Η υπόθεση του υποχρεωτικού εμβολιασμού – Ατομικές και συλλογικές ελευθερίες

Το ζήτημα δεν είναι ο φόβος και οι προβληματισμοί, που είναι απολύτως σεβαστοί και θεμιτοί, αλλά ποιον εμπιστεύεσαι από ένα σημείο και μετά. Τους ανθρώπους που βρίσκεσαι στους δρόμους, στις δομές αλληλεγγύης και στους αγώνες, ή έναν άνθρωπο που βλέπεις στα social media να αραδιάζει θεωρίες συνωμοσίας; Αν δεν προασπίσουν συλλογικά οι από κάτω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες τους, ποιος θα το κάνει;

Όλοι δηλώνετε ιδιότητα, Καταναλώνετε ποσότητα, Και μου στερείτε τον ήλιο., Κι εγώ δεν έχω καν ταυτότητα, Κι αν είμαι μια μηδαμηνότητα, Φτιάχνω δικό μου βασίλειο.

Ένα φάντασμα πλανάται πάνω από την Ευρώπη, και αυτή τη φορά δεν είναι του κομμουνισμού. Είναι αυτό των υποχρεωτικών εμβολιασμών. Και μαζί με αυτό επανέρχεται ένα ζήτημα που όλο και πιο συχνά εμφανίζεται στις δυτικές κοινωνίες, αυτό των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Είναι αυτή η μάχη ή η συζήτηση βέβαια που έχει νόημα να δώσουμε σε αυτή τη συγκηρία; Σίγουρα όχι. Το κακό όμως είναι ότι δεν έχουμε πάντα την πολυτέλεια του να επιλέξουμε τις μάχες μας. Και το ακόμα πιο κακό είναι ότι δε μπορούμε να τις εγκαταλύψουμε.

Μπορεί λοιπόν ο εμβολιασμός να επιβληθεί; Από άποψη βιοηθικής και δικαιώματος αυτοδιάθεσης του σώματος η απάντηση είναι καταφατικά όχι. Όμως από την ερώτηση λείπει ένα βασικό στοιχείο, το υποκείμενο, δηλαδή από ποιον; Αν το ερώτημα τίθεται για μια κυβέρνηση η οποία έκανε ότι μπορούσε για να μην ενισχύσει τις δημόσιες δομές υγείας και περιέφερε ένα θίασο γραφικών μέτρων εδώ και ενάμιση χρόνο, αγνοώντας κάθε επιστημονική και συνταγματική προσέγγιση, τότε η απάντηση παραμένει όχι.

Παρόλαυτα η κυβέρνηση δεν είναι το μόνο υποκείμενο το οποίο θα μπορούσε να ενταχθεί στο ερώτημα. Αν δεν υπήρχει αυτή η κυβέρνηση ή αν δεν αποφασίζε αυτή για το αν θα γίνουν εμβολιασμοί, το ερώτημα εν μέσω μιας πανδημίας θα παρέμενε. Το ίδιο θέμα σε ένα πιο δημοκρατικό μοντέλο οργάνωσης της κοινωνίας θα μπορούσε να τεθεί από συνελεύσεις βάσης σε χώρους εργασίας, σε γειτονιές, σε πολυκατοικίες. Τότε η απάντηση θα παρέμενε όχι; Από βιοηθικής και ιατρικής πλευράς η απάντηση παραμένει όχι, αλλά το ζήτημα ενός λοιμώδους νοσήματος δεν είναι μόνο βιοηθικό και δεν αφορά στενά την αυτοδιάθεση του κάθε ατόμου.

Είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε τι ακριβώς λοιπόν; Σε τι κοινωνία θέλουμε να ζούμε; Σε μία κοινωνία όπου όντως ο καθένας είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι θέλει, ακόμα και αν αυτό το κάτι είναι να είναι η εκμετάλλευση εργαζομένων, η βία, η υποτίμηση των άλλων; Αν πρόκειται για αυτό δε χρειάζονται ούτε διαμαρτυρίες, ούτε κραυγές, γιατί ακριβώς σε έναν τέτοιο κόσμο ζούμε. Όπως αντίστοιχα η συντηρητική πλευρά (αν υποτεθεί ότι υπάρχει και προοδευτική) των διαμαρτυρόμενων για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού αποδέχτηκε στο παρελθόν τα μνημόνια, τα αντεργατικά νομοσχέδια, τη Χρυσή Αυγή. Γιατί ο περιορισμός των ατομικών και συλλογικών ελευθεριών δεν εμφανίστηκε με το (όντως απαράδεκτο) διάγγελμα του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Εσύ ξεφούσκωνες τα λάστιχα, Σε γράψαν στα κατάστιχα, Των τεντυμποϊστών, Κι εγώ έχω γίνει γομολάστιχα, Που σβήνει τα τετράστιχα, Ανθρώπων και θεσμών…

Προφανώς και αυτό το διάγγελμα δεν ήταν το μόνο που ήταν απαράδεκτο. Είναι το τελευταίο δε μια σειρά επικοινωνιακής πολιτικής που δημιουργεί σύγχυση και αντιφατικά μηνύματα, ώστε να καλύψει τις κυβερνητικές ευθύνες και να θυσιάσει την επιστήμη στο βωμό της οικονομίας των λίγων. Είναι λογικό αυτό να δημιουργεί ανασφάλεια, αμφιβολίες και φόβο στους πολίτες; Σίγουρα ναι. Και αυτά τα δύο γεγονότα εκμεταλλεύονται οι σύγχρονοι αντιεμβολιαστικοί κύκλοι για την προπαγάνδα τους: από fake news έως συνδικαλισμοί πάνω σε τεχνικά χαρακτηριστικά του εμβολίου.

Όμως η επιστημονική κοινότητα που υπηρετεί την κοινωνική ιατρική, και όχι τα πάνελ των ΜΜΕ και τα συμφέροντα της κυβέρνησης έχει απαντήσει ξεκάθαρα. Οι εμβολιασμοί είναι ασφαλείς στο σύνολο τους. Υπάρχουν παρενέργειες; Ναι όπως και στο σύνολο των φαρμακευτικών σκευασμάτων. Είμαστε όμως πειραματόζωα εξαιτίας αυτού; Όχι, καθώς τα εμβόλια δεν είναι σε πειραματική φάση, έχουν πραγματοποιηθεί και οι τρεις φάσεις των κλινικών μελετών και οι δύο τεχνολογίες που υπάρχουν (ανασυνδυασμένου rna και vector based) χρησιμοποιούνται και μελετούνται επί τουλάχιστον μια δεκαετία. Έκτακτη έγκριση δεν πήραν λόγω των αμφιβολιών, αλλά λόγω της πιο σύντομης χρονικά διάρκειας των φάσεων.

Αυτά όμως έχουν ξαναειπωθεί. Το ζήτημα δεν είναι ο φόβος και οι προβληματισμοί, που είναι απολύτως σεβαστοί και θεμιτοί, αλλά ποιον εμπιστεύεσαι από ένα σημείο και μετά. Τους ανθρώπους που βρίσκεσαι στους δρόμους, στις δομές αλληλεγγύης και στους αγώνες, ή έναν άνθρωπο που βλέπεις στα social media να αραδιάζει θεωρίες συνωμοσίας; Αυτό δε σημαίνει ότι δεν έχει ευθύνη και η επιστημονική κοινότητα, η οποία πολλές φορές είτε έχει σιωπήσει, είτε έχει ακολουθήσει οικονομικά συμφέροντα. Ούτε το σύνοόο της το έκανε όμως, ούτε εξαιτίας αυτού έχει νόημα να μην υπάρχει ποτέ εμπιστοσύνη και να καταλήξει η κοινωνία σε μια εποχή δυσιδαιμονιών και σκοταδισμού.

Και εδώ το ζήτημα της αυτοδιάθεσης αποκτά μεγαλύτερη σημασία, καθώς η αυτοδιάθεση όντως προβλέπει να νιώθεις άνετα με τον εαυτό σου, και είναι ακόμα πιο ισχυρή όταν αυτό γίνεται μέσα σε ένα μεγαλύτερο σύνολο. Το οποίο είναι και το στοίχημα για την οικοδόμηση μιας διαφορετικής κοινωνίας που δε θα βασίζεται σε πλειοψηφίας και μειοψηφίες, αλλά σε σύνθεση και σεβασμό. Το οποίο σημαίνει ότι σε ζητήματα συλλογικού κινδύνου δε γίνεται η απάντηση να είναι αμιγώς ατομική. Αυτό είναι ένα νεοφιλελεύθερο αφήγημα το οποίο καταλήγει στο ο σώζων εαυτόν σωθείτο, στο ο καθένας για την πάρτη του. Και αυτό δε γίνεται να είναι απελευθερωτικό πρόταγμα.

Αν γίνει αποδεκτό ότι είναι ατομικό δικαίωμα για κάποιους να θέτουν σε κίνδυνο το συλλογικό δικαίωμα και τις ελευθερίες των άλλων, τότε δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τη σύγκρουση σε κάθε επίπεδο, από πολιτικό και ιδεολογικό έως οργανωτικό (όπως γίνεται και με τις απεργίες και τις περιφρουρήσεις). Με αυτό το σκεπτικό μπορεί να είναι δικαίωμα να αρνείται ο καθένας ό,τι θέλει και να προστατεύει μόνο την ατομικότητά του, όμως  είναι δικαίωμα και των υπολοίπων να προστεύσουν τις δικές τους ατομικότητες και το συλλογικό τους συμφέρον.

Φυσικά και δεν πρόκειται για μια ευτυχή κατάληξη. Θα ήταν πολύ προτιμότερο όπως αναφέρθηκε και στην αρχή να υπάρχει ενιαίος αγώνας απέναντι στην κυβέρνηση για συγκροτημένο σύστημα πρωτοβάθμιας περίθαλψης, για τη μη ιδιωτικοποίηση της υγείας, για να μη γίνουν οι γιατροί όμηροι σε μπλοκάκια, για κάλυψη όλου του πληθυσμού. Αυτό δε μπορεί όμως να το επιβάλλει ως πλαίσιο κανένας σε κανένα. Οπότε επί του πρακτέου έχει νόημα να υπάρχει κινητοποίηση ενάντια στην υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών σε συγκεκριμένους χώρους; Όχι για δύο βασικούς λόγους: αφενός γιατί ήδη γίνεται (και καλώς) εδώ και χρόνια σε χώρους υγειονομικού ενδιαφέροντος (μονάδες νοσηλείας και φροντίδας, ξενοδοχεία, εστιατόρια) και αφετέρου γιατί δεν πρόκειται για επιβολή εμβολιασμού αλλά για επιλογή του αν θα παραμείνεις σε έναν χώρο ή όχι.

Μπορεί το ζήτημα να επεκταθεί και σε άλλους χώρους από την κυβέρνηση στο άμεσο μέλλον; Ναι αφού μιλάμε για μια κυβέρνηση που κινείται στο πλαίσιο της καταστολής, της ανταποδοτικότητας και της τιμωρίας. Βοηθάει αυτό το κοινωνικό σύνολο και την επιστήμη; Ή δίνει λανθασμένα μηνύματα και ανατανακλαστικά; Και απέναντι σε αυτό έχει νόημα να συνεχίσει η κοινωνία και οι συλλογικότητες να αγωνίζονται. Εν τω μεταξύ όμως ο δημόσιος κίνδυνος παραμένει, και αν δεν προασπίσουν συλλογικά οι από κάτω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες τους, ποιος θα το κάνει;

Εσύ ξεφούσκωνες τα λάστιχα, Σε γράψαν στα κατάστιχα, Των τεντυμποϊστών, Κι εγώ έχω γίνει γομολάστιχα,Που σβήνει τα τετράστιχα, Ανθρώπων και θεσμών… (Νικόλας Άσιμος, Όλοι δηλώνεται ιδιότητα)

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6

1 Trackback

Κάντε ένα σχόλιο: