομικό (sic) ύφος, το βιβλίο του Γιάννη Καψή “Κουβεντιάζοντας για την Πολωνία”, που συνομιλεί με ηγέτες (πλην των Γιαρουζέλσκι-Βαλέσα) αμφότερων των πλευρών για να καταλήξει στο συμπέρασμα πως τα πράγματα δεν ήταν και τόσο άσχημα στην Πολωνία. Γιατί κάθε εποχή έχει τον Καψή που της αξίζει.

Οι συνειρμοί με τα “πράσινα άλογα” της Αλλαγής είναι αναπόφευκτοι…

Από τη “δική μας” πλευρά, αδιαμφισβήτητα ξεχωρίζει η θρυλική (λέμε τώρα) μπροσούρα “Η Πολωνία κι εμείς”, το τότε μέλους της Κ.Ε του κόμματος (περασμένες μου οπορτούνες, του σοσιαλισμού χαλάσματα) Νίκου Κοτζιά, την οποία μαζί με άλλα κείμενα της περιόδου χαρακτήριζε “ανοησίες”, σε σχετική ερώτηση του Σπήγκελ, όταν είχε πρωτοβγει ο Σύριζα στην εξουσία. Το ποιος ήταν ο ανόητος στην περίπτωση Κοτζιά το έμαθε το λαϊκό κίνημα με το δύσκολο τρόπο, που λένε κι οι Αγγλοσάξωνες…Η υπόθεση της Πολωνίας έγινε επίσης αιτία ή αφορμή να αποχωρήσουν από το κόμμα ο Νίκος Μπίστης και ο Φώντας Λάδης, βαριές απώλειες για το χώρο της κωμωδίας και του πολιτισμού αντίστοιχα. Ο καραφλός στρατηγός άφησε το αποτύπωμά του και σε τραγούδι της εποχής, όταν ο Τζίμης Πανούσης, την περίοδο που εκτός από τον αιώνιο αντι-κκεδισμό του διέθετε και χιούμορ, μας πληροφορούσε για τα σεξουαλικά κατορθώματα του Πολωνού ηγέτη σε κεντρική πλατεία των Αθηνών:

Πάρε το πτυχίο σου κι ένα μηχανάκι
κι έλα ξημερώματα στο μοναστηράκι
Κάτσε ανακούρκουδα στο σταθμό του τρένου
ρίχνε ξύδι στις πληγές του κάθε σταυρωμένου

Έχει κολλήσει η επανάσταση βλεννόρροια
κουμουνιστές την έχουν κλείσει σε φυτώρια
και οι εκδότες καθορίζουνε τα όρια

Πάρε τη βασίλισσα σαν τρελός σε σκάκι
νύχτα με πανσέληνο στου Καραϊσκάκη
κι άμα δεις βρυκόλακες, κόκκινους φιλάθλους
ψήσ’ τους για να βάλουν σφυροδρέπανα στους τάφους

Ο Γιαρουζέλσκι κάνει πίπες στην Ομόνοια
κι εσύ χτυπιέσαι με κουμπιά και ηλεκτρόνια
μπροστά σε βίντεο κυκλώματα δαιμόνια

Δύσκολες Νύχτες

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: