Για ποιον ακονίζεις το μαχαίρι σου;

Το παιχνίδι χόντρυνε και πια δεν έχει πλάκα. Όλοι οι αστεϊσμοί της προηγούμενης περιόδου πέφτουν στο κενό. Ο κόσμος που θα αντικρίσουμε μετά τον εγκλεισμό, σίγουρα δεν θα είναι ο ίδιος με πριν…Το αίτημα «θέλουμε τις ζωές μας πίσω» ακούγεται πια αναχρονιστικό και παρωχημένο…

Ξημέρωσε η εποχή που το μέλλον μας το βλέπουμε μέσα από μάσκες και πλαστικά γάντια. Πλαστική επιβίωση, πλαστικό μέλλον. 

Ο εφιάλτης του ιού όμως δεν ήρθε μόνος του. Τον συντηρεί και εξάγει ως αναλώσιμο προϊόν  μια κυβερνητική πολιτική πιστή στις γραμμές του νεοφιλελευθερισμού. Ένα αδηφάγο καπιταλιστικό σύστημα, οπλισμένο πια με τον καλύτερο σύμμαχό του. Τον φόβο. 

Όπως συμβαίνει ιστορικά σε όλες τις μεγάλες κρίσεις, τα κέντρα εξουσίας συσπειρώνουν όλο το φάσμα των συντηρητικών δυνάμεων κάτω από μια σκέπη. Την απόλυτη συμπαράταξη με τις αποφάσεις τους και τη μηδενική ανοχή σε όσους –ες διαφωνήσουν, παλέψουν ουσιαστικά για τα κοινωνικά αγαθά και σταθούν στο πλευρό της πληττόμενης πλειοψηφίας.

Έτσι, το τελευταίο διάστημα η μαζική προπαγάνδα της δεξιάς είχε αποτελέσματα. Πολλοί βιάστηκαν να συγχαρούν την κυβέρνηση για την «αποτελεσματικότητα των μέτρων», κούρδισαν το ρολόι τους στις 9 ακριβώς ώστε να βγουν στα μπαλκόνια και να χειροκροτήσουν τους γιατρούς που παλεύουν με το τέρας του ιού, ενώ το ίδιο απόγευμα είχαν αδειάσει  τα ράφια από τα σουπερ μάρκετ, κατήγγειλαν τον άμοιρο εκπαιδευτικό -συνήθως αναπληρωτή- που αποκλείστηκε στην επαρχία χωρίς σταθερό ίντερνετ, ως τεμπέλη που δεν αξίζει το μισθό του, κραύγασαν την «ελληνικότητά» τους με σφαίρες πάνω σε σώματα αθώων προσφύγων, επεφήμησαν τους μπάτσους που χτυπούσαν ηλικιωμένους και αθώους περαστικούς, κατηγόρησαν τους ανθρώπους που ξέμειναν στο εξωτερικό ότι εξαιτίας δικών τους λαθών δεν μπορούν να επαναπατριστούν, κάγχασαν για την πείνα του «τεμπέλη καλλιτέχνη», ρουφιάνεψαν τον διπλανό τους ως «παραβάτη», χειροκρότησαν φτηνές μουσικές φιέστες (βλ. Πρωτοψάλτη) κοινώς, έτρεξαν να περπατήσουν πάνω στο τεντωμένο σκοινί, πετώντας στον γκρεμό τους διπλανούς τους, με την ελπίδα να γλιτώσουν από την κρίση. 

Δεν είναι σημάδια των καιρών. Η απανθρωποποίηση είναι αποτέλεσμα μιας μακράς και πολύχρονης διαδικασίας, του σοδομισμού του καπιταλιστικού συστήματος στη φύση, στις ζωές μας, στη συναισθηματική και πνευματική μας υπόσταση. Μπορεί κανείς όμως να ισχυριστεί ότι αυτό που ζούμε είναι μια εφιαλτική παρτίδα σκάκι χωρίς αντιπάλους; Σίγουρα όχι.

Οι αντίπαλοι μπορεί να μη φαίνονται στις οθόνες των τηλεοράσεων, αλλά  υπάρχουν. Είναι στους απεργούς πείνας στην Τουρκία, είναι στην ΒΙΟΜΕ που προσπαθεί να επιβιώσει με κομμένο ρεύμα, είναι στον νικηφόρο πια αγώνα του Βασίλη Δημάκη, είναι στην αυτοοργάνωση των προσφύγων για την καταπολέμηση του ιού στα κέντρα κράτησης, είναι στις αποστολές των γιατρών από την Κούβα, είναι στα συσσίτια αλληλεγγύης, είναι στον αγώνα των σωματείων των καλλιτεχνών -για τους οποίους με τόσο πείσμα και μένος κατασκευάζεται η εικόνα του ρυπαρού λούμπεν στοιχείου που δεν έχει «κανονική δουλειά» -, είναι σε κάθε τραγούδι που μεταδίδεται ιντερνετικά, είναι στο χελιδόνι που κελάηδησε στα σύρματα της ΔΕΗ πάνω από ανώνυμο ντελιβερά που αναγκάζεται να δουλέψει, είναι στις παιδικές ζωγραφιές που στέλνονται στους δασκάλους πια από το διαδίκτυο, είναι στο λουλούδι που άνθισε ανάμεσα στις σκληρές πέτρες του τοίχου και σε τόσα άλλα στιγμιότυπα και γεγονότα που είναι αδύνατον να καταγραφούν σε ένα άρθρο.

Το παιχνίδι χόντρυνε και πια δεν έχει πλάκα. Όλοι οι αστεϊσμοί της προηγούμενης περιόδου πέφτουν στο κενό. Ο κόσμος που θα αντικρίσουμε μετά τον εγκλεισμό, σίγουρα δεν θα είναι ο ίδιος με πριν. Αντίθετα, θα είναι ένας κόσμος πόλωσης, σκληρού ανταγωνισμού και φόβου προς το ξένο, εκδικητικότητας προς τον αδύναμο. Πριν βιαστούμε λοιπόν να ακονίσουμε τα μαχαίρια μας για να ριχτούμε στη μάχη, θα πρέπει να σκεφτούμε το στρατόπεδο που θα διαλέξουμε. 

Το αίτημα «θέλουμε τις ζωές μας πίσω» ακούγεται πια αναχρονιστικό και παρωχημένο. Δεν θέλουμε τις ζωές που είχαμε πριν πίσω. Θέλουμε πολύ καλύτερες. Δωρεάν υγεία για όλους, δημόσια νοσοκομεία με προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή, έτοιμα να αντιμετωπίσουν κάθε κρίση. Δημόσια δωρεάν παιδεία, απαλλαγμένη από ταξικούς φραγμούς και νομοσχέδια- τερατουργήματα. Θέλουμε η τέχνη μας να είναι ελεύθερη και να εμπνέει, όχι βορά στα κυρίαρχα αισθητικά πρότυπα. Δουλειά για όλους και όλες, και αξιοπρεπή διαβίωση προσφύγων και μεταναστών. Όχι στη δαιμονοποίηση των κατατρεγμένων αυτού του πλανήτη, για να βγει λάδι ο καπιταλισμός και ο πόλεμος. Θέλουμε τη φύση μας ακέραια, χωρίς θανατηφόρες επεμβάσεις. Κοινώς,  θέλουμε ένα μέλλον χαραγμένο πάνω στις ανάγκες των πολλών και όχι τον ατομικίστικο κανιβαλισμό που ζούμε. 

Το σίγουρο είναι πως η ιστορική συγκυρία που διανύουμε άλλαξε και συνεχίζει να αλλάζει συνειδήσεις. Μετατοπίζοντάς τες βίαια από το σημείο που ήταν προηγουμένως. Ο πλανήτης συνταράσσεται από μια θανατηφόρα πανδημία, αλλά δεν θα πάψει να νοσεί, παρά μόνο όταν το σύστημα που μας αρρωσταίνει υπερκεραστεί από τις ανάγκες μας. Τις ανάγκες των πολλών. Να μη τους αφήσουμε να μας αφανίσουν. Να μη συνηθίσουμε το θάνατο.

Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει.
Όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα.
Έβλεπα τώρα πόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσω
Πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες.

Μ. Αναγνωστάκης

Βασιλική Τσιφτσή

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: