2 too many που λένε και στο χωριό μου – Ανταπόκριση από τη Λέσβο

Οι ντόπιοι έχουν υψηλότατο αίσθημα δικαιοσύνης. Ναι ψήφισαν μαζικά ΝΔ, ναι ανέχτηκαν ρατσιστικές επιθέσεις. Αλλά όταν χρειάστηκε να επιλέξουν ανάμεσα στο «σωστό και το λάθος», η πλειοψηφία τους δε δίστασε να προτάξει το σώμα της στην υπεράσπιση του αδικημένου.

75 χρόνια μετά το ιστορικό “Go back” που ο λαός της Λέσβου δεν επέτρεψε στον αγγλικό στρατό να επιβιβαστεί στο λιμάνι της Μυτιλήνης, έρχεται για δεύτερη φορά ο εκδιωγμός των κρατικών δυνάμεων, αλλά αυτή τη φορά της δικής μας χώρας. Μην πει κανείς ότι δεν είναι το ίδιο, μάλιστα τότε θα ερχόντουσαν υποτίθεται για να ελευθερώσουν το νησί από τους ίδιους τους Γερμανούς, και δεν έγιναν καν δεκτοί.

Είναι πολύ υψηλό το αίσθημα δικαιοσύνης των ντόπιων, αναπάντεχα. Ναι, ψήφισαν σωρηδόν τους υποψήφιους της Νέας Δημοκρατίας, άλλωστε αυτό δε σημαίνει πως είναι και πολλοί υποστηρικτές της στα διαδραματιζόμενα γεγονότα, συμπεριλαμβανομένων κάποιων πολιτικών αντιπροσώπων τους φυσικά, οι οποίοι έχουν αναγκαστικά συρθεί στις δημόσιες συναθροίσεις. Ναι, προηγήθηκαν ρατσιστικές επιθέσεις και οργανωμένες έφοδοι που υποκινήθηκαν από τραμπούκους και χρυσαυγίτες, οι οποίοι όμως τελικά δε δεν υπονόμευσαν περαιτέρω το κίνημα αλληλεγγύης, όπως επιχείρησαν, και σήμερα ο πυρήνας των κινητοποιήσεων λαμβάνει χώρα μέσα σε μπλόκα και συγκεντρώσεις που δεν τους περιλαμβάνουν, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι που συντάχθηκαν στο παρελθόν μαζί τους τώρα δεν είναι στο πλευρό των ξεσηκωμένων Λέσβιων και Λεσβιών. Όμως, όταν χρειάστηκε να επιλέξουν ανάμεσα στο «σωστό και το λάθος», την ειλικρίνεια δηλαδή και την υποκρισία, η πλειοψηφία του λαού της Μυτιλήνης δε δίστασε ούτε δευτερόλεπτο να προτάξει το σώμα της στην υπεράσπιση του αδικημένου. Σήμερα, την ώρα που γράφονται αυτές εδώ οι γραμμές, η απεργία για δεύτερη συνεχόμενη μέρα έχει κλείσει τα πάντα. Ούτε μπακαλερί, που θα ‘λεγε κι ο φίλος μου ο Νιόνιος με την κουβανική σημαία.

Γενικά δεν ήμουν προετοιμασμένος και η άμεση ενημέρωση που λάμβανα ήταν με το σταγονόμετρο, άλλωστε η διαμονή μου δεν είναι στη Μυτιλήνη, αλλά στο Πλωμάρι. Οι συζητήσεις που είχα πραγματοποιήσει με τους κατοίκους όλων των γύρω χωριών τους τελευταίους 6 μήνες, ήταν αναγκαστικά σχετικά με αυτό το θέμα μια και κανένας δεν ήθελε να μιλήσει για οτιδήποτε άλλο. Σε όποιο καφενείο και να καθόσουν, και να μη σε ξέραν, θα αρχίζαν να φωνάζουν δυνατά για τους πρόσφυγες ώστε να τους ακούσεις και να εκφράσεις τη γνώμη σου γιατί μέσα σ’ όλα ήταν και πάρα πολύ περίεργοι να τη μάθουν για ν’ ακούσουν τι πιστεύεις.
Είπα στον έναν ότι ο λόγος που είναι εγκλωβισμένοι εδώ είναι ότι έχει στηθεί γκράντε μπίζνα στο κεφάλι τους, ολόκληρη βιομηχανία ανθρώπων συγκεκριμένα, είπα στον δεύτερο ότι η οικονομική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει αποφασίσει να μετασχηματιστεί η οικονομία της Λέσβου και των άλλων νήσων από την αγροτική βιομηχανία στο εμπόριο ανθρώπων, είπα στον τρίτο ότι για την καταρράκωση των τουριστικών αφίξεων δε φταίνε οι μετανάστες αλλά ότι το πλοίο έχει πάει €80 (τώρα 100) κατάστρωμα.
Στα πλαίσια του ότι εδώ όντως έχουν αγνά οι άνθρωποι πολύ υψηλό το αίσθημα της δικαιοσύνης συμφωνούσαν. Δεν ήταν ρατσιστές και προκατειλημμένοι, εξήγηση έψαχναν και κάποιον να τους τα πει! Πού να τ’ακούσουν, «στα κανάλια»; Στον ενδιάμεσο καιρό είχα και επικοινωνία με πολλούς συντρόφους από την Αθήνα, τι γίνεται κτλ. Τους είπα ότι οι θέσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος διοχετεύονται μέσα στον λαό και ότι αργά αλλά σταθερά θα ευοδώσουν, ήμουν σίγουρος γιατί το έβλεπα στους περισσότερους από την καθημερινή εμπειρία, και γιατί ήταν καθαρές!

Έχοντας λοιπόν σα μοναδική πηγή στιγμιαίας πληροφόρησης τους λογαριασμούς στο Facebook άλλων συντρόφων από τη Μυτιλήνη (την πόλη) το ωραίο πρωί της προχτεσινής Τρίτης μαθαίνω ότι στις 10 πμ και ακολουθούμενης της εισβολής των ΜΑΤ, υπάρχει συγκέντρωση στην Πλ. Σαπφούς (κεντρική πλατεία) για την αποχώρησή τους αλλά και φυσικά για την κατάργηση όλων των κέντρων κράτησης μεταναστών είτε ανοιχτής είτε κλειστής μορφής σε όλο το νησί. Ήταν παρά πέντε και η απόσταση είναι περίπου μία ώρα οπότε ρώτησα, αν έρθω 11:30 θα βρω κανέναν, και μου λέει έλα γιατί θα πάει μακριά η βαλίτσα. Φτάνω όντως κατά τις 11:30, με τα πόδια στο κεφάλι τρέχω στην πλατεία, βλέπω λίγους τεχνικούς να μαζεύουν τις βάσεις για τα ηχεία. Ξαναστέλνω τι γίνεται, μου λέει έχουν βγει και οι μαθητές απ’ τα σχολεία, και τώρα σε πορεία πάει ο κόσμος στα Δικαστήρια – το παλιό υπουργείο. Τρέχω μέσα από τα στενά, στα μισά βλέπω αριστερόφατσες να γυρίζουν στην αντίθετη διαδρομή μ’ εμένα, υποψιάζομαι ότι ούτε αυτό το πρόλαβα κι έρχεται μήνυμα ότι έφυγε η πορεία και γυρνάει αλλά όμως στις 4 υπάρχει κάλεσμα για αυτοκινητοπομπή στην Καράβα και τον Μανταμάδο, το «κόκκινο χωριό» τη «μικρή Μόσχα», όπου σχεδιάζεται η οικοδόμηση της καινούργιας δομής περιορισμού μεταναστών. Ενημερώνω πως δεν ξέρω αν θα συμμετάσχω γιατί περιφερόμουν μόνος μου, και κάθομαι περιμένοντας μήπως έρθει ένας μακρινός ξάδερφος από τη Νότια Αφρική για να με συναντήσει. Το νησί είναι γεμάτο από δαύτους, Αυστραλούς κτλ, ο οποίος συγκεκριμένος σηκώθηκε για να φύγει από εκεί ώστε να καταπιαστεί επαγγελματικά με το προσφυγικό. Στην πορεία βρέθηκε τελικά να κατανοεί ότι μόνο θύματα μπορούν να προκύψουν από τη συγκεκριμένη διαδικασία και άρχισε αναπάντεχα να φλερτάρει με σοσιαλιστικούς προβληματισμούς… Τα συζητάμε, του λέω “ξέρεις 4 η ώρα το και το”, μου λέει δεν ξέρω οπότε στις 4 παρά τέταρτο μιλάω πάλι με την επαφή στην πόλη και μαθαίνω ότι σε 5’ φεύγουν δύο πούλμαν για το κομβόι. Πάμε, του λέω; Πάμε μου λέει, τελικά. Αυτό παραδόξως το πρόλαβα, πριν μπούμε ρωτάω «για Μανταμάδο;», «Ναι» και καθόμαστε χωρίς να είμαι σίγουρος ποιος είναι διοργανωτής, γιατί δεν πρόλαβα να ρωτήσω και μέσα στην όλη αναταραχή. Απομακρυνόμαστε από το κέντρο και πηγαίνουμε αμέσως μετά την Επάνω Σκάλα (ο «τούρκικος γιαλός» της Μυτιλήνης) στο εργοστάσιο της ΔΕΗ, από όπου συναντιόμαστε με άλλα 30 αυτοκίνητα και ξεκινάμε για Καράβα Μανταμάδου. Η πρώτη μέρα των κινητοποιήσεων στα μπλόκα.

Μετά από κανένα μισάωρο καθώς αυξανόταν η κίνηση, αφού πύκνωνε η προσέλευση κατά μήκος της διαδρομής, φτάνουμε σε ένα σημείο όπου μπορούσε να σταματήσει και το λεωφορείο. Από εκεί πορευόμαστε οδικώς και με χαλαρή διαδήλωση, ξεδιπλώνοντας τις σημαίες του ΠΑΜΕ και του Εργατικού Κέντρου Λέσβου από το οποίο τελικά είχαν γίνει τα κανονίσματα των πούλμαν, με κατεύθυνση το σημείο που είχαν αποκλείσει τα ΜΑΤ για να προστατέψουν τις υπό ανέγερση οικοδομικές επιχειρήσεις. Ύστερα από περίπου 2 χλμ και τα συνθήματα να έχουν ενταθεί, φτάνει η πορεία μας που αποτελούταν από 250 άτομα για να συναντήσει άλλους τόσους περίπου που ήδη βρίσκονταν εκεί. Αναθαρρώντας με την άφιξή μας κάποιοι επιτίθενται σποραδικά στους αστυνομικούς με πέτρες οι οποίες βρίσκονταν σε υπεραφθονία, καθώς δεξιά ανάμεσα σ’ εμάς και τη θάλασσα υπήρχε μία ακτή από βράχους και θυμάρια με μικρούς βάλτους, ενώ αριστερά η απέραντη εξοχή της Λέσβου με λόφους και δασάκια. Άρχισαν να φεύγουν και δακρυγόνα αλλά λίγο η ατελείωτη άπλα, λίγο ότι είχαμε τον αέρα πλάτη (νοτιάς) τους τα γυρνούσαν πίσω και τελικά άντε να άκουγες κανένα «αψιού», καμία σχέση δηλαδή με ό,τι έχετε μάθει στις πόλεις. Αυτό κατά συνέπεια τους οδήγησε στο συμπέρασμα ότι πρέπει ν’ αυξήσουν δραστικά την ποσότητα με αποτέλεσμα να τα στέλνουν με τη δεκάδα και σε πολλαπλές κατευθύνσεις, μπροστά μας αλλά και πίσω μας, εκεί άρχισε να παίρνει χαμπάρια και ο κόσμος. Εννοείται πως υπήρχε η στιγμιαία αντιπαράθεση συνδικαλιστών-κουκουλωμένων, «μην πετάτε πέτρες», αλλά ήταν ήδη αργά. Οπισθοχωρήσαμε κι εγώ πήρα τους βάλτους για να προλάβω να πάρω καμιά αναπνοή από τα συγκαμμένα πλεμόνια μου, καθώς έπρεπε να τρέξω μέσα από τις οβίδες δακρυγόνων και να τα καταπιώ απτόητος. Βρήκα μέσα στην τύφλα μου έναν βράχο να πάρω ανάσες, κοιτάω από την απέναντι μεριά του δρόμου και εκεί βλέπω την περίφημη σκηνή με τα «αγριογούρουνα» που όμως εγώ θα τα πω μυρμηγκάκια. Ένας στοίχος ΜΑΤατζήδων να προσπαθούν για να περάσουν συντεταγμένοι με τη σειρούλα τους, μέσα από ένα δάσος που σχηματιζόταν στην αρχή του λόφου για να βουτήξουν τους διαδηλωτές που είχαν χωθεί μέσα στα δέντρα και τη βλάστηση, ώστε να βάλλουν αόρατοι. Βιετνάμ της αστυνομίας. Ούτε που έμαθα τι απέγινε, γιατί είχε αρχίσει να πέφτει το σκοτάδι όπου μ’ αυτά και μ’ αυτά έχασα όλους τους γνωστούς και άρχισα να περπατάω ενστικτωδώς προς τα λεωφορεία μη με παρατήσουν πίσω και αρχίσω επαναστατικό οτοστόπ.

Πριν κάνα δυο βδομάδες δημοσιεύτηκε η συνέντευξη του συγκροτήματός μου. Ακούσαμε πολλά, όχι πως δεν το περιμέναμε. Γιατί την λέτε στους οπαδούς, δεν είναι όλοι ίδιοι, κτλ. Προχθές, και κάθε μέρα, οι διαδηλώσεις έχουν οπαδούς. Μπορούσε να νικηθεί όμως η εκστρατεία της κυβέρνησης μέσα από το γήπεδο; Όχι. Μπορούσε να συγκροτηθεί η κινητοποίηση από τους συνδέσμους; Όχι. Αυτό λέμε και τίποτα άλλο. Δεν είμαστε εναντίον κανενός οπαδού γιατί ξέρουμε την εν δυνάμει προοπτική που κρύβει ο καθένας και η καθεμία, άλλωστε αυτοί είναι ο λαός. Δε θα μπορούσε όμως ποτέ η πρώτη πολιτική νίκη του λαού που διαγράφηκε αυτές τις μέρες να υλοποιηθεί αν δεν έπαυαν να είναι οπαδοί, όπως και επίσης αν δεν υπήρχε η θεωρητική προπαγάνδα που επίμονα γινόταν όοολο αυτό το διάστημα από τους κοινωνικούς οργανισμούς, συνδικάτα-σωματεία-επιτροπές που υποτιμούν όλοι τους απαξιωτικά.

Τοξικός Νίκος

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: