Το «Σύμφωνο Σοφούλη – Σκλάβαινα»

Τα ίδια τα ιστορικά γεγονότα απέδειξαν ότι η επιδίωξη στήριξης ή συμμετοχής του ΚΚ σε κυβέρνηση στο πλαίσιο του καπιταλισμού, όπως αυτή ονομαστεί, «αντιφασιστική», «αντιιμπεριαλιστική» κ.τ.λ., δεν συμβάλλει στη ριζοσπαστικοποίηση των μαζών, αφοπλίζει το κίνημα, δεν «διευκολύνει» την πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας απ’ την εργατική τάξη.

Στις 19 Φλεβάρη 1936, ο Θεμιστοκλής Σοφούλης, αρχηγός του Κόμματος των Φιλελευθέρων, και ο Στέλιος Σκλάβαινας, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του «Παλλαϊκού Μετώπου» (σύμπραξη ΚΚΕ – Αγροτικού Κόμματος του Βογιατζή), υπέγραψαν συμφωνητικό, το οποίο στην Ιστορία έμεινε γνωστό ως «Σύμφωνο Σοφούλη – Σκλάβαινα».

Οι όροι του Συμφώνου

Το συμφωνητικό προέβλεπε ότι το «Παλλαϊκό Μέτωπο» θα ψηφίσει τους υποψήφιους των Φιλελευθέρων για το προεδρείο της Βουλής και θα δώσει ψήφο ανοχής στην κυβέρνηση που θα σχηματιζόταν με τη συμμετοχή των Φιλελευθέρων.

Απ’ την άλλη μεριά, οι Φιλελεύθεροι αναλάμβαναν την υποχρέωση εντός συγκεκριμένων προθεσμιών να υλοποιήσουν μια σειρά από μέτρα, ανάμεσά τους:

1.«Πλήρης αποκατάστασις και κατοχύρωσις των λαϊκών ελευθεριών» και συγκεκριμένα την κατάργηση του «Ιδιώνυμου», την παροχή γενικής αμνηστίας σε όλους τους πολιτικούς κατάδικους, καταπολέμηση των δικτατορικών – φασιστικών τάσεων και οργανώσεων κ.ά.
2.Καθιέρωση της απλής αναλογικής ως μόνιμου εκλογικού συστήματος.
3.Μείωση της τιμής του ψωμιού κατά 2 δρχ.
4.Κατάργηση της προσωποκράτησης για χρέη στο Δημόσιο και ετήσιο χρεοστάσιο για τους οφειλέτες του Δημοσίου για ποσό μέχρι 3.000 δρχ.
5.Πενταετές χρεοστάσιο άνευ όρων για τα χρέη των αγροτών σε ιδιώτες και τράπεζες.
6.Εφαρμογή των κοινωνικών ασφαλίσεων.1

Τα ταξικά εργατικά σωματεία διαλύουν τη φασιστική επίδειξη της 26ης Ιούνη 1933, στο Σταθμό Λαρίσης

Η στρατηγική του ΚΚΕ

Η παραπάνω πρωτοβουλία του ΚΚΕ αποτελούσε προσπάθεια να προωθηθεί η γενικότερη στρατηγική του. Το ΚΚΕ ήδη απ’ το 6ο Συνέδριό του έθεσε στόχο τη σύμπραξη όλων των αντιφασιστικών – δημοκρατικών δυνάμεων, η οποία θεωρούσε ότι μπορεί να φτάσει και έως τον σχηματισμό «λαϊκής δημοκρατικής κυβέρνησης, εφ’ όσον αυτό θάναι το συμφέρον του Λαού και του τόπου».2

Ο Νίκος Ζαχαριάδης, παρουσιάζοντας την Έκθεση Δράσης της ΚΕ του ΚΚΕ στο 6ο Συνέδριο, υποστήριξε ακόμα:

«Αν στο φασισμό αντιτάσσαμε αποκλειστικά και μόνο τη σοβιετική λύση, αυτό θα μας αποξένωνε απ’ τη μάζα, θα διασπούσε τον αντιφασιστικό αγώνα, θα βοηθούσε το φασισμό».3

Τα παραπάνω ήρθαν και ως επακόλουθο της γραμμής που είχε χαράξει το 7ο Συνέδριο της ΚΔ (1935), ενώ την ίδια περίοδο από το ΚΚΕ προβλήθηκε ως «υπόδειγμα» η συγκρότηση του «Λαϊκού Μετώπου» στη Γαλλία και την Ισπανία. Έγραψε χαρακτηριστικά ο «Ριζοσπάστης»:

«Η συνένωση των προσπαθειών όλων των δημοκρατικών αντιφασιστικών δυνάμεων του τόπου πρέπει να συνεχιστεί και να ολοκληρωθεί. (…) όλες οι προοδευτικές δυνάμεις του τόπου πρέπει και δω να κάνουν κάτι ανάλογο με το Λαϊκό Μέτωπο στη Γαλλία και την Ισπανία».4

Αφίσα του 7ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς (1935, Μόσχα, Ιούλης – Αύγουστος). Οι αποφάσεις του χάραξαν τη λαθεμένη γραμμή της δημιουργίας αντιφασιστικών αστικών κυβερνήσεων με συμμετοχή ή στήριξη των κομμουνιστών.

Με βάση λοιπόν τη γενική στρατηγική του, το ΚΚΕ προχώρησε στη σύναψη του «Συμφώνου Σοφούλη – Σκλάβαινα» για τους παρακάτω λόγους:

α. Επειδή εκτίμησε ότι στηρίζοντας έστω και προσωρινά το Κόμμα των Φιλελευθέρων δυνάμωνε το μέτωπο αντίστασης στο φασισμό. Συγκεκριμένα, ότι με αυτήν την πρωτοβουλία αποτρεπόταν ο κίνδυνος «να εγκαθιδρυθεί στρατιωτικοφασιστική δικτατορία».5

β. Επειδή εκτίμησε ότι η υλοποίηση του «Συμφώνου Σοφούλη – Σκλάβαινα», που περιλάμβανε μέτρα ανακούφισης της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, θα αναγνωριζόταν από το λαό ως συνεισφορά πρώτα απ’ όλα του ΚΚΕ, ότι χάρη σ’ αυτό ο λαός αποκόμισε μια σειρά από κέρδη.

γ. Οτι στην περίπτωση που το Κόμμα των Φιλελευθέρων έδειχνε ασυνέπεια, το ΚΚΕ θα κατόρθωνε να αποσπάσει απ’ την επιρροή των πρώτων τις λαϊκές μάζες που τους ακολουθούσαν. Αυτή η εξέλιξη θα ισχυροποιούσε ακόμα περισσότερο τη δύναμη επιβολής από τα «κάτω» της ενότητας όλων των αντιφασιστικών δυνάμεων, ώστε να γίνει δυνατή και η ενότητα από τα «πάνω».

Ωστόσο, τα γεγονότα εξελίχτηκαν τελείως διαφορετικά, παρά τις επιδιώξεις και τις προθέσεις του Κόμματος.

Για την καλύτερη κατανόηση όσων οδήγησαν στο «Σύμφωνο Σοφούλη – Σκλάβαινα» και όσων ακολούθησαν, χρειάζεται να γίνει αναφορά σε βασικά γεγονότα που προηγήθηκαν.

Οι εκλογές του 1936 και οι συζητήσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης

Στις 26 Γενάρη 1936 πραγματοποιήθηκαν βουλευτικές εκλογές, οι πρώτες μετά την επαναφορά του βασιλιά με το νόθο δημοψήφισμα της 3ης Νοέμβρη 1935.6

Οι εκλογές έγιναν με το σύστημα της απλής αναλογικής, καθώς επιδιώχθηκε να μην αποκλειστούν από τη νέα Βουλή μια σειρά κόμματα, σε συνθήκες που επιδιωκόταν ο σχηματισμός συμμαχικής κυβέρνησης ευρύτατου φάσματος και συναίνεσης των κατακερματισμένων αστικών πολιτικών δυνάμεων.7

Το ΚΚΕ συμμετείχε στις εκλογές με το συνασπισμό του «Παλλαϊκού Μετώπου» και εξέλεξε 15 βουλευτές, συγκεντρώνοντας το 5,77% των ψήφων. Οι «αντιβενιζελικοί» εξέλεξαν 143 βουλευτές, οι «βενιζελικοί» 142 και έναν βουλευτή έβγαλε το Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας.

Η Κοινοβουλευτική Ομάδα του «Παλλαϊκού Μετώπου». Β. Νεφελούδης, Δ. Γληνός, Μ. Μανωλέας, Στ. Σκλάβαινας, Μ. Σινάκος, Μ. Πορφυρογένης, Γ. Ιωαννίδης, Γ. Σιάντος, Μ. Τυρίμος, Β. Βερβέρης, Ανδ. Τζήμας, Δ. Μενύχτας, Κ. Θέος, Φ. Παπαδόπουλος, Μ. Παρτσαλίδης.

Το γεγονός ότι κανένα αστικό κόμμα δεν διέθετε αυτοδύναμη πλειοψηφία οδήγησε σε διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας.

Στις 13 Φλεβάρη και αφού είχαν προηγηθεί συναντήσεις του Γεωργίου Β’ με τους πολιτικούς αρχηγούς και άλλες διαβουλεύσεις, συγκλήθηκε το Συμβούλιο του Στέμματος, στο οποίο δεν κλήθηκε το ΚΚΕ, καθώς «λόγω της αντιθέσεώς του προς το υφιστάμενον κοινωνικόν καθεστώς δεν είνε δυνατόν να γίνει δεκτή η συνεργασία του εις την ρύθμισιν του πολιτικού ζητήματος».8 Εκεί, ο βασιλιάς ζήτησε τη συγκρότηση κυβέρνησης απ’ το Κοινοβούλιο το «ταχύτερον» και σημείωσε ότι δεν διέγνωσε προγραμματικές αντιθέσεις μεταξύ των αστικών κομμάτων, τέτοιες ώστε να καθίσταται ανέφικτη η συνεργασία τους.9

Ακολούθησαν συζητήσεις μεταξύ των Φιλελευθέρων και του Λαϊκού Κόμματος, δίχως αποτέλεσμα. Όσο διαρκούσαν οι διαπραγματεύσεις, στη θέση της παρέμενε η κυβέρνηση του Κ. Δεμερτζή.

Στο μεταξύ, ήδη από τις 30 Γενάρη η Κοινοβουλευτική Ομάδα του «Παλλαϊκού Μετώπου» είχε τοποθετηθεί όσον αφορά το ζήτημα του σχηματισμού κυβέρνησης, δηλώνοντας την πρόθεσή της να δώσει ψήφο ανοχής σε μια κυβέρνηση «που θα αναλάμβανε να ικανοποιήσει τις βασικές δημοκρατικές διεκδικήσεις του Λαού».10

Η εκλογή του προεδρείου της Βουλής

Στις 6 Μάρτη 1936 συνήλθε η Βουλή για να εκλέξει προεδρείο. Κατά την πρώτη ψηφοφορία επιβεβαιώθηκε ότι καμία αστική πλευρά δεν διέθετε την πλειοψηφία, καθώς ουδείς υποψήφιος συγκέντρωσε την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων. Στη δεύτερη ψηφοφορία, ο Θεμ. Σοφούλης εκλέχθηκε πρόεδρος της Βουλής, με την ψήφο και των βουλευτών του «Παλλαϊκού Μετώπου», που στην πρώτη ψηφοφορία είχαν ψηφίσει για πρόεδρο τον Γιώργο Σιάντο.11

1936. Πρωτοχρονιάτικο πρωτοσέλιδο σκίτσο του «Ριζοσπάστη». Με την ελπίδα ότι η λαϊκή παρέμβαση θα παίξει σημαντικό ρόλο στις εκλογές του 1936. Απεικονίζονται οι αρχηγοί των αστικών κομμάτων

Η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων προκάλεσε θύελλα αντικομμουνιστικών διαμαρτυριών από τους βουλευτές της αντιβενιζελικής παράταξης. Αποδοκιμασίες, χειρονομίες, χτυπήματα στα εδώλια και φωνές: «Αίσχος! Αίσχος! Κομμούνα», «Κάτω ο κόκκινος πρόεδρος», «Κάτω η Κομμούνα», αλλά και ειρωνείες: «Ζήτω τα Σοβιέτ! Ζήτω η Μόσχα», «Ζήτω ο σύντροφος Σκλάβαινας».12

Η Κοινοβουλευτική Ομάδα του «Παλλαϊκού Μετώπου», σε ανακοίνωσή της, αφού σημείωνε ότι «χωρίζεται με βασικώτατες προγραμματικές διαφορές απ’ όλα τα αστικά κόμματα», εξηγούσε ότι στήριξε τον Θεμ. Σοφούλη έχοντας υπόψη:

α. Οτι το συμφέρον του ελληνικού λαού «επιβάλλει την με κάθε τρόπο καταπολέμηση των φασιστικών τάσεων και των δικτατορικών κινήσεων που στη δεδομένη στιγμή εκπροσωπούνται από τους παράγοντες του Στρατιωτικού Συνδέσμου που ενισχύονται από τα αντιβενιζελικά κόμματα».

β. Την ανάγκη λήψης αποφασιστικών μέτρων για την περιφρούρηση των λαϊκών ελευθεριών και της λαϊκής κυριαρχίας.

γ. Τις δηλώσεις του Θεμ. Σοφούλη ότι σε περίπτωση σχηματισμού κυβέρνησης από το κόμμα του, θα έπαιρνε μέτρα εξασφάλισης των λαϊκών ελευθεριών, παροχής γενικής αμνηστίας, βελτίωσης της οικονομικής κατάστασης του λαού κ.ά.13

Η δημοσιοποίηση του Συμφώνου

Οι εξελίξεις δεν δικαίωσαν φυσικά ούτε τους «αντιβενιζελικούς», που κατηγορούσαν τους Φιλελεύθερους για συνεργασία με τους «ανατροπείς του κοινωνικού καθεστώτος», ούτε το ΚΚΕ που περίμενε ότι οι Φιλελεύθεροι θα τηρήσουν τα συμφωνηθέντα.

Ο Θεμ. Σοφούλης, αφού έλαβε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, προσπάθησε αρχικά να συγκροτήσει κυβέρνηση οικουμενική ή ευρύτερου συνασπισμού και όταν δεν το κατόρθωσε, πρότεινε στον Γεώργιο Β΄ τη συγκρότηση εξωκοινοβουλευτικής κυβέρνησης υπό την προεδρία του Κωνσταντίνου Δεμερτζή ή αλλιώς τον σχηματισμό κυβέρνησης των Φιλελευθέρων στηριζόμενη «εις αστικάς ψήφους».14

Στο μεταξύ, είχε προηγηθεί η υπουργοποίηση του Ιωάννη Μεταξά, ο οποίος διορίστηκε υπουργός Στρατιωτικών στη θέση του Αλέξανδρου Παπάγου. Ο Παπάγος εξαναγκάστηκε να παραιτηθεί, αφού ενημέρωσε τον βασιλιά ότι ο στρατός δεν θα ανεχόταν τον σχηματισμό κυβέρνησης με τη συμμετοχή των κομμουνιστών.15

Στις 14 Μάρτη σχηματίστηκε η νέα κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Κων. Δεμερτζή και αντιπρόεδρο και υπουργό των Στρατιωτικών και της Αεροπορίας τον Ιωάννη Μεταξά. Την επόμενη μέρα, ο «Ριζοσπάστης» χαρακτήριζε τους νέους υπουργούς ανθρώπους «της αυλής, του Στρ. Συνδέσμου, των πλουτοκρατών», ενώ υπογράμμιζε ιδιαίτερα το ρόλο του «επίδοξου δικτάτορα» Μεταξά σ’ αυτήν, τον οποίο θεωρούσε ουσιαστικό πρωθυπουργό.16

Στις 2 Απρίλη, η Κοινοβουλευτική Ομάδα του «Παλλαϊκού Μετώπου» δημοσιοποίησε το «Σύμφωνο Σοφούλη – Σκλάβαινα». Στην ανακοίνωση του «Παλλαϊκού Μετώπου» αναφερόταν ότι πριν από την υπογραφή του Συμφώνου έγιναν διαπραγματεύσεις με όλα τα «κοινοβουλευτικά αντιδικτατορικά κόμματα», μεταξύ αυτών και με το Λαϊκό Κόμμα.

Ο «Ριζοσπάστης» στις 3 Απρίλη 1936 δημοσιεύει το Σύμφωνο «Παλλαϊκού Μετώπου» – Φιλελευθέρων, μετά από την αθέτηση της υπόσχεσης του Θεμ. Σοφούλη να γίνει πρωθυπουργός.

Σημείωνε επίσης ότι παρά τα συμφωνηθέντα, ο Θεμ. Σοφούλης ζήτησε να μη γίνει χρήση του Συμφώνου κατά την εκλογή του προεδρείου της Βουλής, όπως και να μην προβεί σε δηλώσεις που θα επιβεβαιώνουν τη συμφωνία και το ακριβές της περιεχόμενο. Στο ζήτημα αυτό, το «Παλλαϊκό Μέτωπο» εξηγούσε πως υποχώρησε καθώς θεωρούσε ότι η συνεργασία με τους Φιλελεύθερους, με βάση τους όρους που είχε θέσει το «Παλλαϊκό Μέτωπο», ήταν «εξαιρετική για τον Ελληνικό Λαό».17

Επίσης, παρά τα όσα είχαν προηγηθεί, το «Παλλαϊκό Μέτωπο» επέμενε να καλεί το Κόμμα των Φιλελευθέρων να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του και να αντιταχθεί στην καταπάτηση των λαϊκών ελευθεριών και «στη σταθερή πορεία της κυβέρνησης να εγκαθιδρύσει δικτατορία».18

Ο Θεμ. Σοφούλης, αντιδρώντας, κατηγόρησε το «Παλλαϊκό Μέτωπο» για έλλειψη πολιτικής ηθικής επειδή δημοσιοποίησε το Σύμφωνο. Σε απάντηση, ο «Ριζοσπάστης» χαρακτήρισε «ανήθικη» όχι τη δημοσίευση του Συμφώνου, αλλά την «πράξη της μη εφαρμογής του», ενώ σε ανακοίνωση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του «Παλλαϊκού Μετώπου» σημειωνόταν ότι η δημοσίευση του Συμφώνου ήταν δικαίωμά της κατοχυρωμένο απ’ το ίδιο το Σύμφωνο.19

Αργότερα, όταν ο Ιωάννης Δ. Ράλλης, βουλευτής της Γενικής Λαϊκής Ριζοσπαστικής Ενωσης, κατέθεσε πρόταση μομφής ενάντια στον Θεμ. Σοφούλη λόγω της υπογραφής του Συμφώνου, ο δεύτερος υποστήριξε ότι η συμφωνία του με το «Παλλαϊκό Μέτωπο» ήταν «απόρροια βαθύτατης πεποιθήσεώς μου και έχω την απόφασιν και την υποχρέωσιν να επιδιώξω την πλήρη εφαρμογήν των όρων του συμφώνου».20

Κατά τη συζήτηση, οι «αντιβενιζελικοί» στάθηκαν ιδιαίτερα στην κατάργηση του «Ιδιώνυμου», ενώ κατηγόρησαν τους Φιλελεύθερους ότι απεμπολούν τις «αστικές πεποιθήσεις» τους.21

Απ’ την άλλη αστική πλευρά, ο Θεμ. Σοφούλης υποστήριξε ότι το «Ιδιώνυμο» «παραμορφώθηκε» και στράφηκε ενάντια και στο δικό του κόμμα, έγινε «όργανον καταπιέσεως παντός πολιτικώς αντιφρονούντος πολίτου».22

Ταυτόχρονα, αξιοποιώντας και τις αντιφάσεις στην πολιτική του ΚΚΕ, επικαλέστηκε ως επιχείρημα την «εξέλιξη» του ΚΚΕ, το οποίο σύμφωνα με τον ίδιο, δεν επιδίωκε «πλέον δια βιαίων μέτρων και διά επαναστατικών μέσων την εφαρμογήν του προγράμματός του».23

Μεστή ως προς την ουσία αλλά και αποκαλυπτική ως προς τον υποκριτικό χαρακτήρα της αστικής αντιπαράθεσης ήταν η εξής τοποθέτηση του Αλέξανδρου Παπαναστασίου:

«Το γεγονός, μάλιστα, ότι ένα αστικόν κόμμα συνάπτει συμφωνίαν με ένα άλλο επαναστατικόν, σημαίνει ότι το αστικόν αποβλέπει εις το πώς θα σταθεροποιηθή, και όχι εις το πώς θα ανατραπή το αστικόν καθεστώς».24

Ο Στέλιος Σκλάβαινας και ο Δημήτρης Γληνός, παρεμβαίνοντας στη συζήτηση, αποκάλυψαν τα σχετικά με τις συζητήσεις που είχαν με το Λαϊκό Κόμμα για συμφωνία ανάλογη με αυτή που υπογράφηκε με τους Φιλελεύθερους.

Η κυβέρνηση Μεταξά

Στις 13 Απρίλη, ο Κ. Δεμερτζής πέθανε ξαφνικά και ο βασιλιάς ανέθεσε την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Μεταξά, παρότι το κόμμα του στις εκλογές του Γενάρη είχε εκλέξει μόλις 7 βουλευτές.25

Λίγες μέρες μετά, το σύνολο των αστικών κομμάτων έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης ή ανοχής στην κυβέρνηση του Μεταξά. Σε σύνολο 261 παρόντων βουλευτών, 241 έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης ή ανοχής26, 16 την αρνήθηκαν και 4 δήλωσαν «παρών». Κατά της κυβέρνησης ψήφισαν οι 13 παρόντες βουλευτές του «Παλλαϊκού Μετώπου» και τρεις αστοί πολιτικοί (Γ. Παπανδρέου, Κ. Βλαχοθανάσης και Ανδ. Δενδρινός).

Τη μεθεπόμενη μέρα, ο «Ριζοσπάστης» έγραφε στο κεντρικό του άρθρο:

«Η χτεσινοπρωϊνή ψηφοφορία της Βουλής απέδειξε ότι απ’ την πλουτοκρατική και αντιδραστική σύνθεση της πλειοψηφίας της, ο Λαός δεν πρέπει να περιμένει τίποτε».

Αντιφατικά όμως και συντηρώντας τις αυταπάτες για το Κόμμα των Φιλελευθέρων, κατέληγε:

«Και ότι μόνο με την πλατειά, παλλαϊκή εξωκοινοβουλευτική δράση του, παλεύοντας αποφασιστικά για τις πολιτικές και οικονομικές διεκδικήσεις του θα εξαναγκάζει τη Βουλή και την κυβέρνηση να υποχωρούν, θα υποχρεώσει τους Φιλελεύθερους, που υπόγραψαν το σύμφωνο και το κουρελιάζουν απ’ την πρώτη στιγμή, να το εφαρμόσουν πέρα για πέρα».27

Στις 30 Απρίλη 1936, η Βουλή αποφάσισε την αναστολή της λειτουργίας της μέχρι τις 30 Σεπτέμβρη και εξουσιοδότησε την κυβέρνηση να διοικεί με διατάγματα, υπό την εποπτεία μιας 40μελούς κοινοβουλευτικής επιτροπής.28 Αυτή ήταν και η τελευταία πράξη αυτού του αστικού Κοινοβουλίου, καθώς την 4η Αυγούστου 1936, ο Ιωάννης Μεταξάς, σε συνεργασία με τον Γεώργιο Β’ και τη στήριξη της Μ. Βρετανίας, κήρυξε τον στρατιωτικό νόμο και διέλυσε τη Βουλή, εγκαθιδρύοντας δικτατορικό καθεστώς.29

Έτσι, λοιπόν, δύο κόμματα (της «Δεξιάς» και του «Κέντρου»), που συγκέντρωναν πάνω από 250 βουλευτές και που ήταν αντίθετα σε δικτατορικές «λύσεις», στήριξαν κυβέρνηση που επέβαλε το πιο στυγνό έως τότε δικτατορικό καθεστώς. Η επιλογή αυτή της αστικής τάξης ήταν άμεσα συνδεδεμένη με την ανάγκη ισχυροποίησης του αστικού κράτους ενόψει του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ορισμένα συμπεράσματα

Τα ίδια τα ιστορικά γεγονότα απέδειξαν ότι η επιδίωξη στήριξης ή συμμετοχής του ΚΚ σε κυβέρνηση στο πλαίσιο του καπιταλισμού, όπως αυτή ονομαστεί, «αντιφασιστική», «αντιιμπεριαλιστική» κ.τ.λ., δεν συμβάλλει στη ριζοσπαστικοποίηση των μαζών, αφοπλίζει το κίνημα, δεν «διευκολύνει» την πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας απ’ την εργατική τάξη.

Η δικαιολόγηση της παραπάνω επιδίωξης στο όνομα της αντιμετώπισης του φασισμού δεν λάμβανε υπόψη ότι η δράση ενός ΚΚ σε μη επαναστατικές συνθήκες, ανεξάρτητα από τη μαζικότητα και τη δύναμή του, δεν είναι δυνατόν να καθορίσει τη μορφή της αστικής εξουσίας. Αντίθετα, η αστική τάξη είναι αυτή που εναλλάσσει τις μορφές διακυβέρνησης και επιλέγει την κατάλληλη για τα συμφέροντά της μορφή πολιτικής διαχείρισης.

Παράλληλα, η προσπάθεια του ΚΚΕ για σύμπραξη με αστικές δυνάμεις, ο διαχωρισμός τους σε «δημοκρατικές» και μη, όχι μόνο δεν είχαν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, αλλά αντικειμενικά καλλιεργούσαν και αυταπάτες όσον αφορά την ίδια την αστική δημοκρατία και το ταξικό της περιεχόμενο, αλλά και για το ρόλο του Κόμματος των Φιλελευθέρων.

Όσον αφορά το ίδιο το «Σύμφωνο Σοφούλη – Σκλάβαινα», στον πυρήνα του βρισκόταν η λογική του «μίνιμουμ Προγράμματος», δηλαδή άμεσα εφαρμόσιμων μέτρων στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος, που θα υλοποιηθούν από τα «πάνω» και όχι ως στόχοι διεκδίκησης του κινήματος ενταγμένοι στο γενικότερο πλαίσιο της ταξικής πάλης. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι στην πλειοψηφία τους οι όροι του Συμφώνου έγιναν αποδεκτοί τόσο από τους Φιλελεύθερους όσο και από τους Λαϊκούς.

Ταυτόχρονα υποτιμήθηκε η δύναμη των αστικών μηχανισμών να ελίσσονται, να χειραγωγούν και τελικά να ενσωματώνουν πιο εύκολα τη λαϊκή βάση τους όταν δεν βρισκόταν απέναντί τους μια αταλάντευτη επαναστατική δύναμη.

Τέλος, για την αντιμετώπιση του φασισμού, η ιστορική πείρα έχει δώσει επαρκείς απαντήσεις. Μόνο η οργανωμένη πάλη της εργατικής τάξης, από κοινού με τους φτωχούς αυτοαπασχολούμενους της πόλης και του χωριού, σε αντικαπιταλιστική – αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση με στόχο την ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας, μπορεί να αντιμετωπίσει αποφασιστικά και ριζικά το φασισμό.

Γιατί μόνο έτσι μπαίνουν στο στόχαστρο οι πραγματικές αιτίες του φασισμού, το σύστημα που τον γεννά και τον θρέφει, δηλαδή το ίδιο το κεφάλαιο και η εξουσία του.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1.«Το ΚΚΕ – Επίσημα Κείμενα», τόμ. 4, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1975, σελ. 342-343
2.«Το ΚΚΕ – Επίσημα Κείμενα», τόμ. 4, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1975, σελ. 291
3.«Ριζοσπάστης», 5-1-1936
4.«Ριζοσπάστης», 5-4-1936
5.«Ριζοσπάστης», 4-4-1936
6.«Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1939», τόμ. Α2, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2018, σελ. 442
7.Ο.π., σελ. 451
8.«Ακρόπολις», 14-2-1936
9. «Ακρόπολις», 14-2-1936
10.«Ριζοσπάστης», 30-1-1936
11.«Επίσημα Πρακτικά των Συνεδριάσεων της Βουλής», εκδ. «Εθνικό Τυπογραφείο», Αθήνα, 1938, σελ. 5
12.«Ακρόπολις», 7-3-1936
13.«Ριζοσπάστης», 7-3-1936
14.«Ακρόπολις», 12-3-1936, «Ριζοσπάστης», 12-3-1936
15.«Ακρόπολις», 3-3-1936
16.«Ριζοσπάστης», 15-3-1936
17.«Ριζοσπάστης», 3-4-1936
18.Ο.π.
19.«Ριζοσπάστης», 4-4-1936
20.«Επίσημα Πρακτικά των Συνεδριάσεων της Βουλής», εκδ. «Εθνικό Τυπογραφείο», Αθήνα, 1938, σελ. 27
21.Ο.π., σελ. 28
22.Ο.π., σελ. 27
23.Ο.π.
24.Ο.π., σελ. 36
25.«Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1939», τόμ. Α2, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2018, σελ. 454
26.Όλοι τους ψήφισαν υπέρ της κυβέρνησης του Μεταξά, ορισμένοι όμως τοποθετούμενοι επί των προγραμματικών δηλώσεων υποστήριξαν ότι η ψήφος τους έχει χαρακτήρα ανοχής και όχι εμπιστοσύνης. Τέτοια ήταν η τοποθέτηση των Π. Τσαλδάρη και Ι. Θεοτόκη, ενώ ο Αλ. Παπαναστασίου έκανε λόγο για «ψήφο διαμαρτυρίας εναντίον των μεγάλων κομμάτων που δεν συνεννοούνται» («Επίσημα Πρακτικά των Συνεδριάσεων της Βουλής», ο.π., σελ. 53, 55, 62).
27.«Ριζοσπάστης», 29-4-1936
28.«Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1939», τόμ. Α2, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2018, σελ. 454
29.Ο.π., σελ. 507-508

Του Στρατή Δουνιά, μέλους του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ

Πηγή: Ριζοσπάστης

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: