«Δεν έχω δει κανέναν σαν αυτόν»

Γιάννης Αντετοκούμπο. Δεν είναι ένας εκκολαπτόμενος Μάτζικ Τζόνσον, ούτε ο επόμενος ΛεΜπρον Τζέιμς. Είναι πόιντ γκαρντ; Είναι πόιντ φόργουορντ; Όχι. Αν όμως ενώσεις τα δύο θα φτάσεις στο “Point all” που λέει ο Τζέισον Κιντ, προπονητής του ή στο ότι “δεν έχει θέση” σύμφωνα με τον Τζέισον Τέρι.

(…)Η μπασκετική προέλευση του είναι άγνωστη σε μας. Σίγουρα έρχεται από το μέλλον και κομίζει τη σοφία της απλότητας και της αέναης υπέρβασης. Η φράση κλισέ θέλει τον “ουρανό να είναι το όριο” για τον σούπερ σταρ των Μπακς, ωστόσο είναι σαν η απεραντοσύνη του αιωρούμενου μπλε να έχει συμπυκνωθεί και μεταφερθεί σε ένα πρόσωπο, αυτό του Γιάννη.

Το Μιλγουόκι, η πόλη που τον φιλοξενεί, ζει πρωτόγνωρες στιγμές. Ούτε ο Μάικλ Ρεντ δεν μπορεί να καταλάβει τι εστί “Αντετοκούνμπο”. Ο τελευταίος μεγάλος παίκτης των “ελαφιών” θα έπρεπε να ξέρει, αφού βρέθηκε στη θέση του. Έλαβε μεγάλο συμβόλαιο (91 εκατ. δολάρια), κέρδισε χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο και έμεινε στη ζώνη των Ολ Σταρ παικτών για πάνω από δέκα χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, όταν του αναφέρουν κάτι τέτοιο δεν μπορεί να μη γελάσει και να παραδεχτεί ότι “Δεν έχω δει κανέναν σαν αυτόν. Δεν έχουμε δει κάτι ανάλογο. Οι αριθμοί που παρουσιάζει βγαίνουν σχεδόν αβίαστα. Όταν μάθει πραγματικά να παίζει τότε θα είναι ασταμάτητος. Είναι σαν να έχει έρθει από άλλο πλανήτη.

Ο Αντετοκούνμπο, βέβαια, έχει συνηθίσει σε τέτοια σχόλια. Άλλωστε τα κερδίζει με το σπαθί του. Μάλιστα, στα πρώτα οκτώ παιχνίδια της σεζόν κατέγραψε 31.3 πόντους, 10.6 ριμπάουντ και 5.1 ασίστ μέσο όρο. Μοναδικό και μοναδικός που το κατάφερε στην ιστορία του ΝΒΑ! Μολαταύτα, τα αμετροεπή σχόλια και οι τιμές που δεν σταματούν οφείλονται στον τρόπο που παίζει.

Γι’ αυτό και το ΝΒΑ που αγαπά τις συγκρίσεις δεν έχει λόγια… Πώς να αποδώσεις, συμπτύξεις, τον ύψους 2.11μ. παίκτη σε ένα σύνολο λέξεων; Πώς να τον περιορίσεις λεκτικά όταν χρειάζεται μόλις μία ντρίμπλα για να φτάσει στο καλάθι και χωρίς να έχει αξιόπιστο σουτ από μακριά; Ό,τι και να πεις λίγο θα ναι. Δεν είναι ένας εκκολαπτόμενος Μάτζικ Τζόνσον, ούτε ο επόμενος ΛεΜπρον Τζέιμς. Είναι πόιντ γκαρντ; Είναι πόιντ φόργουορντ; Όχι. Αν όμως ενώσεις τα δύο θα φτάσεις στο “Point all” που λέει ο Τζέισον Κιντ, προπονητής του ή στο ότι “δεν έχει θέση” σύμφωνα με τον Τζέισον Τέρι.

«Δεν έχω δει κανέναν σαν αυτόν»

(…)O “Greek Freak” είναι τα πάντα για τους Μπακς και το Μιλγουόκι τα πάντα γι’ αυτόν. Ο ρομαντισμός μπορεί να είναι παράταιρος στον αμιγώς επαγγελματικό κόσμο του ΝΒΑ, όμως είναι η ουσία που ενώνει τον σύλλογο με τον παίκτη-ομάδα. Ο Αντετοκούνμπο αγαπά την πόλη γιατί του μοιάζει. Εκεί δεν μπορείς να χαθείς και να αποπροσανατολιστείς από την εύκολη φήμη και τη λάμψη που λιώνει σάρκες και όνειρα. Δεν είναι Νέα Υόρκη, Λος Άντζελες, Μαϊάμι…

Θα μπορούσε, όταν τη δεκαετία του ΄80 εμφανίστηκαν αρκετές καλές ομάδες από το Μιλγούοκι ή όταν το 2001 έφτασε μια ανάσα από τους τελικούς του ΝΒΑ. Δεν έγινε όμως, ούτε και θα γίνει της μόδας. Η ταμπέλα μπήκε όταν ο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ ζήτησε ανταλλαγή για να πάει στους γκλάμορους Λέικερς το 1975. Το “δέσιμο” του σημερινού σούπερ σταρ επιδρά και στο πώς παίζει. Ο ίδιος είναι ξεκάθαρος: “Είμαι άνθρωπος χαμηλών τόνων. Δεν μου αρέσουν οι φανταχτερές πόλεις όπως το Λος Άντζελες ή το Μαϊάμι. Δεν ξέρω αν θα ήμουν ο ίδιος παίκτης αν αγωνιζόμουν σε αυτές τις πόλεις”.

(…)Η κοινή, πια, οδός Αντετοκούνμπο-Μιλγουόκι όλο και μεγαλώνει και ο ορίζοντας της φτάνει πολύ μακριά. Μόνο η σχέση Νοβίτζκι-Ντάλας και αυτή των Τόνι Πάρκερ, Μανού Τζινόμπιλι με το Σαν Αντόνιο έχουν το ίδιο βάθος, την ίδια αδιαμεσολάβητη ειλικρίνεια.

Η πόλη του Αντετοκούνμπο… Δεν είναι απλά σχήμα λόγου, ούτε διαφημιστικό σλόγκαν σε άλλη μία προσπάθεια προώθησης του υψηλής αξίας προϊόντος που προσφέρει. Όχι. Το Μιλγουόκι είναι πολύ σημαντικό γι’ αυτόν μια και έγινε το νέο σπίτι της οικογένειας Αντετοκούνμπο. Η μετάβαση από την Ελλάδα στις ΗΠΑ δεν ήταν εύκολη. Ο γενέθλιος τόπος υπήρξε φειδωλός στις παραχωρήσεις και ήταν οι γονείς που “έσπρωχναν” τα αδέλφια Αντετοκούνμπο να κερδίσουν τον κόσμο. Όταν το ταλέντο τους, ειδικά του Γιάννη, δεν χωρούσε στα ελληνικά σύνορα, η Μέκκα του καπιταλισμού ήταν έτοιμη να τον δεχτεί.

Η ιδιοτέλεια ήταν πίσω απ’ όλα, γιατί, κακά τα ψέματα, ποιος δεν θα ήθελε να κερδίσει από την υπεραξία του Αντετοκούνμπο; Ο Τσαρλς και η Βερόνικα Αντετοκούνμπο ήταν το μόνο σταθερό, ασφαλές σημείο. Όταν ο πατέρας απεβίωσε στα 54, στις 29 Σεπτεμβρίου, τότε ο Γιάννης “ακούμπησε” ακόμη περισσότερο στην πόλη του. Εισπράττει μόνο αγάπη από τους ανθρώπους του Μιλγουόκι και το εκτιμά, καθώς ακόμη περνά δύσκολα.

Οι γονείς του ήρθαν από τη Νιγηρία στην Ελλάδα το 1991 αναζητώντας καλύτερη ζωή. Δεν είχαν νομιμοποιητικά έγγραφα. Τα κατάφεραν και επιβίωσαν. Αν ήταν καλύτερη η ζωή στην Ελλάδα, κανείς δεν το ξέρει εκτός απ’ αυτούς. Όπως και να χει, συγκέντρωσαν τα απαραίτητα έγγραφα για να μετεγκατασταθούν στο Μιλγουόκι μαζί με τα δύο μικρότερα αδέρφια του Γιάννη στη διάρκεια της ρούκι σεζόν του.

Ο Κώστας σπουδάζει στο πανεπιστήμιο του Ντέιτον, ενώ οι υπόλοιποι μετακόμισαν σε συγκρότημα στο κέντρο της πόλης. Ο Γιάννης και ο Αλέξανδρος μένουν στον πέμπτο όροφο και οι γονείς στον τέταρτο. Η απώλεια του πατέρα έχει ταράξει την οικογένεια και πλέον ο Γιάννης σηκώνει ακόμη μεγαλύτερο βάρος. Η Βερόνικα στο μεταξύ μένει, πλέον, με τα παιδιά της στον πέμπτο όροφο. “Το να ηγείσαι της οικογένειας σου είναι πολύ πιο δύσκολο από το να παίζεις μπάσκετ” τονίζει ο Αντετοκούνμπο, όμως δηλώνει πως πρέπει να είναι δυνατός για την οικογένεια του.

(…)Η τελειότητα είναι το ζητούμενο και το μονοπάτι προς αυτήν ανηφορικό και μεγάλο. Εντάξει, κάθε βράδυ κάνει θραύση και “γεμίζει” όσο λίγοι τη στατιστική, ωστόσο υπάρχουν τομείς που πρέπει να βελτιωθεί. Το μακρινό σουτ έχει γίνει μόνιμη επωδός όλων όσων καταγράφουν καθετί αγωνιστικό του Γιάννη. Επίσης, υπάρχει περιθώριο στο “διάβασμα” του παιχνιδιού και στις δύο πλευρές τους γηπέδου. Βέβαια, αν το σκεφτείς, είναι κωμικό να επισημαίνεις τι λείπει από κάποιον που με συνέπεια παραδίδει “μεγάλα” νούμερα στο παιχνίδι του. Εξάλλου, ακόμη μπορούμε και βλέπουμε τα ίχνη που αφήνει πίσω του μετά την απογείωση του. Αναπόφευκτα θα χαθεί από το οπτικό μας πεδίο.

Όταν έφτασε στο Ουισκόνσιν το 2013, 15η επιλογή στον ντραφτ, είχε ύψος 2.05μ και βάρος 91 κιλά. Τώρα, είναι κοντά στα 110 κιλά και το ύψος του στα 2.11μ. Ο ασίσαντ των Μπακς Φρανκ Τζόνσον σημειώνει το πόσο έχει δυναμώσει. “Δέχεται χτυπήματα και του αρέσει”. Όσον αφορά το παιχνίδι στην περιφέρεια, συνιστά υπομονή και… αποκαλύπτει αυτό που κάνουν όλοι οι σπουδαίοι παίκτες: τις αμέτρητες νύχτες που περνούν μόνοι τους σουτάροντας ασταμάτητα. Η δουλειά που κάνει στο μακρινό σουτ θυμίζει την περίπτωση Σακίλ Ο’ Νιλ και τις ελεύθερες βολές.

Όπως τότε οι ειδικοί έλεγαν ότι θα ήταν άδικο (για τους υπόλοιπους) να έχει και αυτό ο “Σακ”, το ίδιο ισχύει και για τον “Greek Freak”. Το σημαντικό όμως είναι ότι τώρα πια διαθέτει σιγουριά για τον εαυτό του. Ο συμπαίκτης του Τζέισον Τέρι το αναφέρει και είναι αυτό που δίνει το δικαίωμα στον Αντετοκούνμπο να είναι στη λίστα με τους υποψήφιους MVP της χρονιάς. Ο Κόμπι Μπράιαντ, δύο χρόνια τώρα εκτός δράσης, στη νοοτροπία του Γιάννη “πάτησε” και του ζήτησε να γίνει ο MVP της φετινής σεζόν, ενώ τα φυσικά χαρίσματα και το πάθος του τον γοήτευσαν.

(…)Το μόνο που ανησυχεί τους Μπακς είναι ότι μερικές φορές ο Γιάννης είναι πολύ σκληρός με τον εαυτό του. Μετά από ήττα της ομάδας του αμέσως πάει για προπόνηση, ενώ όταν έχασαν από τους Σέλτικς δήλωνε ότι ήταν θυμωμένος για “προσωπικούς λόγους”, υπονοώντας ότι έφταιγε αυτός. Μολαταύτα, οι άνθρωποι του συλλόγου δεν θέλουν να τον επηρεάζουν. Προτιμούν να τον αφήνουν να αποφασίζει μόνος του. Εκτός από τις στιγμές που το συναίσθημα κυριαρχεί στη λογική. Μία απ’ αυτές ήταν όταν θέλησε να οργανώσει παζάρι για να αποδώσει φόρο τιμής στα δύσκολα χρόνια που πέρασε στην Αθήνα. Τότε, που με τα αδέρφια του πουλούσαν ρολόγια και γυαλιά ηλίου για να βοηθήσουν την οικογένεια να επιβιώσει. Τελικά, με τη βοήθεια της μητέρας του, τα “ελάφια” τον έπεισαν να μην το κάνει. Αν το έκανε πάντως, θα είχε σίγουρη επιτυχία και όχι γιατί είναι διάσημος. “Είμαι εξαιρετικός πωλητής. Είναι ένα από τα άλλα ταλέντα που διαθέτω” αναφέρει και εξηγεί “πως το ήθελα πάρα πολύ. Εντούτοις, μου είπαν ότι δεν ήταν δυνατό αφού θα μαζεύονταν τρεις με τέσσερις χιλιάδες άνθρωπο”. Ο Αντετοκούνμπο είναι πόλος έλξης και το όνομα “Μιλγουόκι Μπακς” έχει γίνει μόδα. Η Τζένιφερ Φέλιν, διευθύντρια σε επιχείρηση εστίασης, λέει ότι στα οκτώ χρόνια του μαγαζιού, πρώτη φορά είδε τόσους θαμώνες να φοράνε ρούχα της ομάδας. Ο “Greek Freak” και οι συμπαίκτες του έδωσαν νέα πνοή στην πόλη του Μιλγουόκι…

(…)Τελικά, όλα καταλήγουν σε μια φωτογραφία. Η ζωή μας δεν μπορεί παρά να είναι εικόνες και στιγμές που μένουν για πάντα στο μυαλό μας. Η αποτύπωση μιας στιγμής μπορεί να αποτυπώνει τον κόσμο μας. Μια στάση του, ένα στοπ καρέ σημείο αναφοράς και θεμέλιος λίθος για όσα έρχονται… Για τον Γιάννη Αντετοκούνμπο αυτή η εικόνα υπάρχει στον ιδιωτικό λογαριασμό instagram που διατηρεί.

Απεικονίζει τον Γιάννη, τον Κώστα, τον Αλέξανδρο και τον Θανάση να κοιμούνται στο ίδιο κρεβάτι. Ο Γιάννης εκτιμά πως είναι 10 ή 11 χρονών στη φωτογραφία. Ένα κρεβάτι για τέσσερα παιδιά ήταν ό,τι μπορούσαν προσφέρουν ο Τσαρλς και η Βερόνικα. Οι γονείς τους κοιμούνταν σε έναν άλλο χώρο που χωριζόταν από “κάτι σαν κουρτίνα” θυμάται ο Γιάννης. Είναι μια ανάμνηση τόσο “ζωντανή”, σίγουρα παντοτινή και δίχως αμφιβολία κίνητρο ισχυρό.

(Αποσπάσματα από άρθρο των New York Times, που αναδημοσιεύει το gazzetta.gr σε επιμέλεια Αλέξανδρου Στεργιόπουλου)

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: