Νίκος Σαμαράς – Ο αετός του ελληνικού βόλεϊ

Κέρδισε την καθολική αναγνώριση και την αγάπη του κοινού, κάτι που δε συγκρίνεται με κανέναν τίτλο και δεν μπορεί τίποτα να το αντικαταστήσει.

Ποιος είναι ο πρώτος παίκτης του βόλεϊ που έρχεται στο μυαλό του μέσου φιλάθλου; Μπορεί να μη βρίσκεται στη ζωή, μπορεί να μην κέρδισε ποτέ το πρωτάθλημα ή κάποιο μεγάλο τίτλο με την Εθνική, αλλά η αυτονόητη απάντηση που έρχεται στη μεγάλη πλειοψηφία του κοινού είναι ο Νίκος Σαμαράς, που με το παράστημα και τον εντυπωσιακό τρόπο παιχνιδιού του, πήρε το προσωνύμιο του “αετού”.

Γεννήθηκε στη Στουτγκάρδη της Γερμανίας, συνδέθηκε όμως με την περιοχή της ακριτικής Θράκης, όπου σπούδασε Φυσική Αγωγή κι έκανε τα πρώτα του βήματα στο επαγγελματικό βόλεϊ, με τη φανέλα της Ορεστιάδας. Με τα χρώματά της κατέκτησε το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Εφήβων, ενώ παρέμεινε για μια δεκαετία στην ανδρική ομάδα, μολονότι αποτελούσε μήλο της έριδας για τους δύο αιώνιους αντιπάλους που κυριαρχούσαν στο χώρο, μονοπωλώντας τους τίτλους.

Ο σύλλογος της Ορεστιάδας δεν ήταν απλά το σύμβολο μιας πόλης, αλλά μια σπάνια περίπτωση για τον ελληνικό αθλητισμό συνολικά, καθώς η ομάδα μιας επαρχιακής πόλης, που δεν ήταν καν πρωτεύουσα νομού, κατάφερε να μπει σφήνα ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις και να καθιερωθεί μεταξύ των διεκδικητών του τίτλου, αποδεικνύοντας πως δεν ήταν πυροτέχνημα.

Με τη φανέλα της Ορεστιάδας, ο Νίκος Σαμαράς δεν κατέκτησε κάποιον τίτλο, έφτασε όμως σε έναν Ευρωπαϊκό τελικό το 95′ με αντίπαλο την πανίσχυρη Πάρμα στο Κύπελλο Συνομοσπονδιών (νυν Τσάλεντζ Καπ) και σε δύο τελικούς της ελληνικής Α1. Την πρώτη φορά απέκλεισε τον Ολυμπιακό στους ημιτελικούς κι είχε την ευκαιρία να γίνει η πρώτη ομάδα που θα έσπαγε τον “πρασινο-κόκκινο δικομματισμό” στην Ελλάδα, αλλά έχασε από τον Άρη του Βούλγαρου Γκάνεφ. Την αμέσως επόμενη χρονιά κοίταξε στα μάτια τον Ολυμπιακό, έχοντας μάλιστα πλεονέκτημα έδρας, για να λυγίσει τελικά στον πέμπτο αγώνα, μετά από μια συγκλονιστική σειρά τελικών.

Την αμέσως επόμενη χρονιά, ο Σαμαράς πήρε τη δύσκολη απόφαση να φύγει από την αγαπημένη του Ορεστιάδα. Έπαιξε μία φορά στην Ιταλία κι επέστρεψε στην Ελλάδα για τον Ηρακλή, όπου πήρε ένα Κύπελλο Ελλάδας, το μοναδικό μεγάλο τίτλο της καριέρας του. Μετά από μια διετία στον Παναθηναϊκό, ο Σαμαράς γύρισε στη δική του Ιθάκη, την Ορεστιάδα, για ένα χρόνο, ενώ πέρασε τα ελληνοτουρκικά σύνορα για να παίξει μια χρονιά με τα χρώματα της Φενερμπαχτσέ -που εξέδωσε μάλιστα και συλλυπητήρια ανακοίνωση για το θάνατό του, μερικά χρόνια αργότερα.

Έκανε σύντομα περάσματα από την ΑΕΚ, τον Εθνικό Αλεξανδρούπολης, την Ελβετική Σενουά, ακόμα και το Μπαχρέιν (!), τα Ν. Μουδανιά και το Μίλωνα, όπου κατέγραψε τις τελευταίες του συμμετοχές σε επαγγελματικό επίπεδο, παρέμενε όμως ενεργός μέχρι το τέλος της ζωής του, παίζοντας για την ομάδα της Λέσβου, που την ίδρυσε ο ίδιος, έχοντας μάλιστα και ρόλο προπονητή για τα τμήματα υποδομής.

Το μεγαλύτερο κεφάλαιο της ζωής του όμως ήταν η Εθνική ομάδα. Αγωνίστηκε με το συγκρότημα των εφήβων 160 φορές κι είχε άλλες 263 συμμετοχές με τους άνδρες. Ήταν βασικό στέλεχος σε πολλές καλές στιγμές της Εθνικής, ενώ στο Κοσμοβόλεϊ του 1994, άκουσε το γεμάτο ΣΕΦ να τραγουδάει ρυθμικά το όνομά του (Ελλάς-Νίκος Σαμαράς…).

Τις πρώτες μέρες του 13′, ένιωσε πονοκέφαλο κι έντονη αδιαθεσία και εξέπνευσε από ανεύρυσμα, βυθίζοντας στο πένθος την κοινότητα του βόλεϊ. Άφησε πίσω του τη γυναίκα του Ελένη, και τον 5χρονο (τότε) γιο του, ενώ η κηδεία του έγινε στη Λήμνο. Δυστυχώς δεν πρόλαβε να δει το δημιούργημά του, την τοπική ομάδα, να κερδίζει στο τέλος της ίδιας σεζόν την άνοδό της στις επαγγελματικές κατηγορίες.

Σήμερα φέρουν προς τιμήν του το όνομά του το κλειστό γυμναστήριο της Ορεστιάδας, αυτό στη Μύρινα Λήμνου, αλλά και η διοργάνωση του Λιγκ Καπ. Η Εθνική ομάδα απέσυρε τη γαλανόλευκη φανέλα με το νούμερο 9, για να τιμήσει τη μνήμη του. Ενώ εξίσου χαρακτηριστικό είναι πως ακόμα και στα ιταλικά γήπεδα κρατήθηκε ένα λεπτό σιγής για το θάνατό του…

Όσοι τον γνώρισαν, μιλούν με τα καλύτερα λόγια όχι μόνο για την αγωνιστική του αξία, αλλά για το χαρακτήρα του: εσωστρεφής αλλά αυθεντικός, έμενε μακριά από την προβολή και τη δημοσιότητα (ελάχιστοι γνώριζαν πχ την αγάπη του για το μπουζούκι) και απέφευγε συστηματικά τις δημόσιες σχέσεις. Αλλά το μεγαλύτερο παράσημο είναι η καθολική αναγνώριση από το φίλαθλο κοινό. Κι αυτό είναι κάτι που δε συγκρίνεται με τίποτα και δεν το αντικαθιστά κανείς τίτλος.

Αν κάποιος θέλει να δει περισσότερα, εκτός από τα παρακάτω βίντεο, επιβάλλεται να πατήσει αυτόν το σύνδεσμο και να απολαύσει ένα μοναδικό λεύκωμα προς τιμήν του Νίκου Σαμαρά, που επιμελήθηκε ο ΠΑΣΑΠ (ο σύνδεσμος των αμειβομένων πετοσφαιριστών).

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: