Περί ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης

Και αν στην τελική για άλλη μια φορά η έλλειψη αμεροληψίας και διαφάνειας που θεωρούνται χαρακτηριστικά του νομικού συστήματος των αστικών δημοκρατιών επιρρίπτεται σε πρόσωπα, όμως κι αυτή η υπόθεση (Φλώρου) είναι ενδεικτική της λειτουργίας της αστικής δικαιοσύνης.

Τις προηγούμενες μέρες η αποφυλάκιση του Α. Φλώρου, με βεβαίωση του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας για ποσοστό αναπηρίας άνω του 67%, που έχει καταδικαστεί σε 21 χρόνια φυλάκιση για το σκάνδαλο υπεξαίρεσης των εταιρειών παροχής ηλεκτρικού ρεύματος Energa – Hellas Power και έχει κριθεί ένοχος για ηθική αυτουργία σε απόπειρα δολοφονίας, προκάλεσε αντιδράσεις στο κυβερνητικό και αντιπολιτευτικό στρατόπεδο, ενώ η ‘Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων υπερασπίζεται την απόφαση των δικαστών για την αποφυλάκιση εφόσον τους υποχρεώνει ο νόμος Παρασκευόπουλου.

Σε παλιότερα δημοσιεύματα του Μαρτίου  διάβαζε κανείς για τις δικαστικές αρχές του Πειραιά που απέρριψαν αίτηση αποφυλάκισης κρατουμένου, που τελικά πέθανε, με ποσοστό αναπηρίας 80%, γιατί δεν προσδιοριζόταν η μονιμότητα ή παροδικότητα της αναπηρίας, ενώ κυκλοφορεί η «λίστα της ντροπής» με θανάτους κρατουμένων που δεν αποφυλακίστηκαν με τη διάταξη του νόμου Παρασκευόπουλου, αν και είχαν το απαιτούμενο ποσοστό αναπηρίας.

Υπουργοί της κυβέρνησης με τις αντιδράσεις τους σ’ αυτήν την απόφαση προσπαθούν να απαλλαγούν από κάθε υπόνοια εμπλοκής τους στην αποφυλάκιση του Α. Φλώρου που βρήκε ευκαιρία η Νέα Δημοκρατία να την χρεώσει στην κυβέρνηση κατηγορώντας την για υπόγειες μεθοδεύσεις.

Και κυβέρνηση και αντιπολίτευση σχετικά με την υπόθεση αναφέρονται στο κράτος δικαίου, η μεν αξιωματική αντιπολίτευση για να προειδοποιήσει την κυβέρνηση πως «το κράτος δικαίου δεν είναι παιχνίδι στα χέρια της», στελέχη δε του κυβερνώντος κόμματος όπως η Τ. Χριστοδουλουπούλου να υπερασπίζονται το νόμο Παρασκευόπουλου χαρακτηρίζοντας το ΣΥΡΙΖΑ «υπέρμαχο του κράτους Δικαίου».

Και αν στην τελική για άλλη μια φορά η έλλειψη αμεροληψίας και διαφάνειας που θεωρούνται χαρακτηριστικά του νομικού συστήματος των αστικών δημοκρατιών επιρρίπτεται σε πρόσωπα, όμως κι αυτή η υπόθεση είναι ενδεικτική της λειτουργίας της αστικής δικαιοσύνης.  Το νομικό αστικό σύστημα γίνεται καθρέφτης των ανισοτήτων στην ταξική κοινωνία, αν και θέλει να εμφανίζεται ως αμερόληπτο και ανεξάρτητο και ο δικαστής μπορεί να πιστεύει ότι εργάζεται με αντικειμενικές κατηγορίες. Ο νόμος στην πραγματικότητα συγκαλύπτει την άσκηση εξουσίας της κυρίαρχης τάξης  και την σύνδεσή του με τις οικονομικές βάσεις οργάνωσης της κοινωνίας. Το δημιουργούμενο ή επικυρούμενο από την κρατική εξουσία δίκαιο έχει ταξικό χαρακτήρα, εδραιώνει και διαφυλάσσει τις κοινωνικές σχέσεις και τα πρότυπα συμπεριφοράς που ανταποκρίνονται στα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης. Τα συντάγματα και οι νόμοι λοιπόν πρωτίστως χρησιμοποιούνται για υπεράσπιση των δικαιωμάτων της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, κρύβοντας την ταξική καταπίεση κάτω από νόμους του κράτους δικαίου, χωρίς έτσι να είναι αναγκαία η απροκάλυπτη καταπίεση στις εκμεταλλευόμενες τάξεις.  

Ομολογουμένως, το  κράτος δικαίου, οι συνταγματικοί νόμοι είναι μια κατάκτηση των αστικών επαναστάσεων εναντίον της παλιάς φεουδαρχικής τάξης, χωρίς  αυτό να σημαίνει ότι η κοινωνία δεν συνεχίζει να βασίζεται στην ταξική εκμετάλλευση και καταπίεση –η κυριαρχία μιας μειοψηφίας επί της πλειοψηφίας.

Με τις αστικές επαναστάσεις έγινε η θεμελιώδης αλλαγή της μετακίνησης από ένα φεουδαρχικό τρόπο παραγωγής σε ένα καπιταλιστικό, όπου η έννοια των νόμιμων δικαιωμάτων των ατόμων που έχουν ιδιοκτησία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της εμπορευματικής παραγωγής. Τα άτομα έπρεπε να αντιμετωπίσουν το ένα το άλλο σε μια ανοιχτή αγορά ως νόμιμοι ιδιοκτήτες με ίσα δικαιώματα και ήταν απαραίτητες ορισμένες εγγυήσεις όσον αφορά στην ασφάλεια και προστασία των φυσικών προσώπων και των εμπορευμάτων τους. Χωρίς αυτές τις εγγυήσεις των δικαιωμάτων για την προσωπική ασφάλεια και την ιδιοκτησία η ανταλλαγή δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί και η εμπορευματική παραγωγή θα πάγωνε. Και είναι  το αστικό κράτος η δύναμη που δίνει αυτές τις εγγυήσεις και υπερασπίζεται το σύστημα της εμπορευματικής ανταλλαγής όλων των μορφών.

Βέβαια, κατά την κυρίαρχη ιδεολογία της αστικής δημοκρατίας, βασικό χαρακτηριστικό του κράτους δικαίου θεωρείται η εγγύηση της παραγωγής του δικαίου σύμφωνα με ορισμένη διαδικασία, αλλά και η εφαρμογή του προς όλες τις κατευθύνσεις, πάντα με την προϋπόθεση του σεβασμού της ανθρώπινης αξίας και του σεβασμού των συνταγματικών δικαιωμάτων που την εξειδικεύουν. Κι έτσι ο νόμος και το σύνταγμα, που θεωρούνται εγγυητές της ανεξαρτησίας και της ουδετερότητας του κράτους, γίνονται το ιδεολογικό προπέτασμα που κρύβουν το ρόλο της κρατικής εξουσίας ως το πιο ισχυρό όπλο της κυρίαρχης τάξης στην ταξική πάλη.

Κι αν παλιότερα ο χριστιανισμός ανέδειξε την υποτακτικότητα και υπομονή ως ηθική υποχρέωση των εξαθλιωμένων απέναντι στους φεουδάρχες, στην αστική μας κοινωνία οι εκμεταλλευόμενες μάζες εμπλέκονται στους αόρατους δεσμούς των νόμων της που διακηρύττεται πως κατευθύνουν τον άνθρωπο προς ένα ειρηνικό και ευτυχισμένο μέλλον. Μόνο που στο όνομα του νόμου η δικαιοσύνη εγκρίνει και επιτρέπει οικονομικές ληστείες που γίνονται καθημερινά ενάντια στη μισθωμένη εργασία και το καθήκον της δικαιοσύνης περιλαμβάνει την προστασία του αστικού πλούτου, που δεν είναι παρά μια νόμιμη και επιτυχημένη συσσώρευση λεηλατημένου πλούτου. Κι αν στο παρελθόν η δικαιοσύνη  έδινε το δικαίωμα να κατέχει κανείς έναν άνθρωπο σαν ζώο, αυτή τη στιγμή δίδει το δικαίωμα στον καπιταλιστή να εκμεταλλεύεται τους εργάτες, τα παιδιά τους, τις γυναίκες τους σαν ζώα.

Η δικαιοσύνη του θεού δικαιολόγησε το μαστίγιο στα χέρια του φεουδάρχη για να χτυπήσει τον σκλάβο του, τώρα, η εκλογικευμένη δικαιοσύνη με τους νόμους επιτρέπει στον καπιταλιστή να πάρει την υπεραξία που παράγεται από την μισθωμένη εργασία και επιτρέπει μάλιστα και τη συνείδησή του να ανακουφιστεί όταν αντισταθμίζει την εργασία, που είναι η πηγή του πλούτου του καπιταλιστή, με τους μισθούς πείνας.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: