Στην κόλαση της Serra Pelada

Η προσδοκία τους: να βρεθούν μέσα στο χώμα και στις λάσπες του σακιού της επιλογής τους κάποια ψήγματα χρυσού, για να πάρουν το μπόνους της αμοιβής.

Η αμοιβή που πλήρωναν οι ιδιοκτήτες του ορυχείου χρυσού της Serra Pelada στους εργάτες, ήταν είκοσι λεπτά (cents) του δολαρίου κι ένα σακί γεμάτο χώματα και λάσπες. Το σακί ζύγιζε από σαράντα ως εξήντα και παραπάνω κιλά, κι αν περιείχε ψήγματα χρυσού, εκείνος που το μετέφερε έπαιρνε επιπλέον κάποιο μπόνους.

Οι εργάτες ήταν υποχρεωμένοι να μεταφέρουν στην πλάτη τους εξήντα τέτοια σακιά, ανεβοκατεβαίνοντας σ’ ένα ιλιγγιώδες λασπωμένο βάραθρο από πρωτόγονες ξύλινες σκάλες ή ανεβαίνοντας τις λασπωμένες πλαγιές με τα πόδια.

Στον πάτο του ορυχείου έσκαβαν στα χώματα και στις λάσπες, για να γεμίσουν με αυτά ένα σακί και να το μεταφέρουν στην κορφή του βαράθρου.

Το παρέδιδαν στους υπαλλήλους των ιδιοκτητών του ορυχείου, κι όταν τελείωναν εξήντα τέτοιες διαδρομές, έπαιρναν τα είκοσι σεντς και επέλεγαν να ανοιχτεί ένα από τα σακιά που είχαν μεταφέρει. Η προσδοκία τους: να βρεθούν μέσα στο χώμα και στις λάσπες του σακιού της επιλογής τους κάποια ψήγματα χρυσού, για να πάρουν το μπόνους της αμοιβής.

Έτσι, όσο πιο βαριά τα σακιά που γέμιζαν και μετέφεραν, τόσο πιο μεγάλη και η ελπίδα τους να περιέχει το σακί που επέλεγαν ψήγματα χρυσού.

Κατά τη διάρκεια της αιχμής του, το ορυχείο της Serra Pelada απασχολούσε περίπου 100.000 εργάτες σε άθλιες γενικά συνθήκες διαβίωσης και εργασίας, όπου η βία, ο θάνατος και οι συγκρούσεις των εργατών με τους ένοπλους στρατιωτικούς των ιδιοκτητών ήταν συχνά φαινόμενα.

Αυτή την ιστορία αποτύπωσαν φωτογραφικά, πρώτα ο Χιλιανός  Alfredo Jaar, στα 1985, κι ύστερα, στα 1986, ο Βραζιλιάνος  Sebastiao Salgado, επηρεασμένος εκείνη την εποχή από τις μαρξιστικές ιδέες. «Όταν φωτογράφιζα εργάτες, ήταν γιατί για μένα, για πολλά χρόνια, οι εργάτες ήταν ο λόγος που ενεργούσα πολιτικά. Έκανα μελέτες του Μαρξισμού, και η βάση του Μαρξισμού είναι η εργατική τάξη. […] Έτσι πήρα την απόφαση να αποτίσω φόρο τιμής στην εργατική τάξη».  (The language of photography: Q&A with Sebastião Salgado, May 1, 2013, ryanlashphotography, Brooklyn, NY, United States)

Οι έγχρωμες φωτογραφίες αυτού του κειμένου ανήκουν στον Alfredo Jaar, ενώ οι μαυρόασπρες στο Sebastiao Salgado.

Πιστεύω ότι όλες τους αποτελούν δείγματα φωτογραφιών που, ασχέτως της όποιας πρόθεσης των φωτογράφων, εστιάζουν σε θέματα που πρέπει να απασχολούν κάθε μαρξιστή φωτογράφο: στις συνθήκες εργασίας και πάλης της εργατικής τάξης, χωρίς φυσικά να περιορίζονται σε αυτά μόνο τα θέματα. Γιατί το μαρξιστικό βλέμμα κοιτάζει και αναδεικνύει με επαναστατικό τρόπο όλα εκείνα τα κοινωνικά φαινόμενα και τις κοινωνικές σχέσεις που πρέπει ν’ αλλάξουν προς όφελος του λαού και της εργατικής τάξης.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6


Notice: Only variables should be passed by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38

Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38
1 Σχόλιο

  • Ο/Η ΑΧΠ λέει:

    Ευχαριστώ που μας θύμησες την κόλαση.

    Το φιλμ Powaqqatsi (1986), το δεύτερο μετά το Koyaanisqatsi της τριλογίας του Godfrey Reggio, ξεκινά με σκηνές από την Serra Pelada. Ο Reggio κάνει αναφορά στον Salgado και τις φωτογραφίες του που τράβηξε δύο χρόνια πριν, όπως λες.

    Δεν ξέρω τι είναι συγκλονιστικότερο, οι φωτογραφίες ή το φιλμ με την μουσική του Philip Glass:

    https://www.youtube.com/watch?v=EoOdhKYj8Bc

    ΑΧΠ

Κάντε ένα σχόλιο: