Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ: “μια γυναίκα που μαγειρεύει καλά, αλλά παίζει πιάνο αντί να μαγειρεύει”.

Ο Ρόζενμπεργκ ανήκει στους δημιουργούς του ιδεολογήματος του “Εβραιομπολσεβικισμού”, της αντίληψης που αποδίδει τη διάδοση κομμουνιστικών επαναστατικών ιδεών σε εβραϊκή συνωμοσία με στόχο την παγκόσμια κυριαρχία. Ο ίδιος έλεγε πως η πεποίθηση του πως όλοι οι αριστεροί σοσιαλιστές ήταν Εβραίοι, του γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στη Ρωσία, όπου έβλεπε παντού Εβραίους φοιτητές με την “Πράβντα” στα χέρια.

Στις 12 Γενάρη γεννιέται ο βασικός θεωρητικός του εθνικοσοσιαλισμού, Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ. Ανήκε στη Γερμανική μειονότητα του Ταλίν (τότε Ρεβάλ), σημερινής πρωτεύουσας της Εσθονίας και τμήματος εκείνη την εποχή της Ρωσικής αυτοκρατορίας. Ο πατέρας του ανήκε στην αστική τάξη, ως εύπορος έμπορος από τη Λετονία, ενώ η μητέρα του, από οικογένεια Ουγενότων (καλβινιστικής μειονότητας Γάλλων που είχε εκδιωχθεί το 17ο αιώνα από τη χώρα) δίδασκε Γαλλικά σε λύκειο της πόλης. Το 1917 ξεκινάει σπουδές μηχανικού και αρχιτέκτονα στο Πολυτεχνείο του Ρεβάλ και της Μόσχας. Ένα χρόνο μετά το ξέσπασμα της Οκτωβριανής Επανάστασης, καταφεύγει, όπως και η πλειονότητα της μειονότητας στο εξωτερικό, αρχικά στο Παρίσι και μετέπειτα στο Μόναχο.

Όπως και άλλα μέλη των εμιγκρέδων της Βαλτικής, πρωτοστάτησε στα υπάρχοντα και υπό διαμόρφωση εθνικιστικά και ακροδεξιά κινήματα, την επαύριο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Συγκεκριμένα έγινε μέλος της Εταιρείας της Θούλης, λίκνου του γερμανικού εργατικού κόμματος DAP, που αργότερα μετονομάστηκε στο γνωστό μας NSDAP. Ο Ντήτριχ Έκαρτ, μέντορας του Χίτλερ, φέρνει τους δύο άντρες για πρώτη φορά σε επαφή. Μέλος του ναζιστικού κόμματος από την ίδρυσή του, περνάει τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’20 δημοσιεύοντας αντισημιτικά και αντιμασωνικά φυλλάδια. Μετά το θάνατο του Έκαρτ από καταχρήσεις, το 1923 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του οργάνου του ναζιστικού κόμματος “Λαϊκός Παρατηρητής” (Völkischer Beobachter), ενώ στις 9 Νοέμβρη του ίδιου έτους συμμετέχει και στο αποτυχημένο χιτλερικό πραξικόπημα της μπυραρίας στο Μόναχο. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισης του Χίτλερ μετά το πραξικόπημα, διορίζεται από εκείνον ως αντιπρόσωπός του, ιδρύοντας τη “Μεγαλογερμανική Εργατική Κοινότητα”, μια οργάνωση-υποκατάστατο του απαγορευμένου προσωρινά ναζιστικού κόμματος.

Στις εκλογές του 1930, όπου το ναζιστικό κόμμα καταγράφει την πρώτη σημαντική εκλογική του επίδοση (18,3%), είναι ανάμεσα στους 107 ναζί βουλευτές που μπαίνουν στο Ράιχσταγ. Την ίδια χρονιά δημοσιεύεται το κύριο και διασημότερο έργο του “Ο Μύθος του 20ου αιώνα”, που μαζί με το “Ο αγών μου” του Χίτλερ αποτελούν τους ιδεολογικούς πυλώνες του εθνικοσοσιαλισμού. Όπως φαίνεται και από τον τίτλο, το βιβλίο νοείται ως συνέχεια του έργου “Τα θεμέλια του 19ου αιώνα” του Άγγλου θεωρητικού του ρατσισμού, Χιούστον Στιούαρτ Τσάμπερλεν (1855-1927).

Σε αυτό, ο Ρόζενμπεργκ προτείνει την αντικατάσταση της χριστιανικής θρησκείας από μια “θρησκεία του αίματος”, παρότι ο ίδιος απέκρουε αποφασιστικά τις κατηγορίες περί παγανισμού και εξέφραζε το θαυμασμό του για το Μαρτίνο Λούθηρο, που τον θεωρούσε εκφραστή του “πραγματικού Χριστιανισμού”, σε αντίθεση με την “εκφυλισμένη” Καθολική Εκκλησία. Επιχειρεί στο ίδιο έργο να αντικαταστήσει τη μαρξική πάλη των τάξεων ως μοχλό της ιστορικής κίνησης από την πάλη των φυλών, συγκεκριμένα μεταξύ των Νορδικών (στις οποίες ενέτασσε τους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους) και των ιουδαιοσημιτικών φυλών. Μόνος νόμιμος κληρονόμος των Νορδικών φυλών ήταν το γερμανικό έθνος, προορισμένο χάρη στα μοναδικά του επιτεύγματα να κυριαρχήσει επί των υπολοίπων.

Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ: "μια γυναίκα που μαγειρεύει καλά, αλλά παίζει πιάνο αντί να μαγειρεύει".

Σε πρακτικό επίπεδο, μια από τις προτάσεις του Ρόζενμπεργκ που θα υλοποιηθούν αργότερα με τους νόμους της Νυρεμβέργης το 1935 είναι η ποινικοποίηση των γάμων και των σεξουαλικών σχέσεων μεταξύ Αρίων και Εβραίων. Ο Ρόζενμπεργκ ανήκει εξάλλου στους εξέχοντες δημιουργούς του ιδεολογήματος του “Εβραιομπολσεβικισμού”, της αντίληψης δηλαδή που αποδίδει τη διάδοση κομμουνιστικών επαναστατικών ιδεών σε εβραϊκή συνωμοσία με στόχο την παγκόσμια κυριαρχία. Ο ίδιος έλεγε πως η πεποίθηση του πως όλοι οι αριστεροί σοσιαλιστές ήταν Εβραίοι, του γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στη Ρωσία, όπου έβλεπε παντού Εβραίους φοιτητές με την “Πράβντα” στα χέρια.

Μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους ναζί το 1933, o Ρόζενμπεργκ ανέλαβε σειρά κρατικών αξιωματικών, αρχικά ως υπεύθυνος της Υπηρεσίας Εξωτερικής Πολιτικής (APA), και αργότερα ως “Αρμόδιος του Φύρερ για την επιτήρηση του συνόλου της πνευματικής και κοσμοθεωρητικής εκπαίδευσης και αγωγής του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος”. Ο Ρόζενμπεργκ δεν ήταν ιδιαίτερα αγαπητός σε προσωπικό επίπεδο στις υπόλοιπες κεφαλές του ναζιστικού καθεστώτος, εξαιρουμένου του “συγγενέθλιου” του Γκαίρινγκ, αλλά περιλαμβανομένου του Χίτλερ, που κάποτε λέγεται πως τον είχε παρομοιάσει με “μια γυναίκα που μαγειρεύει καλά, αλλά παίζει πιάνο αντί να μαγειρεύει”.

Παρότι τα χρόνια πριν τον πόλεμο, η επιρροή του ήταν συγκριτικά με άλλες κεφαλές του καθεστώτος περιορισμένη, ανακτά σημαντική δύναμη στη διάρκεια του πολέμου. Από την αρχή του πολέμου, ως υπεύθυνος του “Ινστιτούτου για τη διερεύνηση του εβραϊκού ζητήματος” οργανώνει τη συστηματική λεηλασία εβραϊκών βιβλιοθηκών και αρχείων και την κλοπή καλλιτεχνικών θησαυρών από κατεχόμενα εδάφη. Μάλιστα στα ημερολόγιά του, που εκδόθηκαν σχετικά πρόσφατα στη Γερμανία, καταγράφει γεμάτος υπερηφάνεια πώς έκλεψε “εβραϊκή καλλιτεχνική και πολιτιστική περιουσία”, “αξίας ενός δισεκατομμυρίου μάρκων!”. Ακόμα πιο εγκληματική είναι η δράση του από το ’41 ως το τέλος του πολέμου, όταν ως “Υπουργός του Ράιχ για τα κατεχόμενα εδάφη της Ανατολής” καθίσταται συνυπεύθυνος της πολιτικής γκετοποίησης και εξόντωσης των Εβραίων της Βαλτικής, της Λευκορωσίας και της Ουκρανίας. Νωρίτερα, τις παραμονές της επιχείρησης Μπαρμπαρόσα, είχε εισηγηθεί την πολιτική λιμοκτονίας των σοβιετικών λαών, ώστε το σύνολο των τροφίμων της χώρας να εισρεύσει στο Ράιχ.

Μετά την άνευ όρων συνθηκολόγηση του Τρίτου Ράιχ στις 8 Μαϊου 1945, ο Ρόζενμπεργκ συλλαμβάνεται από τις συμμαχικές δυνάμεις στο ναυτικό νοσοκομείο του Φλένσμπουργκ-Μίρβικ. Στις 16 Οκτώβρη 1946, μετά την καταδίκη του σε θάνατο από το δικαστήριο της Νυρεμβέργης για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, εκτελέστηκε δι’ απαγχονισμού. Ως το τέλος της ζωής του παρέμεινε ακλόνητα πεπεισμένος για την ορθότητα του ναζισμού, τον οποίο μέσα από τη φυλακή ονόμαζε “μια ευρωπαϊκή απάντηση στο ερώτημα ενός αιώνα.”

Δύσκολες Νύχτες

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: