Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ: «Θα θυμάμαι και θα ευγνωμονώ παντοτινά τις συμμαχήτριές μου στον ΔΣΕ»

Μήτσος Κατσής: Η γενναιότητα και η αυτοθυσία των μαχητριών του ΔΣΕ επιβεβαιώνονται και από την άμεση προσωπική μου εμπειρία. Θα αναφερθώ στα περιστατικά αυτά όπου η σωτηρία της ζωής μου κρίθηκε από τη συμπαράσταση των συμμαχητριών μου και την προσφορά κάθε δυνατής βοήθειας.

“Θα αναφερθώ στα περιστατικά αυτά όπου η σωτηρία της ζωής μου κρίθηκε από τη συμπαράσταση των συμμαχητριών μου και την προσφορά κάθε δυνατής βοήθειας.

Πρώτο περιστατικό. Τη νύχτα στις 23/10/1948 επιχειρήσαμε επίθεση κατά της φρουράς της γέφυρας στη Νεάπολη. Στην προσπάθειά μας να κόψουμε το εχθρικό συρματόπλεγμα για να ανοίξουμε δίοδο γίναμε αντιληπτοί από τους σκοπούς της φρουράς. Δεχθήκαμε αμέσως καταιγιστικά πυρά από όλα τα όπλα ευθυτενούς και καμπυλόγραμμης τροχιάς, ενώ Βρισκόμασταν σε απόσταση μόλις 40 περίπου μέτρα από τις κάνες των εχθρικών πολυβόλων και μάλιστα σε ανοιχτό και επισημασμένο πεδίο βολής. Κυριολεκτικά καθηλωθήκαμε. Ήταν αδύνατο να σηκώσουμε το κεφάλι, να μετακινηθούμε από το σημείο στο οποίο βρισκόμασταν. Εξαναγκαστήκαμε να κολλήσουμε πάνω στη γη. Σε αυτές τις συνθήκες είναι ο μοναδικός τρόπος που υπάρχει για να διασωθούν όσοι θα είναι τυχεροί. Από την πρώτη κιόλας στιγμή είχαμε απώλειες. Νεκρός έπεσε και ο Πολιτικός Επίτροπος της διμοιρίας Ηλίας Καλτσής. Εκεί δέχθηκα ένα θραύσμα όλμου στο δεξί μου πόδι. Όταν αντιλήφθηκα ότι άρχισε να καταλαγιάζει η ένταση των εχθρικών πυρών, έκανα προσπάθεια να αποσυρθώ προς τα πίσω. Στάθηκε όμως αδύνατο. Το θραύσμα είχε σφηνωθεί στην κλείδωση του ποδιού και η παραμικρή κίνηση προκαλούσε ανυπόφορο πόνο. Ο χρόνος όμως κυλούσε και καμία διέξοδος δεν διαφαινόταν. Η ανησυχία για την τύχη μου κορυφωνόταν. Σε αυτές τις απέλπιδες στιγμές διακρίνω μέσα στο σκοτάδι να με πλησιάζουν η Σάββα Λελούδου και η Ολυμπία Στεριοπούλου, μαχήτριες και οι δύο της διμοιρίας μου. Με πιάνουν από τις μασχάλες και με μεταφέρουν στο απυρόβλητο. Εκεί με ανέβασαν σε ένα άλογο, με έδεσαν γερά στο σαμάρι του και έτσι μεταφέρθηκα στο Σινιάτσικο.

Δεύτερο περιστατικό. Στις 28/12/1948 πραγματοποιήθηκε μεγάλη επιθετική επιχείρηση της X Μεραρχίας του ΔΣΕ για την κατάληψη της Αριδαίας. Ο λόχος μου κινούνταν στην εμπροσθοφυλακή. Ύστερα από μία τολμηρή επιθετική κρούση κατορθώσαμε να σπάσουμε τη γραμμή της εχθρικής άμυνας, να διασχίσουμε τα συρματοπλέγματα και με ορμητική έφοδο καταλαμβάνουμε το πρώτο πολυβολείο. Ακολουθεί αντεπίθεση του αντιπάλου με ισχυρές δυνάμεις για την ανακατάληψη των θέσεών του. Η μάχη που ακολούθησε είναι και από τις δύο πλευρές σκληρή και πεισματώδης, διεξάγεται εκ του συστάδην. Διαφαίνεται ότι κανείς από τους αντιπάλους δεν είναι διατεθειμένος να εγκαταλείψει την προσπάθεια ή να υποχωρήσει. Αυτές ακριβώς τις στιγμές νιώθω ένα δυνατό κάψιμο στην πλάτη. Μία σφαίρα από εχθρικό τόμσον, προερχόμενη από πολύ κοντινή απόσταση, εισέρχεται και διαπερνά τη δεξιά μου ωμοπλάτη. Δεν άργησα να καταλάβω πως πρόκειται για σοβαρό τραυματισμό με όλες τις συνεπαγόμενες συναισθηματικές επιπτώσεις. Μία ζάλη άρχισε να με κυριεύει. Θάμπωσαν τα μάτια μου. Τα ζεστό αίμα που έτρεχε άφθονο πέρασε μέσα από τα ρούχα μου και μπήκε στα άρβυλά μου. Τη στιγμή εκείνη καταφθάνει η νοσοκόμα του λόχου μας Αγγελική Κύρκου, που βρισκόταν μαζί μας στην πρώτη γραμμή της μάχης. Αυτή η θαυμάσια και γενναία νοσοκόμα μας βρήκε τον τρόπο να σταματήσει προσωρινά την αιμορραγία μου, αν και ήμουν σφιχτά κουμπωμένος με την χειμερινή στρατιωτική εξάρτυση και τη χλαίνη. Το σκηνικό διαδραματιζόταν σε ένα χώρο που ήταν το πεδίο μιας σκληρής μάχης, στο επίκεντρο της κόλασης των πυρών. Τη μεταφορά μου προς τα πίσω ανέλαβε η νοσοκόμα με τον σύνδεσμό μου Γιώργο Τσουλοχρήστο. Μεταφέρθηκα στους ώμους τους σε μία απόσταση μεγαλύτερη από ένα χιλιόμετρο, μέσα από ένα αυλάκι με παγωμένο νερό βάθους 50 και πλέον εκατοστών, κάτω από το σφυροκόπημα των βαρέων όπλων του εχθρού και τα συνεχή πυρά. Πρόκειται για μία πραγματικά ηρωική πράξη.

Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ: «Θα θυμάμαι και θα ευγνωμονώ παντοτινά τις συμμαχήτριές μου στον ΔΣΕ»

Μήτσος Κατσής: «Θα θυμάμαι και θα ευγνωμονώ παντοτινά τις συμμαχήτριές μου στον ΔΣΕ»

Τρίτο περιστατικό. Η μεγάλη και αιματηρή μάχη της Φλώρινας έγινε στις 12/2/1949. Σε κάποια φάση αυτής της μάχης είμαι μαζί με τον σκοπευτή Γιάννη Καστανά και τη μαχήτρια Ολυμπία Στεριοπούλου. Προσπαθούμε, αναγκαστικά, να υποχωρήσουμε και να διασωθούμε. Δεχόμαστε την ισχυρή και συγκεντρωτική αντεπίθεση των δυνάμεων του εχθρού, που υποστηρίζονται από πυροβολαρχίες που βάλλουν αδιάκοπα από τα μετόπισθεν. Το σφυροκόπημα των θέσεών μας είναι συνεχές, οι οβίδες εκρήγνυνται συχνά μπροστά μας και δίπλα μας, ο τόπος ολόγυρα ανασκάπτεται. Η αντίπαλη στρατιωτική ηγεσία πραγματοποιούσε μία καλά σχεδιασμένη και εύστοχη βολή αναχαίτισης των μαχητών του ΔΣΕ που υποχωρούσαν. Τα τεθωρακισμένα που κινήθηκαν από την κατεύθυνση της Γεωργικής Σχολής είχαν ήδη πλησιάσει πολύ κοντά και ενίσχυαν τη δύναμη πυρός της γενικής εχθρικής αντεπίθεσης. Τα πράγματα επιδεινώνονται ακόμα περισσότερο όταν κάνει την εμφάνισή της και η αεροπορία. Τα αεροπλάνα βρίσκονται συνεχώς πάνω από τα κεφάλια μας, χαμηλώνουν ανεμπόδιστα για να μυδραλιοβολήσουν και να ρίξουν τις βόμβες τους. Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός εφοδίαζε με τόσο άφθονο πολεμικό υλικό τον λεγόμενο «Εθνικό» Στρατό, ώστε να ρίχνει χωρίς φειδώ τόνους από καυτό μέταλλο στις θέσεις των υποχωρούντων ανταρτών.

Μία από τις πολλές οβίδες του πυροβολικού πέφτει σχεδόν δίπλα μας. Τα αποτελέσματα της έκρηξης είναι οδυνηρά. Ο Γ. Καστανάς μένει επιτόπου νεκρός, ενώ εγώ δέχομαι δύο θραύσματα στον μηρό. Η Ολυμπία που βρισκόταν λίγο μακρύτερα από εμάς, σκεπάστηκε από τα χώματα που ανάσκαψε η εκραγείσα οβίδα, χωρίς όμως να πάθει οποιαδήποτε άλλη βλάβη. Προσπάθησα να αντιμετωπίσω την επώδυνη κατάστασή μου με κάποια ψυχραιμία. Αποπειρώμαι να κινήσω το πόδι μου για να διαπιστώσω τι ακριβώς έχει συμβεί, αλλά μάταια. Είναι μουδιασμένο, κοκκαλωμένο, ένα ξένο και ακυβέρνητο κούτσουρο. Επαναλαμβάνω την προσπάθεια, αλλά το πόδι μου δεν υπακούει. Απλώνω το χέρι μου προς το σημείο του πλήγματος και μουσκεύεται στο αίμα.

Όταν βρίσκεσαι στη μάχη δεν σκέφτεσαι ότι μπορείς να σκοτωθείς ή να τραυματισθείς. Ενεργείς με την αίσθηση και την ελπίδα ότι τίποτα δεν θα σου συμβεί. Ο τραυματισμός έρχεται ξαφνικά, χωρίς προειδοποίηση. Όταν όμως νιώσεις ότι ο τραυματισμός σου είναι ήδη μία πραγματικότητα, τότε μέσα σου όλα αλλάζουν. Σε κυριεύει μία ιδιαίτερη ανησυχία, μία ακραία ψυχολογική κατάσταση σχετικά με τη σοβαρότητα του συμβάντος και για τις αναμενόμενες συνέπειές του.

Έρχεται κοντά μου σε λίγο η Ολυμπία, φανερά καταβεβλημένη. Είχε ήδη αντιληφθεί το χαμό του Γ. Καστανά. Η εμφάνισή της με ενθαρρύνει, ένοιωσα τις ελπίδες μου για βοήθεια και συμπαράσταση να αναπτερώνονται. Με ρωτούσε πώς είμαι και τι νιώθω. Έδειξα το μέρος όπου είχε πληγεί από τα θραύσματα. Ρώτησα τι γίνεται ο Καστανάς και τότε αυτή ξέσπασε σε έναν φοβερό λυγμό. Τα δάκρυα πλημμύριζαν ασταμάτητα τα μάτια της και δεν μπορούσε να αρθρώσει ούτε μία λέξη. Βρίσκει τελικά την ψυχραιμία της και με Βοηθάει να γυρίσω στο αριστερό πλευρό. Κάνει μία πρόχειρη επίδεση στο τραύμα, αλλά αντιλαμβάνεται ότι εγώ δεν μπορώ πια να μετακινηθώ μόνος μου. Βλέπει μερικούς ξεκομμένους αντάρτες που υποχωρούσαν Βιαστικά κάτω από την σφοδρή πίεση των πυρών του αντιπάλου και τρέχει προς το μέρος τους. Προσπαθεί να τους εξηγήσει, παρακαλεί να τη βοηθήσουν. Με δυσκολία πείθει δύο γεροδεμένους συναγωνιστές που έρχονται μαζί της να βοηθήσουν τη μεταφορά μου.

Σηκωμένο από τις μασχάλες άρχισαν να με μεταφέρουν και οι τρεις μαζί προς την κατεύθυνση που διαφεύγαμε. Αποδείχθηκε ότι η εσπευσμένη μεταφορά τραυματία με αυτόν τον τρόπο στην ανηφοριά είναι μία εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Στην πορεία εντοπίζουν δύο άλογα δεμένα, με σέλες. Φαίνεται πως ανήκαν σε κάποιον διοικητή του ΔΣΕ. Χωρίς να ζητήσουν την άδεια κανενός, τρέχουν και λύνουν το ένα από αυτά. Με ανεβάζουν αμέσως στο άλογο και με δένουν γερά στη σέλα του. Από εδώ και στο εξής η Ολυμπία αναλαμβάνει μόνη της την μεταφορά μου προς το Πισοδέρι. Αυτή η πορεία ήταν μαρτυρική για τη γενναία μας μαχήτρια, ένας πραγματικός Γολγοθάς. Ακολουθούσαμε αναγκαστικά εκείνον τον μοναδικό, ανηφορικό, στενό δρόμο που ήταν ελικοειδής. Σε μία από τις στροφές του το μέρος ήταν αρκετά ακάλυπτο και εντοπιζόμαστε από τα εχθρικά αεροπλάνα. Άρχισε ο μυδραλιοβολισμός και η ρίψη ρουκετών. Το άλογο κατατρομαγμένο εκτινάσσεται και προσπαθεί να ελευθερωθεί και να διαφύγει αφηνιασμένο μέσα στο δάσος. Παρασύρει μαζί του και την Ολυμπία, η οποία καταβάλλει υπεράνθρωπη προσπάθεια να το συγκροτήσει από το καπίστρι με τα δυο της χέρια. Το άλογο τρέχει προς ένα ρουμάνι από οξυές και σβαρνίζει μαζί του την παρτιζάνο. Η Ολυμπία όμως δεν πτοείται, αψηφάει τις αντιξοότητες, διατηρεί την αυτοκυριαρχία της, ριψοκινδυνεύει την ίδια τη ζωή της.

Ένα πολύωρο Βάσανο ήταν η προσπάθεια της συμμαχήτριάς μου να με γλιτώσει από τον σίγουρο χαμό. Ήταν περίπου 11:00 η ώρα το πρωί όταν ξεκινήσαμε από την τοποθεσία όπου τραυματίστηκα και στο Πισοδέρι, όπου ήταν η μονάδα επίδεσης της X Μεραρχίας, φθάσαμε αργά το απόγευμα, στις 18:00.

Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ: «Θα θυμάμαι και θα ευγνωμονώ παντοτινά τις συμμαχήτριές μου στον ΔΣΕ»

Ο Μήτσος Κατσής στον ΔΣΕ, τον Νοέμβρη του 1949 (Φωτογραφία από τον τέταρτο τόμο του εξάτομου έργου του “Το ημερολόγιο ενός αντάρτη του ΔΣΕ, 1946-1949”)

Τέταρτο περιστατικό. Στις 28/8/1949 έγινε μάχη στο Φλάμπουρο του Γράμμου. Η διλοχία μας δέχθηκε επίθεση από υπέρτερες δυνάμεις του αντιπάλου. Οι μαχητές μας και οι διοικητές προέβαλαν σθεναρή αντίσταση. Η διαταγή που είχαμε πάρει, προσωπικά από τον Δημήτρη Βλαντά, ήταν να αναχαιτίσουμε και να σταματήσουμε την ορμητική και μαζική προέλαση του αντίπαλου στρατού προς Γκούμπελ και προς την υψηλότερη κορυφή 2550 του Γράμμου. Θα Βοηθούσαμε έτσι αποκομμένους μαχητές και εγκλωβισμένα τμήματα του ΔΣΕ να κερδίσουν χρόνο για να συμπτυχθούν. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας δώσαμε μία άνιση, αλλά πολύ επίμονη αμυντική μάχη. Κατορθώσαμε να αντιμετωπίσουμε τρεις εχθρικές επιθέσεις και να κρατήσουμε το Φλάμπουρο απόρθητο. Είχαμε φυσικά σημαντικές απώλειες. Τραυματίστηκα κατά την διάρκεια του τρίτου κύματος της εχθρικής επίθεσης. Εκεί λοιπόν στην πρώτη γραμμή της φωτιάς τίποτα δεν εμπόδισε τη γενναία νοσοκόμα του τάγματος Αγγελική Κύρκου να σπεύσει στη θέση όπου Βρισκόμουν. Εκείνες τις στιγμές το πυρακτωμένο αμερικάνικο μέταλλο σκορπούσε τη φωτιά και το θάνατο στο Φλάμπουρο. Με ψυχραιμία κάνει την αναγκαία επίδεση στην πληγή και με Βοηθάει να απομακρυνθώ από την πρώτη γραμμή.

Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να ξεχάσω στη ζωή μου και να μην ευγνωμονώ αυτές τις υπέροχες μαχήτριες του ΔΣΕ;”

(Απόσπασμα από το εξάτομο έργο του Μήτσου Κατσή “Το ημερολόγιο ενός αντάρτη του ΔΣΕ 1946-1949”)

Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ: «Θα θυμάμαι και θα ευγνωμονώ παντοτινά τις συμμαχήτριές μου στον ΔΣΕ»

Ο Δημήτρης (Μήτσος) Κατσής

Ο Μήτσος Κατσής του Νικολάου γεννήθηκε το 1925 στην Άνω Κτιμένη Καρδίτσας. Μέλος του ΚΚΕ απ’ το 1943. Γραμματέας της ΕΠΟΝ του χωριού του. Σαν εφεδροΕΛΑΣίτης πήρε μέρος σε μια σειρά μάχες και σαμποτάζ ενάντια στους Γερμανούς κατακτητές, κοντά στο χωριό του, στους Πέντε Μύλους, στο σταθμό Καΐτσας κλπ. Για την αντιστασιακή του δράση το μεταβαρκιζιανό καθεστώς τον κυνηγάει, τον καταδιώκει. Στις 28 Ιούνη του 1945 συλλαμβάνεται απ’ την παρακρατική συμμορία του Βουρλάκη και μια ολόκληρη μέρα ξυλοκοπείται ανελέητα. Ο πατέρας του για να τον σώσει έσφαξε ένα κριάρι και τον έβαλε στην προβιά του. Στις 20 Γενάρη του 1946 συλλαμβάνεται από την χωροφυλακή και μια ολόκληρη εβδομάδα κάτω από αυστηρή απομόνωση βασανίζεται απάνθρωπα στον αστυνομικό σταθμό Καΐτσας.

Στον ΔΣΕ απ’ τις 16 Ιούλη του 1946. Πολέμησε 1154 εικοσιτετράωρα με το όπλο στο χέρι. Έδωσε 137 μεγάλες μάχες. Τέσσερις φορές τραυματίστηκε και χρειάστηκε να νοσηλευτεί στα νοσοκομεία: Σκόπια της Γιουγκοσλαβίας, Κορυτσά, Σουκ, Τίρανα, Ελμβασάν της Αλβανίας. Απόφοιτος της Β΄σειράς της Σχολής Αξιωματικών του ΔΣΕ. Αναδείχτηκε διαδοχικά διμοιρίτης, λοχαγός, διοικητής τάγματος. Πήρε μέρος στις μεγάλες μάχες του Γράμμου και του Βίτσι 1948-1949. Τιμήθηκε με ένα μετάλλιο Ανδρείας και δύο μετάλλια Εξαιρετικής Σαμποταριστικής Δράσης. Έκανε 38 χρόνια πολιτικός πρόσφυγας στην Τασκένδη. Στην αναγκαστική προσφυγιά 10 ολόκληρα χρόνια εργαζόταν την ημέρα και τα βράδια σπούδαζε. Πτυχιούχος πολιτικός μηχανικός. Χρημάτισε αρχιμηχανικός και διευθυντής μεγάλης οικοδομικής επιχείρησης. Τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις και μετάλλια στην παραγωγή. Επαναπατρίσθηκε με την οικογένειά του το 1987. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα εξέδωσε το πρώτο βιβλίο του “Τεράστια συμβολή των Ελλήνων Πολιτικών Προσφύγων στην Οικοδόμηση του Σοσιαλισμού στο Ουζμπεκιστάν”. Είναι ο συγγραφέας του εξάτομου έργου “Το ημερολόγιο ενός αντάρτη του ΔΣΕ 1946-1949″». Ήταν μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Έφυγε από τη ζωή  στις 15 Φλεβάρη του 2007.

«Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ». Κάθε δεύτερη Τρίτη (εναλλάξ με τη μουσική στήλη «Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι»), η στήλη θα παρουσιάζει πτυχές από γνωστά και λιγότερο γνωστά γεγονότα, θα φιλοξενεί αναμνήσεις αγωνιστών και θα καταγράφει μικρές και μεγάλες στιγμές, που χαράχτηκαν με αίμα στις χρυσές σελίδες της Εθνικής μας Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.

Σελίδες απ’ την Εθνική Αντίσταση και τον ΔΣΕ: Δείτε τις όλες εδώ.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: