«Σ’ έχω πάντα στην καρδιά μου» – Από την άγνωστη παράνομη δράση της ΕΠΟΝ μετά την Κατοχή

“Δεν πρόλαβε να βγάλει το περίστροφο. Ο Μιχάλης, τον είχε καπελώσει με το μπουγιέλο. Τον αφήσαμε στη βρώμα και στη μπογιά, να φτύνει και να βλαστημάει. Οταν μετά από λίγα δευτερόλεπτα ακούστηκαν τέσσερις πυροβολισμοί… εμείς βρισκόμαστε δυο τετράγωνα παραπάνω…”

Για τα πεντάχρονα της ΕΠΟΝ, βγήκαμε συνεργείο, δεκαπέντε μέρες πριν από την επέτειο. Ετσι, αιφνιδιάσαμε την αστυνομία, που συνήθιζε μέρες τέτιες, να μπαίνει σε ειδική ετοιμότητα. Ηταν αυτή η ετοιμότητα ένα είδος επιχείρησης με παγανιές μέσα στο σκοτάδι από τάχατες ζευγαράκια, μεθυσμένους, ρομαντικούς που περίμεναν να χτυπήσουν, όποιον αντίκρυζαν να γράφει στους τοίχους ή να πετάει προκηρύξεις ή και να δουλεύει το χωνί.

«Πέντε χρόνια αγώνα – Φλεβάρης 23, ΕΠΟΝ», «Ζήτω τα πεντάχρονα της ΕΠΟΝ», «Πρόσθετα συσσίτια στους νέους» είναι μερικά από τα συνθήματα με τα οποία «πρασινίσαμε» – η μπογιά ήταν πράσινη, το χρώμα της ΕΠΟΝ – μέσα σε μια νύχτα την Αθήνα.

Εξη παιδιά αποτελούσαν το δικό μας συνεργείο. Ο μικρότερος 14 χρονών. Ο μεγαλύτερος, που ήταν και ο καθοδηγητής μας – Μιχάλη τον φωνάζαμε – ήταν 20. Ο υποφαινόμενος είχε κλείσει τα δέκα έξι.

Το Κόμμα είχε βγει στην παρανομία. Ενα πρωινό όλοι σχεδόν οι μεγαλύτεροι από εμάς Επονίτες, είχαν πιαστεί για τη δεύτερη εξορία της Ικαρίας και το Μακρονήσι. Σε μας τα παιδιά, είχαν πέσει πιο πολλές δουλιές και αρκετά σοβαρές και υπεύθυνες.

Κρατούσαμε την Αθήνα με όλη τη φρεσκάδα της ηλικία μας, χωρίς να σκεφτούμε ούτε μια στιγμή το θάνατο που μας παραμόνευε σε κάθε γωνιά κάθε βράδι.

Διακινούσαμε το «Ριζοσπάστη», φτιάχναμε πολύγραφους με γυαλί και στένσιλ και τυπώναμε προκηρύξεις. Γράφαμε με νερομπογιά άλλοτε κόκκινη άλλοτε πράσινη τα συνθήματα του αγώνα. Συχνά, αναλαμβάναμε με υπηρηφάνια ακόμα σοβαρότερα καθήκοντα. Γινόμαστε πχ σύνδεσμοι ανάμεσα σε ανώτερα κλιμάκια. Πολλές φορές ζούσαμε συγκλονιστικές εκπλήξεις. Θυμάμαι, πχ. διάσημη της εποχής – αλλά και σημερινή πολύ γνωστή – τραγουδίστρια, είχε αναλάβει να κρύψει σύντροφο που είχε έρθει από το βουνό και θα ξανάφευγε. Μια φορά πήγα στο μαγαζί της για να μεταφέρω κάποιο μήνυμα. Με γέμισε λεφτά:

«Μην τα χάσεις… Θα δώσω κι άλλα…».

(…)

Ξαναγυρίζω στο συνεργείο. Θα ήταν γύρω στις 10 του Φλεβάρη όταν χωθήκαμε στο σκοτάδι με τα μπουγιέλα και τα πινέλα. Σύνθημα συναγερμού είχαμε ορίσει το κινηματογραφικό σουξέ της εποχής «Σ’ έχω πάντα στην καρδιά μου». Σημείο εφεδρικού ραντεβού σε περίπτωση διάλυσης ο Πανιώνιος, που τότε ήταν μέσα σε ρέματα και ερημιές. Είχαμε αναλάβει τρεις κεντρικούς δρόμους της Νέας Σμύρνης: Την Λεωφόρο Σμύρνης – σήμερα Πλαστήρα – την οδό Κωνσταντινουπόλεως, μια άλλη που δεν τη θυμάμαι.

(…)

Βρισκόμαστε στο ύψος της κλινικής Λιβανού όταν διαισθανθήκαμε τον κίνδυνο. (…) Κάνω μερικά βήματα κάποιος προβάλλει ξαφνικά μέσα από τη νύχτα… (…)

Δεν πρόλαβε να βγάλει το περίστροφο. Ο Μιχάλης, τον είχε καπελώσει με το μπουγιέλο. Τον αφήσαμε στη βρώμα και στη μπογιά, να φτύνει και να βλαστημάει. Οταν μετά από λίγα δευτερόλεπτα ακούστηκαν τέσσερις πυροβολισμοί… εμείς βρισκόμαστε δυο τετράγωνα παραπάνω.

Ανήμερα, ήταν τα πράγματα εξαιρετικά δύσκολα. Σε κάθε τετράγωνο κι ένας μυστικός ή και φανερός αστυνομικός. Ψευτογιαουρτάδες και ψευτογαλατάδες, πήγαιναν πάνω – κάτω, στις γειτονιές. Εμείς, για κείνες τις ώρες, είχαμε μόνο μια δουλιά. Μια, αλλά βροντερή κι αστραφτερή. Μας είχαν από την προηγούμενη μοιράσει βεγγαλικά. Ρουκέτες πολύ δυνατές. Τη ρουκέτα, τη δέναμε σ’ ένα πηχάκι που το είχαμε καλά καρφωμένο στη γης. Εκεί, την πυροδοτούσαμε.

Ο φίλος μου με παράτησε φυσικά… Δεν πίστευα ότι έτσι απλά γλύτωσα. Με προφυλάξεις, προχώρησα στη λεωφόρο. Οταν βεβαιώθηκα ότι δεν με παρακολουθούν πλησίασα μια παρέα Επονίτες που η δουλιά τους ήταν να συντονίζουν την επιχείρηση στη συνοικία. Μαζί τους κι ο Μιχάλης. Τους είπα τι συνέβη… Μου δόσανε μια άλλη φωτοβολίδα. Είχα δυο τώρα – και του φίλου που με παράτησε. Τις κάρφωσα και τις δύο έξω από το αστυνομικό τμήμα της Ν. Σμύρνης που τότε ήταν δίπλα στον κινηματογράφο Αστόρια… Η Αθήνα έλαμψε καθώς πράσινες και κόκκινες φωτιές υψώνονταν με δύναμη στον ουρανό απ’ όλες τις μεριές της Αττικής.

Επιστρέφω σφυρίζοντας με κέφι στη γειτονιά μου. Αλλά έξω από το σπίτι, τι τρομερή στιγμή! Ο αστυνομικός που με είχε πιάσει πριν, έχωσε τη μύτη του στο μάτι μου.

«Σαν κι αυτές που άναψαν τώρα, ήταν η φωτοβολίδα που είχες;».

«Που να ξέρω…».

«Την ταυτότητά σου!».

Μετά δυο μέρες, μαζί με την ταυτότητα μου έδωσαν και μια αποβολή από όλα τα γυμνάσια της Αττικής…

Στη σημερινή επέτειο από την ίδρυση της Ενιαίας Πανελλαδικής Οργάνωσης Νέων (ΕΠΟΝ) δημοσιεύουμε το παραπάνω χρονικό του Γιάννη Θεοδωράκη, που φωτίζει την πιο άγνωστη πλευρά της Ιστορίας της ΕΠΟΝ, την περίοδο της παράνομης δράσης της μετά την Κατοχή.

Η ΕΠΟΝ ιδρύθηκε από την Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας (ΟΚΝΕ) και άλλες εννέα οργανώσεις νεολαίας, οι οποίες και αυτοδιαλύθηκαν. Με αυτόν τον τρόπο, η ίδρυση της ΕΠΟΝ συνδέθηκε με την αρνητική απόφαση αυτοδιάλυσης της ΟΚΝΕ, η οποία σταμάτησε την αυτοτελή της δράση μετά από 21 χρόνια ηρωικής πορείας.

Η ΕΠΟΝ ανέπτυξε πλούσια και ηρωική δράση, έδωσε στη νεολαία άφταστα πρότυπα αυτοθυσίας και λαϊκής αλληλεγγύης. Στις παραμονές της απελευθέρωσης αριθμούσε περίπου 600.000 μέλη, ενώ 32.000 ήταν οι ΕΠΟΝίτες οι οποίοι πολέμησαν μέσα από τις γραμμές του ΕΛΑΣ. Χιλιάδες ΕΠΟΝίτες και ΕΠΟΝίτισσες έπεσαν ηρωικά στις διαδηλώσεις, στις μάχες με τους κατακτητές και τους ταγματασφαλίτες, στα χιτλερικά στρατόπεδα και στα εκτελεστικά αποσπάσματα.

Πολύ σημαντική και επίκαιρη ήταν η δράση της ΕΠΟΝ ενάντια στα ναρκωτικά, για την ανάπτυξη του μαζικού λαϊκού αθλητισμού, η συμβολή της στη μόρφωση και τον πολιτισμό, στην ψυχαγωγία της νεολαίας. Οργάνωσε, επίσης, και καθοδήγησε το παιδικό κίνημα, τα «Αετόπουλα».

Στις 28 Φλεβάρη 1947 το Πρωτοδικείο της Αθήνας αποφάσισε τη διάλυση της ΕΠΟΝ διότι «εξετράπη των σκοπών» της. Εκτοτε και μέχρι τη δεκαετία του 1950, η ΕΠΟΝ συνέχισε να δρα σε ιδιαίτερα σκληρά συνθήκες, μα χωρίς να λείπει η ζωντάνια και η ευρηματικότητα από τα μέλη της:

«Στο γιόρτασμα της επετείου της ΕΠΟΝ το Φλεβάρη του ’48», έγραψε ο Σταύρος Κασιμάτης σε γράμμα του προς το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, «η ΕΠΟΝ Αθήνας κυκλοφόρησε 1.200.000 προκηρύξεις τρικ και μικρές αφίσες (…) Πάνω από 20 φωτεινά σημεία και πλακάτ κρεμάστηκαν στους κεντρικούς δρόμους, στους λόφους και στις συνοικίες. Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα βάφτηκαν με περισσότερα από 1.200 συνθήματα. Στον Πειραιά έγινε ανάλογη δουλειά (…) Στην Αθήνα αυτή την περίοδο είχαμε 3.500 μέλη και στον Πειραιά 1.000».

  • Βλ. περισσότερα:

– «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918 – 1939», τόμ. Β1 και Β2, «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2018, σελ. 179-182 και 332-336 αντίστοιχα.

– «Νέα Γενιά. Συλλογή φύλλων σε φωτογραφική ανατύπωση», «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2007 – 2008 (2 τόμοι).

Ριζοσπάστης

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: